Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2024


π. Συμεών Κραγιόπουλος: Ομιλία την Κυριακή προ των Χριστουγέννων

Ο Θεός όλα τα βάζει μέσα στο σχέδιό του

 

Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως σήμερα και εορτή πάντων των απ΄ αιώνος Θεώ ευαρεστησάντων, από Αδάμ έως και Ιωσήφ του μνήστορος. Κάθε χρόνο αυτή την ημέρα, αυτή την Κυριακή, ως ευαγγελική περικοπή ακούμε αυτόν τον κατάλογο των ονομάτων από τον Αβραάμ μέχρι και τον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Παναγίας. Όλοι λίγο-πολύ γνωρίζουμε ότι όλοι αυτοί που αναφέρονται σ' αυτόν τον κατάλογο, και που είναι το γενεαλογικό δένδρο του Κυρίου, δεν είναι άγιοι, αλλά οι περισσότεροι είναι συνηθισμένοι άνθρωποι με πτώσεις, με αμαρτίες. Αναφέρονται και δυό, τρεις γυναίκες.


Από την πλευρά βέβαια των ανθρώπων τα πράγματα πήγαν όπως πήγαν, όμως ο Θεός είχε το σχέδιό του, είχε το πρόγραμμά του, και ό,τι κι αν ήταν οι άνθρωποι, τελικά ο Θεός έκανε εκείνο που ήθελε να κάνει. Ο Ιακώβ γέννησε τον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Μαρίας, «εξ ης εγεννήθη Ιησούς ο λεγόμενος Χριστός». Στο τέλος τέλος εμφανίσθηκε η Παναγία, από την οποία γεννιέται ο Χριστός. Τα πράγματα δηλαδή έφθασαν, οδηγήθηκαν, εκεί που ήθελε ο Θεός. Εγεννήθη ο Χριστός, έγινε άνθρωπος.

 

Θα έλεγε κανείς ότι κάπως έτσι συμβαίνει και με τον κάθε άνθρωπο, διότι η ανθρωπότητα είναι και ως ένας άνθρωπος. Κάπως έτσι συμβαίνει και με τον κάθε χριστιανό, ο οποίος τελικά μπαίνει στο σχέδιο του Θεού, μπαίνει στη βουλή του Θεού, μπαίνει στον δρόμο του Θεού. Μπορεί να περάσει κανείς από πολλές διακυμάνσεις. Να πέσει, να σηκωθεί, και να μοιάζει ο δρόμος του περίπου με αυτόν τον μακρύ δρόμο όλων αυτών των Προπατόρων του Κυρίου. Εάν ρίξει κανείς μια ματιά στο παρελθόν του, στην όλη ζωή του, θα δει πολλά: και καλά και μη καλά και παράξενα. Θα δει πολλά τα οποία, τότε που γίνονταν, φαίνονταν ότι δεν είχαν καμιά σημασία, όμως όλα ο Θεός τα βάζει μέσα στο σχέδιό του, μέσα στον δρόμο αυτό και ο Θεός, εφόσον βέβαια δεν αντιδρά και εφόσον συγκατατίθεται η ψυχή, την οδηγεί στο τέλος.


Στο τέλος περίπου η καθεμιά ψυχή γίνεται Παναγία, εξ ης γεννιέται ο Χριστός. Διότι μέσα στην ψυχή του καθενός, του κάθε χριστιανού, τελικά πρέπει να γεννηθεί ο Χριστός. Όχι απλώς ο άνθρωπος να λύσει τα προβλήματά του, όχι απλώς να γίνει ένας καλός άνθρωπος, αλλά να κυοφορήσει τον Χριστό, να γεννήσει τον Χριστό. Θα έλεγε κανείς ότι ο σκοπός μας αυτός είναι.

Ή, αν θέλετε, ο σκοπός της σαρκώσεως του Χριστού είναι να αξιωθεί ο καθένας, ο κάθε άνθρωπος, να δεχθεί μέσα του τον Χριστό, και να γεννηθεί εξ αυτού ο Χριστός. Δηλαδή η όλη ζωή του ανθρώπου να είναι όχι απλώς ζωή καλού ανθρώπου, αλλά ζωή Χριστού.

Ο σκοπός των εορτών

 

Ο κατάλογος των ονομάτων που αναφέρεται στην ευαγγελική περικοπή αυτή την ημέρα και που είναι το γενεαλογικό δένδρο του Χριστού μας ενθαρρύνει όλους. Άσχετα ποιά είναι η προϊστορία μας, άσχετα τι μας συνέβη, ακόμη, αν θέλετε, και τι θα συμβεί, εάν τελικά μείνουμε στον Χριστο - ό,τι κι αν συμβεί, εμείς επιστρέφουμε στον Χριστό, μετανοούμε, αυτόν ζητούμε, αυτόν θέλουμε, γι' αυτόν ζούμε-, αρχίζουμε και σιγά σιγά συνειδητοποιούμε τον σκοπό μας. Όπως, όσο πλησίαζαν οι ημέρες του ερχομού του Χριστού, όλο και περισσότερο συνειδητοποιούσε αυτός ο λαός ότι έρχεται ο Μεσσίας, έτσι ακριβώς και εμείς συνειδητοποιούμε τον σκοπό μας.

Τελικά, ό,τι και να γίνει, ο Κύριος θα μας αξιώσει να μορφωθεί μέσα μας, όπως λέει ο απόστολος Παύλος. Θα μας αξιώσει να γίνουμε κατάλληλοι να κατοικήσει μέσα μας, να μείνει μαζί μας, να μείνουμε μαζί του. Όχι για λίγο καιρό, όχι, αν θέλετε, σ' όλη μας τη ζωή αλλά στον αιώνα τον άπαντα.

Αυτός είναι ο σκοπός αυτών των ημερών, αυτός είναι ο σκοπός που κι αυτή την ώρα είμαστε εδώ στον ναό. Αυτός είναι ο σκοπός που γίνονται όσα γίνονται πάνω στη γη από μέρους του Θεού μέσα στην Εκκλησία. Αυτός είναι ο σκοπός που είμαστε χριστιανοί, και αυτό κατά βάθος ζητάει η ψυχή μας: να ενωθεί με τον Θεό, με τον πλάστη, με τον δημιουργό της. Να ενωθεί από εδώ δια της πίστεως, δια των έργων, να ενωθεί εν μυστηρίω. Να γεννηθεί μέσα μας ο Χριστός, να ζήσει κανείς εν Χριστώ, να ζήσει εν αυτώ ο Χριστός, να φύγει απ΄ αυτόν τον κόσμο με τον Χριστό και να ζήσει αιώνια με τον Χριστό.

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ ' ΛΟΥΚΑ

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ’ ΛΟΥΚΑ

Τά αγαθά τού παραδείσου, η χαρά τής αιώνιας ζωής, είναι ασύλληπτα στήν ανθρώπινη διάνοια, καί εάν ακόμα τά ακούσει, δέν είναι σέ θέση νά τά κατανοήσει, καί εάν τά δεί,, δέν έχει τήν ικανότητα νά βρεί τίς λέξεις γιά νά τά περιγράψει.. Γι’ αυτό καί ο Κύριος , γιά νάς μάς βοηθήσει νά τά κατανοήσουμε, έχοντας πάντα ανοικτά τόν νού καί τήν καρδιά μας πρός αυτά, χρησιμοποιεί λαμπρές εικόνες αλλά καί παραστικές παραβολές. Μιά τέτοια παραβολή είναι καί η σημερινή ευαγγελική περικοπή – η περικοπή τούτΜεγάλου Δείπνου-.

Ο οικοδεσπότης ήταν πλούσιος τά εισοδήματά του πόύσια, τά παλάτια του πολυτελέστατα, καί ευρύχωρα, έτοιμα καί λαμπρά διακοσμημένα γιά νά φιλοξενήσουν πλήθη λαού.

Γνωστός σέ όλη τήν περιοχή, γιά τήν καλοσύνη του, τήν γεναιοδωρία του, τήμν απλότητά του, αλλάς καί τήν συγκαταβατικότητά του. Καί όμως αυτός ο πλούσιος καί χαρισματικός άνθρωπος, ετοίμασε δείπνο μέγα, καί αντάξιο τής αγαθότητάς του,, αλλά καί τού πλούτου του. Μέσα από τά λόγια τού ευαγγελιστή ο Κύριος μάς πληροφορεί ότι δέν λυπήθηκε ούτε τά χρήματα, καί είναι αυτός πού ήθελε τά πάντα νά είναι πολυτελή, απολαυστικά αλλά καί ευχάριστα. Ηθελε τά φαγητά νά είναι γευστικά καί ποικίλα, τά ποτά εκλεκτά, ο διάκοσμος υπέροχος, καίη μουσική νά είναι ευχάριστη στά αυτιά τών προσκεκλημένων του. καί η εξυπηρέτησή τους νά είναι πρόθυμοι οί υπηρ΄έτες του, πρός αυτούς.

Καί εδώ τίθεται τό “θεωρητικό “ αλλά κρίσιμο ερώτημα, ποιός δέν θά ήθελενά ήταν αυτός πού θά ήταν προσκεκλημένος σέ αυτό;

Ώς απάντηση σέ αυτό τό ερώτημα, έρχεται, παράδοξο, η άρνηση όλων αυτών, πού ενώ τούς είχε σταλεί από πολύ καιρό προσωπική καί ιδιαίτερη πρόσκληση,, σά νά ήταν συνενοημένοι μεταξύ τους, άρχισαν ένας ένας νά αρνούνται τήν πρόσκληση καί νά χρησιμοποιούν διάφορες γελοίες αστήρικτες καί αδιανόητες καί προσβλητικές γιά τόν οιμκοδεσπότη προφάσεις. Ο ένας αγόρασε-είπε- αγρό καί έπερεπε νά πάςει νά τόν δεί, ό άλλος -είπε- μόλις είχε παντρευτεί καί δέν μπορούσε νά αφήσει τήν νύφη του μόνη της, καί ο τρίτος, είχε αγοράσει πέντε ζευγάρια βοδιών καί θά πηγαινε νά τά δοκιμάσει, εάν τού κάνουν γιά τό χωράφι καί τί απόδοσι αυτά θά έχουν. Μήπως ο οικοδεσπότης , τάχα θά τούς κρατούσε πολύ καιρό στό δείπνο, καί στό αρχοντικό του; μόλις τελείωνε τό δείπνο , τήν επόμενη ημέρα θά ήταν ελεύθεροι νά γυρίσουν πίσω στά σπίτια τους καί νά συνεχίσουν τίς ενασχολήσεις τους.

Δικαίως, λοιπόν ο οικοδεσπότης, οργισμένος, διέκοψε κάθε σχέση μαζί τους, εκφέροντας τήν φοβερή καί αμετάκλητη απόφασή του, λέγοντας <<ουδείς τών ανδρών εκείνων τών κεκλημένων, γεύσαταί μου τού δείπνου>>, δηλαδή κανένας από εκείνους τούς προσκεκλημένους δέν θά παραυρεθεί στό δείπνο αυτό, καί κανείς τους, δέν θά γευτεί τά τόσα εκλεκτά πού παρατίθενενται σέ αυτό τό δείπνο. Όμως αποφασισμένος νά γίνει τό δείπνο, καό ότι οι αίθουσες αυτές πρέπει νά γεμίσουν από καλεσμένοπυς, καί συνδαιτημόνες.

Γι’ αυτόν τόν λόγο, λοιπόν έδωσε εντολή στούς δούλους του, νά βγούν στίς πλατείες, στά στενά δρομάκια τής πόλης, γιά νά καλέσουν <<πτωχούς καί αναπήρους καί χωλούςκαί τυφλούς>>, όλους δηλαδή τούς ασήμαντους καί κατατρεγμένους . Νά βγείτε τούς είπε, στήν ύπαιθρο, , στούς φράκτες τών αγρών , ακόιμα καί κάτω από γέφυρες, εκεί δηλαδή πού καταφεύγουν συνήθως οι άστεγοι, οί ζητιάνοι καί νά τούς φέρουν, έστω καί εάν χρειαστεί νά τούς εξαναγκάσουν -έστω κι’ ‘αν αυτοί από συστολή δέν τό δέχονταν- νά τούς ενθαρύνουν, ώστε τά τραπέζια καί οί αίθουσες νά γεμίσουν από προσκεκλημένους. Καί ενώ αυτοί οι νέοι προσκεκλημένοι – τώρα – απολάμβαναν τήν τέρψη καί τήν χαρά τού δείπνου εκείνου, αντίθετα οί παλαιοί προσκεκλημένοι ταλαιπωρούνται ακόμα μέ τά βόδια, μετά χωράφια καί τός πιτικό τους.

Παραστατική , πραγματικά, η παραβολή, λαμπρές καί οί εικόνες , αλλά ακόμα πιό κτυπητές οί αλληγορίες. Άς προσπαθήσουμε όμως νά σταματήσοπυμε στήν παρακάτω εικόνα , ωραίου καί μεγάλου εκείνου δείπνου.

Καί στό ερώτημα τί ήθελε, νά μάς διδάξει, μέ αυτή τήν παραβολή ο Κύριος;

Φυσικά, όχι, τά πλούσια υλικά αγαθά τού πολυτελούς δείπνου, αλλά τά ανεκτίμητα πνευματικά δώρα, πού μάς προσφέρει η άπειρη αγαθότητα τού ίδιου τού Θεού.

Καί ποιά είναι αυτά θα ρωτήσει κάποιος απο΄εμάς;

Καί ευθύς , αμέσως, θά τά απαριθμήσουμε.

Πρώτον, τό φώς τής διδασκαλίας τού Κυρίου, καί δεύτερον οί αλήθειες τού Ιερού ευαγγελίου, από τίς οποίες πληροφορούμαστε τί είμαστε, από πού προερχόμαστε, πού κατευθυνόμαστε, ποπος είναι ο θεόςκαί Πατέρας μας, πόσο ανεκτίμητη είναι η αξία τής ψυχής μας, τί είναι καλό καί τί είναι κακό, ποία τά αγαθά τής αιώνιας ζωής,, καί ποιές οί οδύνες καί οί ταλαιπωρίες τής αιώνιας καταδίκης.!

Καί δέν μένουμε εκεί υπάρχουν καί άλλα – είναι – η λυτρωτική θυσία τοιύ Κυρίου επάνω στόν Σταυρό, η άφεση τών αμαρτιών μας, η απαλλαγή από τό καταθλιπτικό βάρος τού αισθήματος τής ενοχής, η λύτρωσή μας από τήν τυρρανία τών προσωπικών μας παθών, καί από τό άγχος τής κακότητας. Είναι η δύναμη τού Θεού, πού μας ενισχύει γιά νά βγαίνουμε νικητές στήν αγώνα κατά τού κακού, νά προοδεύουμε συτόν δρόμο τής αρετής, νά στολίζουμε τήν ψυχή μας ,έ τό θησαυρό τών αρετών , καί τέλος νά απολαμβάνουμε τήν ηθική ικανοποίηση τών δικών μας καλών έργων. ¨ομως δέν είναι μόνο αυτά!

Είναι καί θά είναι πάντοτε, η ειρήνη καί η χαρά τής ψυχής , ή χάρη τών θείων καί Ιερών Μυστηρίων, μέ αποκορύφωμα τήν προσφορά τής ίδιας τής Θείας Ευχαριστίας. Είναι η υϊοθεσία παρά τού Θεού Πατέρα μας, η ίδια η δόξα τού ουρανού, η μακαριότητα τού παραδείσου , η θέση καί η ομοίωση μας, πρός τόν ίδιο τόν θεό. Είναι όλα αυτά τά αιώνια καί αναφαίρετα αγαθά, τά οποία <<οφθαλμός ούκ είδε, καί ούς ούκ ήκουσε, καί επί καρδίαν ανθρώπου ούκ ανέβη>>!

Αυτά είναι τά αγαθά τού μεγάλου δείπνου – καί άλλα ανανρίθμητα – είναι τά αγαθά τού Θεού, γιά τά οποία όλοι εμίς, είμαστε προσκεκλημένοι σό μεγάλο αυτό δείπνο. Άς δεχτούμε μέ όλημας τήν καρδιά – λοιπόν – καί άς κρατήσουμε, όλα υτάτά αγαθά μέ όλη μας τήν δύναμη, καί τήν υψίστη αυτή πρόσκλησή μας από τόν ίδιο τόν Θεό , σέ αυτό μεγάλο δείπνο. Αμήν!

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ 10Η ΛΟΥΚΑ 2024 Με αυτή την ευαγγελική περικοπή , ένα είναι σίγουρο ότι θέλει ο Κύριος να μάς πεί , ο Θεός να μάς φυλάει από τούς υποκριτές και την υποκρισία. Ποτέ κανέναν δεν έλεγξε ο Χριστός , τόσο πολύ , όσο τούς ίδιους τούς Γραμματείς και τούς Φαρισαίους και υποκριτές τής εποχής του. Καί αυτή την φορά η ευκαιρία ήρθε με την γυναίκα αυτή , πού είναι σε αυτή την τραγική κατάσταση, αδύνατη να σταθεί όρθια, να προσέρχεται όμως κάθε Σάββατο στην Συναγωγή, για να ακούσει τά αναγνώσματα τής Π Διαθήκης , να συμπροσευχηθεί μαζί με τούς άλλους γεμάτη πίστη στον Θεό, και ο Κύριος βλέποντάς την αποφασιστικότητά της, την θεράπευσε. Και αυτή θα πρέπει να είναι τρανό παράδειγμα για όσους χριστιανούς πού επινοούν τού κόσμου τίς προφάσεις για να μην προσέρχονται στον ιερό ναό για να παρακολουθήσουν την Θεία Λειτουργία, και αυτό γιατί ό Ορθόδοξος Ναός έχει πνευματική ακτινοβολία , εμπνέει ενθουσιάζει, γεμάτος από την θεία χάρη αλλά και την αλήθεια. Οί εικόνες , τά Άγια Σκεύη , ο Τίμιος Σταυρός και όλα τά άλλα σύμβολα, αποτελεί πάντοτε μια εποπτική διδασκαλία , κάθε σύμβολο και εικόνα του είναι και ένα ιερό μάθημα και εμπνέουν ιερά συναισθήματα. Και χωρίς αμφιβολία είναι << ο οίκος τού Θεού>>. Υπάρχει εκεί το Άχραντο Σώμα και το Τίμιο Αίμα του, αυτό πού κατά την Μ Πέμπτη με τον Άρτο στο Αρτοφόριο πού κατοικεί ο Θεάνθρωπος Λυτρωτής μας, και η προσέλευσή μας σ’ αυτόν θα πρέπει να είναι πάντοτε μέσα στην σιωπή και την κατάνυξη. Η ιδιαιτερότητά του είναι – αναμφίβολα – είναι η τέλεση τού Υψίστου Μυστηρίου , τής Θείας Ευχαριστίας, μέσω τού λειτουργού ιερέως , το Άγιο Πνεύμα μεταβάλλει τον Άρτον και τον Οίνο, σέ αυτό το Άχραντο Σώμα και το Τίμιο Αίμα τού ίδιου τού Χριστού. Παρόντες ο Πατήρ πού ευλογεί την θυσία, το Άγιο Πνεύμα το εξαγιάζει , ο δε Ιησούς Χριστός είναι Αυτός πού προσφέρεται. Η παρουσία τής Αγίας Τριάδος ζωντανή, στην Θεία Λειτουργία, και εμείς όπως ο Ιακώβ πρέπει να λέμε <<ώς φοβερός ό τόπος ούκ έστι τούτο, αλλ’ ή οίκος θεού και αύτη η πύλη τού ουρανού>> (Γενν κη ’ 17). Και εδώ είναι το παράδοξο, πολλοί ακόμα και ευσεβείς χριστιανοί, προβάλλουν προφάσεις για την μη τακτική τους προσέλευση στον Ιερό Ναό. Ενώ ο Θεός είναι εκεί και <<παρών>> και τούς καλεί αυτοί απαντούν όπως ο προσκεκλημένος τής παραβολής <<αγρόν ηγόρασα>> (Λουκ ιδ’ 18) Άλλοι πάλι προφασίζονται αδιαθεσία , αλλά λησμονούν ότι και αυτή η αδιαθεσία – πραγματική ή φανταστική – διαλύεται με την χάρη τού Θεού μέσα στην εκκλησία. Άλλοι ίσως δεν θα υπολόγιζαν καθόλου τον κόπο από μία εργασία και θα ήταν έτοιμοι να υποβληθούν σέ νέους πιο μεγαλύτερους , και έπειτα ποιος τούς εμποδίζει να αναπαυθούν μετά την Θεία Λειτουργία: Άλλοι πάλι , δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν ότι οποιαδήποτε εργασία την ημέρα τής Κυριακής δεν ευλογείται από τον Θεό. Άλλοι πάλι προφασίζονται την διάρκεια τής Θείας Λειτουργίας , αυτοί άς προσέλθουν έστω και αργότερα, πάντοτε όμως να είναι παρόντες στην Θεία Λειτουργία και στον Ι Ναό. Η αλήθεια όμως είναι αλλού, λείπει σέ όλους αυτούς ο ζήλος τής κατανόησης τής αξίας & τής ιερότητας τής Θ Λειτουργίας και είχαμε μέρος από τον ζήλο τού ψαλμωδού τής Π Διαθήκης, με ενθουσιασμό θα επαναλαμβάναμε και εμείς <<ηφράνθην επί τοίς ειρηκόσι μοι είς οίκου Κυρίου πορευσόμεθα>> (Ψαλμ ρκα’ 1) Μεταξύ των υποκριτών , σίγουρα ο πιο αποκρουστικός είναι αυτοί πού φέρουν το ένδυμα τής ευσεβείας, προσπαθούν με ψεύτικο ενδιαφέρον για το θείο θέλημα, να προβάλλουν συνέχεια τον εαυτό τους Αυτοί δε είναι πού μισούν και φθονούν τούς αληθινά ευσεβείς προσπαθώντας να τούς διαβάλλουν και να τούς υπονομεύουν , όπως ο σημερινός αρχισυνάγωγος πού παρουσιάζει τον εαυτό του ανώτερο και αγριότερο από τον Χριστό τον οποίον και κατηγόρησε ότι δεν τηρεί το Σάββατο!! Την εποχή τού Κυρίου οι Αρχιερείς και Φαρισαίοι ήταν χωρίς σεβασμό προς το θείο θέλημα, επινοούν τύπους , είναι καταλύτες τής ουσίας οί οποίοι <<με φορτία βαρέα και δυσβάστακτα>> έκαναν έργα δήθεν αγαθά για το <<θεαθήναι τοίς ανθρώποις>> προσπαθώντας να επιβάλλουν την δική τους ‘’ενάρετη ζωή’’ και πού στο πέρασμά τους έπρεπε οί πάντες να παραμερίζουν , μη και κάποια επαφή με τούς απλούς ανθρώπους μη και τυχόν μολύνουν την αγιότητά τους . Ήταν αυτοί πού έλαβαν εχθρική στάση απέναντι στον Κύριο στην αρχή και αργότερα κατά των Αποστόλων , γιατί ενοχλούνταν από την αρετή τού Χριστού, την απόλυτη αναμαρτησία του , την αγιότητά του, και τά αναρίθμητα έργα αγάπης πού έκανε και στην ερώτηση του προς αυτούς <<τίς εξ’ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;>>(Ιωάν η’ 10) , έσκυψαν το κεφάλι γιατί δεν τού έβρισκαν τίποτα, μέχρι τότε, βρήκαν την ευκαιρία , κάνει πλήθος εργασιών την ημέρα τού Σαββάτου, λέγοντάς του ότι ώς αρχηγός των δαιμόνων εκβάλλει τά δαιμόνια, - αυτός πού ήρθε και κατέλυσε την εξουσία και τά έργα τού διαβόλου, ότι συναναστρεφόμενος με αμαρτωλούς είναι ο ίδιος αμαρτωλός – όταν ήταν και είναι αυτός πού ήρθε <<ζητήσαι καί σώσαι το απολλωλός>> Όμως η αγιότητα τού Κυρίου έμεινε απρόσβλητη, αυτοί δε συντεινόμενοι έμειναν διά μέσου των αιώνων ώς το πλέον αποκρουστικό παράδειγμα υποκριτών , εχθρών τού θεού. Οί εχθροί όμως τού Θεού δεν έλειψαν από τίς χριστιανικές κοινωνίες, ακόμα και από αυτούς πού έταξαν τον εαυτό τους στην διακονία τού Θείου Λόγου, μεταξύ των ιερέων, αρχιερέων οι ταγμένοι στην ιερή διακονία από όσους υπάρχουν πάνω στην γή. Είτε γιατί ανάξιοι κατέλαβαν το αξίωμα , είτε γιατί μετά την χειροτονία τους , δελεάστηκαν από τον πειρασμό , την αμαρτία, εξέπεσαν ηθικά, και μεταπήδησαν στην παράταξη των εχθρών τού Χριστού. Επειδή , δε , και οί ίδιοι δεν θέλουν ούτε να μετανοήσουν , υποχρεούμται να υποκρίνονται με περισσότερη θέρμη την εχθρότητα κατά τού Θεού, και των ευσεβών χριστιανών πού η ύπαρξή τους και μόνο είναι δρυμύς έλεγχος και πυρακτωμένο σίδερο στην καρδιά τους. Επειδή δεν θέλουν να μιμηθούν το καλό παράδειγμα των ευσεβών ανθρώπων , θέτουν σέ ενέργεια τά μεγάλα μέσα , συκοφαντούν, κρύβοντας επιμελώς το μίσος τους, υποκρίνονται τον φίλο για να τούς πλήξουν, βαθύτερα και ασφαλέστερα. <<Ο υποκριτής μάς λέει ο Μέγας Βασίλειος έχουν και φέρουν πάντοτε είς τά βάθη τής καρδίας του το μίσος , προσποιείται μερικές φορές την αγάπην , την οποίαν με επιτηδειότητα δεικνύει διά τής εξωτερικής συμπεριφοράς του και ομοιάζει προς την απατηλήν επικύνδινον επιφένειαν τής θαλάσσης , η οποία κρύπτει υφάλους και παρσύρει είς καταστροφήν τούς απροσέκτους>> Αλλά και εάν ακόμα όλοι αυτοί οί μοχθηροί υποκριτές, κατορθώνουν να εξαπατούν τούς αφελείς και να δημιουργούν ζητήματα, στους ευσεβείς, όμως δεν διαφεύγουν το βλέμμα καί την δικαιοσύνη τού Θεού. <<Οι εχθροί τού Θεού απολούνται>> διαλαλεί ο ιερός ψαλμωδός και απευθυνόμενος προς τον Θεό λέι <<εμίσησαν πάντας τούς εργαζομένους την ανομίαν απολείς πάντας τούς λαλούντας το ψεύδος>>(Ψαλμ ε’ 6,7) Και αυτή την μεγάλη αλήθεια την επιβεβαιώνει η ιστορία , αλλά και προσωπική πείρα κάθε γενιάς. Αμήν !

Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2024

ΕΟΡΤΗ & ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΜΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΑΥΡΙΟ - +ΑΓΙΟΥ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ


ΕΟΡΤΗ ΚΑΙ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΜΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 

ΕΟΡΤΑΖΕΙ Ο ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ & ΣΕΙΕΡΑΡΧΗΣ ΟΛΩΝ ΜΑΣ πρ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ & ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ κκ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΜΑΣ
ΤΙΜΗ & ΔΟΞΑ 
ΕΙΣ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ 
ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΝ ΜΑΣ  

ΑΓΙΟΣ_ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ_ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ_ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ

Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἀμβροσίου Ἐπισκόπου Μεδιολάνων


Συναξάριον.

Τῇ Ζ´ τοῦ αὐτοῦ μηνὸς (Δεκεμβρίου) μνήμη τοῦ ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἀμβροσίου, Ἐπισκόπου Μεδιολάνων.

Στίχοι.

Τὸ φθαρτὸν Ἀμβρόσιος ἐκδὺς σαρκίον,
Θείας μετέσχεν ἀμβροσίας ἀξίως.
Ἑβδόμῃ Ἀμβρόσιος ποτὶ ἄμβροτον ἤλυθεν οὖδας.
Οὗτος γέγονεν ἐκ τῆς μεγαλοδόξου πόλεως Ῥώμης, εἷς ὢν τῆς Συγκλήτου, καὶ ἀεὶ τὴν ἀλήθειαν τηρῶν ἔν τε λόγοις καὶ ἔργοις· προσφυῶς γὰρ ζυγός τις ὤν, καὶ στάθμη περὶ τὸ δίκαιον, οὐχ ἑτεροκλινῆ ἐν τοῖς προσπίπτουσι ποιούμενος τὴν ἀπόφασιν, ἀλλ᾿ ἀπαρέγκλιτον καὶ ὀρθήν· διά τοι τοῦτο καὶ τὴν ἡγεμονίαν ἐπιστεύθη ἁπάσης τῆς Ἰταλίας παρὰ τῶν εὐσεβῶν βασιλέων, Κωνσταντίνου καὶ Κώνσταντος, τῶν υἱῶν τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Οὔπω δὲ καταρτισθεὶς τῷ θείῳ Βαπτίσματι, ἀλλ᾿ ἔτι ὢν ἐν τοῖς Κατηχουμένοις, οὐδέν τι μεῖον εἰς ἀρετὴν καὶ βίου καθαρότητα τῶν μετειληφότων τῶν Μυστηρίων καθίστατο. Ὅθεν καὶ κρίσει τοῦ βασιλέως Οὐαλεντινιανοῦ, Ἀρχιερεὺς τῆς ἐν Μεδιολάνοις Ἐκκλησίας, κατ᾿ ἐκεῖνο καιροῦ τοῦ Προέδρου τὸν βίον ἀπολιπόντος, ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος προχειρίζεται, ὁμοῦ τε τῷ Βαπτίσματι τελεσθεὶς καὶ κατὰ τὴν τάξιν τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς βαθμοὺς διελθὼν καὶ ἐπὶ τὸν ἔσχατον προελθών. Καλῶς δὲ τὴν εὐσέβειαν καὶ ὀρθῶς διδάσκων καὶ τὴν Ἐκκλησίαν πάσης αἱρέσεως ἀμέθεκτον διατηρήσας καὶ συνήγορος γεγονὼς τοῖς κατὰ Ἀρείου καὶ Σαβελλίου καὶ Εὐνομίου αἱρέσεων ἀγωνιζομένοις καὶ ὑπὲρ τῆς εὐσεβοῦς Πίστεως διάφορα βιβλία συντάξας καὶ τὸν βασιλέα Θεοδόσιον, ἀπὸ τῆς ἐν Θεσσαλονίκῃ μιαιφονίας καταλαβόντα τὴν Μεδιόλανον πόλιν, τῶν θείων εἰσόδων τῆς Ἐκκλησίας κωλύσας καὶ εἰς ὑπόμνησιν ἀγαγών, ὧν τετόλμηκε καὶ ὁπόση τις διαφορὰ καθέστηκεν, ἀναμεταξὺ ἱερωμένου τε καὶ λαϊκοῦ καὶ βασιλέως, αὐτὸν διδάξας καὶ παραινέσας μὴ προπετῶς οὕτω καὶ ἀναιδῶς τῶν θείων κατατολμᾶν, ἐν γήρᾳ καλῷ καταλύει τὸν βίον.

ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ

Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος ἐγεννήθη περὶ τὸ 340 μ.Χ. εἰς τὴν πόλιν Τρέβηρα τῆς Πρωσσίας. Ὁ πατήρ του ὠνομάζετο ἐπίσης Ἀμβρόσιος καὶ ἦτο χριστιανός. Ἀνῆκε δὲ εἰς εὐγενῆ οἰκογένειαν, πολλὰ μέλη τῆς ὁποίας κατέλαβον ὑψηλὰ ἐν τῇ πολιτείᾳ ἀξιώματα· ὁ ἴδιος δὲ ὑπῆρξε διοικητὴς τῆς Γαλλίας. Ἀποθανόντος τοῦ πατρὸς τοῦ ἁγίου, ὅτε ἀκόμη ἦτο οὗτος μικρὸν παιδίον, ἡ μήτηρ του ἐγκατεστάθη εἰς Ῥώμην, ἵνα ἐπιμεληθῇ τῆς μορφώσεώς του. Ὁ Ἀμβρόσιος ἀπὸ τῆς μικρᾶς του ἡλικίας ἀπέδειξεν διὰ τῶν πνευματικῶν του χαρισμάτων καὶ τῆς διαγωγῆς του, ὁποίαν ἐν τῇ κοινωνίᾳ ἔμελλε νὰ καταλάβῃ θέσιν. Διεκρίνετο μεταξὺ τῶν συμμαθητῶν τοῦ ὄχι μόνον διὰ τὴν μεγάλην του ἐπιμέλειαν καὶ ἐπίδοσιν εἰς τὴν ἐκμάθησιν τῆς ἑλληνικῆς καὶ λατινικῆς φιλολογίας, τῆς φιλοσοφίας, τῶν νομικῶν καὶ τῶν ἄλλων ἐγκυκλίων μαθημάτων, ἀλλὰ καὶ διὰ τὸ σεμνὸν καὶ σοβαρόν του ἦθος.
Μετὰ λαμπρὰς ἐν Ρώμῃ σπουδὰς μετέβη εἰς Μεδιόλανα, τὸ σημερινὸν Μιλάνον καὶ ἤσκησεν ἐκεῖ κατ᾿ ἀρχὰς τὸ ἐπάγγελμα τοῦ συνηγόρου, ἀγαπώμενος καὶ ἐκτιμώμενος ὑπὸ πάντων. Τοιαύτη δὲ ὑπῆρξεν ἡ εὐδοκίμησίς του ἐν τῇ κοινωνίᾳ, ὥστε ὁ αὐτοκράτωρ τῆς Δύσεως Οὐαλεντιανὸς διώρισεν αὐτὸν τῷ 373 διοικητὴν τῶν ἐπαρχιῶν Λιγυρίας καὶ Αἰμιλίας μὲ ἕδραν τὰ Μεδιόλανα. Ὁ Ἀμβρόσιος δὲν διέψευσε τὰς προσδοκίας τοῦ αὐτοκράτορος καὶ τοῦ λαοῦ, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε πραγματικὸς πατὴρ φιλόστοργος. Ἦτο τὸ ἀντικείμενον τῆς κοινῆς ἀγάπης καὶ ἐμπιστοσύνης, ὡς ἀπεδείχθη ἐφεξῆς.
Ἀποθανόντος δηλ. τοῦ ἐπισκόπου Μεδιολάνων ἤριζον οἱ χριστιανοί, ὄντες διηρημένοι εἰς ὀρθοδόξους καὶ ἀρειανούς, διότι ἑκατέρα τῶν δύο μερίδων ἤθελεν ὁ μέλλων ἐπίσκοπος νὰ ἐκλεγῇ ἐκ τῆς τάξεώς της. Οἱ διὰ τὴν ἐκλογὴν συνελθόντες ἐπίσκοποι εὑρίσκοντο εἰς ἀμηχανίαν, ἠπειλοῦντο δὲ ταραχαὶ καὶ συγκρούσεις, πρὸς πρόληψιν τῶν ὁποίων ὁ Ἀμβρόσιος ὡς διοικητὴς ἦλθεν εἰς τὴν ἀγοράν. Εἰς τὴν δύσκολον αὐτὴν στιγμὴν ἓν παιδίον κατ᾿ ἔμπνευσιν θείαν ἐφώναξεν «ὁ Ἀμβρόσιος γενέσθω ἐπίσκοπος». Ἤρκεσαν αἱ λέξεις αὔται, ἵνα ἠλεκτρισθῇ ὁλόκληρον τὸ πλῆθος ὀρθοδόξων ἅμα καὶ ἀρειανῶν καὶ ἵνα τὰς ἐπαναλαμβάνῃ ὡς ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀμβρόσιος εὑρέθη εἰς στενόχωρον θέσιν· μετέβη εἰς τὴν ἀγορὰν νὰ τηρήσῃ τὴν τάξιν καὶ ἐξελέγετο ἐπίσκοπος τοσούτῳ μᾶλλον, ὅσω οὔτε κἂν εἶχεν εἰσέτι βαπτισθῆ ἀνήκων εἰς τὰς τάξεις τῶν κατηχουμένων Ἀλλὰ «φωνὴ λαοῦ, φωνὴ Θεοῦ». Καὶ πρὸ τῆς προδήλου ταύτης φωνῆς τοῦ Θεοῦ, ἐκλεγόμενος διὰ τῆς κοινῆς βοῆς λαοῦ καὶ κλήρου, ἠναγκάσθη νὰ ὑποχωρήσῃ καὶ δεχθῇ τὸ προσφερόμενον εἰς αὐτὸν ὑψηλὸν ἀξίωμα τῆς ἀρχιερωσύνης. Ἐβαπτίσθη συντόμως καὶ ἐχειροτονήθη ἐντὸς ὀκτὼ ἡμερῶν εἰς διάκονον καὶ πρεσβύτερον καὶ τῇ 7ῃ Δεκεμβρίου 364 εἰς ἐπίσκοπον.
Ὁ Ἀμβρόσιος ἐπίσκοπος γενόμενος διένειμε τὴν μεγάλην του περιουσίαν εἰς τοὺς πτωχούς, κρατήσας μόνον τὰ ἀπαραιτήτως ἀναγκαῖα δι᾿ ἑαυτὸν καὶ τὰ βιβλία του. Ὡς ἐπίσκοπος διεκρίθη μεταξὺ ἄλλων ἰδιαίτατα διὰ τὴν πρὸς τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς πάσχοντας ἀγάπην του. Πολλάκις ἐπώλει τὸν πολύτιμον διάκοσμον τῶν ναῶν, ἵνα ἐξαγοράζῃ χριστιανοὺς αἰχμαλώτους τῶν εἰδωλολατρῶν. Οἱ ἐχθροί του ἀρειανοὶ κατηγόρησάν ποτε αὐτὸν διὰ τοῦτο· ἀλλ᾿ ὁ ἐπίγνωσιν βαθεῖαν τῶν ὑποχρεώσεών του ἔχων Ἀμβρόσιος ἀπήντησεν, τί τὴν ψυχὴν τῶν χριστιανῶν αἰχμαλώτων, οἱ ὁποῖοι διέτρεχον τὸν κίνδυνον νὰ ἐκβιασθοῦν νὰ ἀρνηθοῦν τὸν χριστιανισμόν, ἐθεώρει πολυτιμοτέραν τοῦ χρυσοῦ καὶ ἀργυροῦ διακόσμου τῶν ναῶν.
Ὁ Ἀμβρόσιος τὸ ἀξίωμα τὸ ἐπισκοπικὸν δὲν ἐξέλαβεν ὡς εὐκαιρίαν ἀναπαύσεως, ἀλλ᾿ ὡς «ἔργον», κατὰ τὸν Ἀπ. Παῦλον. Ἐργαζόμενος νυχθημερόν, ἵνα ἐπαρκέσῃ εἰς τὰ ποιμαντορικά του καθήκοντα, ἐπεδόθη ἀμέσως ἀπὸ τῆς χειροτονίας του εἰς τὴν βαθεῖαν μελέτην τῆς Ἁγίας Γραφῆς πρὸς τέλειον καταρτισμόν του εἰς τὸ θεῖον κήρυγμα, τὸ ὁποῖον ἐθεράπευσε μετ᾿ ἰδιαιτέρας ἐπιμελείας μέχρι θανάτου, κηρύττων ἀνελλιπῶς καθ᾿ ἑκάστην Κυριακὴν καὶ πολλάκις τῆς ἑβδομάδος, ἐνίοτε δὲ καὶ δὶς τῆς ἡμέρας. Γνωρίζων δὲ καλῶς, τί τὸ κήρυγμα τῶν θείων ἀληθειῶν ἄνευ τῆς ὑπὸ τοῦ κηρύττοντος ἐφαρμογῆς αὐτῶν ἐν τῇ ἰδίᾳ ζωῇ οὐδὲν ἢ σχεδὸν οὐδὲν ὠφελεῖ, ἐὰν καὶ δὲν βλάπτῃ ἐνίοτε, ὁ Ἀμβρόσιος ὑπῆρξεν ἡ ζῶσα εἰκὼν τῶν ὑπ᾿ αὐτοῦ κηρυττομένων ἀληθειῶν. Καὶ τὰς ἀληθείας ταύτας ἐφήρμοζε πάντοτε οὐδέποτε ἀποβλέπων εἰς πρόσωπα, ὅσον δήποτε ὑψηλὰ καὶ ἂν εὑρίσκοντο. Οὐδεμίαν ἐδέχετο ὑποχώρησιν εἰς τὰς ἠθικάς του ἀρχάς, ἀπαράμιλλον δὲ ὑπῆρξε τὸ ἠθικόν του σθένος.
Οὕτως ὅτε ἡ χήρα αὐτοκράτειρα Ἰουλίνη, ἡ προσκείμενη εἰς τὸν ἀρειανισμόν, τὸν ὁποῖον μετὰ πολλῆς ἐπιτυχίας ἐπολέμησε καὶ περιώρισεν ἐν Μεδιολάνοις ὁ Ἀμβρόσιος, ἐζήτησε διὰ τοῦ υἱοῦ της, αὐτοκράτορος Οὐαλεντιανοῦ τοῦ Β´, νὰ παραχωρήσῃ εἰς τοὺς ἀρειανοὺς ναὸν ἔξω της πόλεως εὑρισκόμενον, ὁ ἐπίσκοπος θεωρῶν τὴν τοιαύτην παραχώρησιν καταπρόδοσιν τῶν καθηκόντων του καὶ τῆς ὀρθοδοξίας, ἠρνήθη διαῤῥήδην εἰπῶν «τὰ τοῦ καίσαρος τῷ καίσαρι καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ - Εἰς τὸν καίσαρα ἀνήκουν τὰ ἀνάκτορα καὶ εἰς τὸν Ἱερέα ὁ ναός». Ὁ αὐτοκράτωρ ἔστειλε στρατιώτας, ἵνα συλλάβουν τὸν ἀπειθῆ καὶ ἀτίθασον ἐπίσκοπον καὶ ἵνα καταλάβουν διὰ τῆς βίας τὸν ναόν. Ὁ Ἀμβρόσιος ἔμεινεν ἀπτόητος· καθ᾿ ὃν χρόνον οἱ στρατιώται περιεκύκλουν τὸν ναόν, αὐτὸς γαληνιαῖος ἐξηκολούθει τὸ κήρυγμά του, συστήσας εἰς τὸ ἐκκλησίασμα, τὸ ἕτοιμον νὰ προστατεύσῃ τὸν ἐπίσκοπόν του, νὰ μὴ προβάλῃ ἀντίστασιν πρὸς ἀποφυγὴν αἱματοχυσίας. Τοιαύτη ὅμως ἦτο ἡ γοητεία, τοιοῦτον τὸ ἠθικόν του κῦρος καὶ ἡ ἐπιβολή, ὥστε μέρος μὲν τῶν στρατιωτῶν, ὅτε ἀντίκρυσε τὸν ἐπίσκοπον, ἠρνήθη ἵνα συμμορφωθῇ πρὸς τὰς διαταγὰς τοῦ αὐτοκράτορος, οὗτος δὲ ὠριμώτερον καὶ ψυχραιμότερον σκεφθείς, προλαμβάνων δὲ καὶ τὴν ἀπειλουμένην στάσιν, ἀνεκάλεσε τὴν διαταγήν του, καὶ ὁ ἐπίσκοπος ἐξῆλθε νικητὴς μὲ τὴν ἐνισχύουσαν χάριν τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλ᾿ ἡ βασιλομήτωρ δὲν ἡσύχασε· μετὰ ἓν ἔτος, τῷ 386, ἐξώθησε τὸν αὐτοκράτορα υἱόν της νὰ ἐπαναλάβῃ ἐντονώτερον τὴν ἀπαίτησίν του περὶ παραδόσεως τοῦ ναοῦ εἰς τοὺς ἀρειανούς. Ἀλλ᾿ ὁ Ἀμβρόσιος ἔμεινε καὶ πάλιν ἀπτόητος καὶ ἀκλόνητος· «ὅταν ὁ ἀσεβὴς βασιλεὺς Ἀχαάβ, ἀπήντησεν, ἐζήτησεν ἀπὸ τὸν Ναβουθὰν νὰ παραδώση εἰς αὐτὸν τὸν ἐκ πατρικῆς κληρονομιᾶς ἀμπελῶνα, ὁ Ναβουθὰν ἠρνήθη - ἀρνοῦμαι, προσέθηκε, νὰ παραδώσω καὶ ἐγὼ τὴν κληρονομίαν τοῦ Χριστοῦ, τὴν κληρονομίαν τῶν πατέρων μου». Ὁ αὐτοκράτωρ ὀργισθεὶς διέταξε τὴν σύλληψιν καὶ ἐξορίαν τοῦ Ἀμβροσίου· ἀλλ᾿ οὗτος φρουρούμενος ὑπὸ τῶν ἀφοσιωμένων εἰς αὐτὸν χριστιανῶν του ἔμεινε ἐπὶ ἡμέρας ἐντὸς τοῦ ναοῦ, μέχρις οὗ ὁ αὐτοκράτωρ κατιδὼν τοὺς κινδύνους, οὓς ἠπείλει ἡ ἐπιμονή του εἰς τὴν παράνομον ἀξίωσίν του, ἀνεκάλεσε ὁριστικῶς τὴν προηγουμένην διαταγήν του.
Ὅλως ὅμως ἰδιαιτέρως ἀνεδείχθη καὶ ἔλαμψε τὸ θάρρος καὶ τὸ ἠθικὸν κῦρος τοῦ Ἀμβροσίου εἰς τὰς σχέσεις του πρὸς τὸν αὐτοκράτορα τῆς Ἀνατολῆς Θεοδόσιον τὸν Μέγαν, τὸν ὁποῖον γεγονότα πολεμικὰ ἔφεραν εἰς Μεδιόλανα. Ὅτε δηλ. ἐπληροφορήθη ἐν Μεδιολάνοις ὁ Θεοδόσιος τῷ 388, τί οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ τῆς ἐν Μεσοποταμίᾳ πόλεως Καλλίνικον, παρενοχλούμενοι συνεχῶς ὑπὸ τῶν ἀρειανῶν καὶ τῶν ἰουδαίων, ἀπολέσαντες τὴν ὑπομονήν των καὶ ἐν στιγμαῖς παραφορᾶς ἐξ ἀγανακτήσεως ἔκαυσαν τὸν ναὸν τῶν ἀρειανῶν καὶ τὴν συνανωγὴν τῶν Ἰουδαίων, θέλων νὰ τιμωρήσῃ μὲν τὴν αὐτοδικίαν, νὰ ἀποδείξη δέ, τί οἱ ὑπήκοοί του ἀσχέτως θρησκευτικῶν πεποιθήσεων ἦσαν ἴσοι πρὸ αὐτοῦ, δικαιούμενοι τῆς αὐτοκρατορικῆς προστασίας, διέταξεν, ἵνα ὁ ἐπίσκοπος τῆς πόλεως ἀνεγείρῃ ἐξ ἰδίων τὰς πυρποληθείσας οἰκοδομάς. Καὶ ἡ μὲν ἀπόφασις τοῦ αὐτοκράτορος ἦτο δικαία, ἀλλ᾿ ὑπῆρχε κίνδυνος νὰ ἀποθρασυνθοῦν οἱ αἱρετικοὶ καὶ οἱ Ἰουδαῖοι καὶ νὰ ἐπαναλάβουν ζωηρότερον τὰς ὀχλήσεις των, νὰ ταπεινωθῇ δὲ καὶ ἡ Ἐκκλησία Καλλινίκου ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ ἐπισκόπου της. Ὁ Ἀμβρόσιος ἐξέθηκε τὰ ἀνωτέρω εἰς τὸν ὠργισμένον αὐτοκράτορα καὶ ἔπεισεν αὐτὸν νὰ ἀνακαλέσῃ τὴν ταπεινωτικὴν διὰ τὴν Ἐκκλησίαν διαταγήν του.
Ἀλλ᾿ ἐπέπρωτο νὰ ἔλθῃ εἰς σύγκρουσιν σφοδρὰν μετ᾿ αὐτοῦ ἐκ τῆς ἑξῆς αἰτίας, σύγκρουσιν, ἡ ὁποία ἔγινεν ἀφορμὴ νὰ ἀναδειχθῇ τὸ ἠθικὸν μεγαλεῖον τοῦ τε ἐπισκόπου καὶ τοῦ αὐτοκράτορος. Ἐν στάσει τινι δηλ. ἐν Θεσσαλονίκῃ τῷ 390 ὁ ὄχλος ἐφόνευσε τὸν στρατηγὸν καὶ ἀνωτέρους ἀξιωματικούς. Ὁ Θεοδόσιος πληροφορηθεὶς τὰ γενόμενα ἐξεμάνη καὶ διέταξε τὴν σκληρὰν τιμωρίαν τῆς πόλεως. Οὔτω παρασυρθεὶς ὁ λαὸς εἰς τὸ Ἱπποδρόμων κατεσφάγη, 7.000 δὲ πολιτῶν ἐπλήρωσαν μὲ τὸ αἷμα των τὸν φόνον τοῦ στρατηγοῦ καὶ τῶν ἀξιωματικῶν Ὅταν ὁ Ἀμβρόσιος ἐπληροφορήθη τὰ τῆς ἀγρίας σφαγῆς τόσων πολιτῶν, ὧν τὸ πλεῖστον ἦσαν ἀθῷοι, κατεταράχθη, ἀποστέργων δὲ νὰ συναντήσῃ τὸν αὐτοκράτορα, τοῦ ὁποίου αἱ χεῖρες ἀπέσταζον ἀπὸ τὸ αἷμα, ἀπεμακρύνθη τῶν Μεδιολάνων καταφυγὼν εἰς ἐξοχὴν καὶ ἐκεῖθεν δι᾿ ἐπιστολῆς του ἤλεγξε τὸν αὐτοκράτορα. «Τὸ ἁμάρτημά σου δὲν ἐξαλείφεται παρὰ μὲ δάκρυα καὶ εἰλικρινῆ μετάνοιαν, ἔγραφεν οὔτε αὖτοι οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἀρχάγγελοι δύνανται νὰ τὸ συγχωρήσουν μὲ ἄλλον τρόπον. Αὐτὸς ὁ Κύριος δὲν συγχωρεῖ παρὰ μόνον τοὺς μετανοοῦντας. Σὲ συμβουλεύω, σὲ προτρέπω, σὲ παραινῶ- δὲν τολμῶ νὰ τελέσω τὸ Μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἐὰν θελήσῃς νὰ παραστῇς κατ᾿ αὐτό». Ὁ Θεοδόσιος εὑρέθη εἰς δυσχερῆ θέσιν· ἡ γλῶσσα του ἐπισκόπου ἦτο πολὺ αὐστηρά· τῷ ἀπηγορεύετο ὁ ἐκκλησιασμός. Καὶ τὴν στέρησιν ταύτην ἠσθάνετο βαθέως, χωρὶς νὰ λάβωμεν ὑπ᾿ ὄψιν, τί ἐθίγετο καὶ τὸ αὐτοκρατορικόν του ἀξίωμα. Ἐθεώρει ἑαυτὸν καὶ ἀδικούμενον ὑπὸ τοῦ ἐπισκόπου καὶ ἄγαν αὐστηρῶς κρινόμενον, ἀφ᾿ οὗ ἐνεργήσας ὡς ἐνήργησεν ἐν Θεσσαλονίκῃ εἶχεν ὑπ᾿ ὄψει τὸ συμφέρον τοῦ Κράτους καὶ τὴν ἐμπέδωσιν τῆς τάξεως. Καὶ μὲ τὰς σκέψεις αὐτάς, ἀπεφάσισε νὰ μὴ λάβῃ ὑπ᾿ ὄψιν τὰς συστάσεις τοῦ ἐπισκόπου καὶ νὰ μεταβῇ εἰς τὸν ναόν. Ἀλλ᾿ ὁ Ἀμβρόσιος, πλήρης ζήλου ἱεροῦ καὶ ἄτεγκτος εἰς τὰς ἀποφάσεις του ἐξῆλθεν εἰς τὴν θύραν τοῦ ναοῦ καὶ ἀπηγόρευσε τὴν εἴσοδον εἰς τὸν αὐτοκράτορα· «δὲν ἐννοεῖς φαίνεται, ὦ βασιλεῦ, τῷ εἶπε, τὸ μέγεθος τῆς μιαιφονίας, τὴν ὁποίαν διέπραξας, οὔτε δὲ καὶ μετὰ τὴν πάροδον τοῦ θυμοῦ σου ἀνελογίσθης τὸ τολμηθέν, διότι ἴσως τὸ βασιλικόν σου ἀξίωμα σὲ ἐμποδίζει νὰ ἐννοήσῃς τὴν ἁμαρτίαν. Ἀνάγκη ὅμως νὰ λάβῃς ἐπίγνωσιν τῆς ἀνθρωπινῆς φύσεως, ἡ ὁποία εἶνε θνητὴ καὶ νὰ κατανόησες, τί ἀπὸ χῶμα προερχόμεθα καὶ εἰς χῶμα θὰ ἐπιστρέψωμεν καὶ νὰ μὴ ἀγνοῇς ἐξαπατώμενος ἀπὸ τὴν ἁλουργίδα τὴν βασιλικὴν τὴν ἀσθένειαν τοῦ ὑπ᾿ αὐτῆς καλυπτομένου σώματος. Ἄρχεις, ὦ βασιλεῦ, ἀνθρώπων τὴν αὐτὴν μὲ σὲ ἐχόντων φύσιν· ἄρχεις ὁμοδούλων διότι ἕνας εἶνε ὁ δεσπότης καὶ βασιλεὺς ἁπάντων, ὁ τῶν ἁπάντων δημιουργός. Μὲ ποίους λοιπὸν ὀφθαλμοὺς θὰ ἴδῃς τὸν ναὸν τοῦ κοινοῦ δεσπότου; Μὲ ποίους δὲ πόδας θὰ πάτησες τὸ ἅγιόν του δάπεδον; Πῶς δὲ θὰ ἐκτείνεις τὰς χεῖρας, ἀποσταζούσας ἀπὸ τὸ ἀδίκως χυθὲν αἷμα; Καὶ πῶς θὰ δεχθῇς ἐντὸς τοιούτων χειρῶν τὸ πανάγιον Σῶμα τοῦ Δεσπότου; Ἢ πῶς θὰ δεχθῇς τὸ τίμιον Αἷμα τοῦ Δεσπότου εἰς στόμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐξῆλθεν ἡ παράνομος διαταγὴ νὰ χυθῇ τόσον αἷμα; Φύγε λοιπὸν καὶ μὴ ἐπιχειρῇς δευτέραν παρανομίαν νὰ προσθέσῃς εἰς τὴν πρώτην καὶ δέξου τὸ ἐπιτίμιον, τὸ ὁποῖον μετ᾿ ἐμοῦ σοὶ ἐπιβάλλει ἄνωθεν ὁ Θεός, ὁ τῶν λῶν δεσπότης τὸ ἐπιτίμιον τοῦτο θὰ σὲ θεραπεύσῃ καὶ θὰ σοὶ ἀποδώσῃ τὴν ὑγείαν της ψυχῆς».
Ὑπῆρξε δραματικὴ ἡ σκηνή· αὐτοκράτωρ πανίσχυρος ἠλέγχετο δημοσία παρὰ τοῦ ἐπισκόπου ἐπὶ μιαιφονίᾳ, τῷ ἀπεκλείετο ἡ εἰς τὸν ναὸν εἴσοδος καὶ τῷ ἐπεβάλλετο νὰ συγκαταριθμηθῇ εἰς τὴν τάξιν τῶν μετανοούντων, ἵνα τύχη συγγνώμης. Θεοδόσιος ὁ Μέγας ἐδείχθη τῷ ὄντι μέγας κατὰ τὴν στιγμὴν ταύτην δὲν ὠργίσθη κατὰ τοῦ τολμηροῦ ἐπισκόπου· ἐν συντριβῇ καρδίας ὑπέμνησεν ἁπλῶς, τι καὶ ὁ Δαυῒδ ἥμαρτε ποτὲ διπλοῦν ἁμάρτημα. Ὁ Ἀμβρόσιος ἐπωφελήθη ἀπὸ τοὺς λόγους τούτους καὶ τῷ εἶπε· «Καθὼς λοιπὸν ἐμιμήθης τὸν Δαυῒδ εἰς τὴν ἁμαρτίαν, οὕτω πρέπει νὰ τὸν μιμηθῇς καὶ εἰς τὴν μετάνοιαν». Καὶ ὁ αὐτοκράτωρ τὸν ἐμιμήθη· ὑπετάγη εἰς τὸ παράγγελμα τοῦ ἐπισκόπου· ἀνεχώρησε· καὶ μετὰ ὀκτὼ μῆνας μετανοίας καὶ δακρύων ἐγένετο δεκτὸς εἰς τὴν θείαν κοινωνίαν κατὰ τὴν ἑορτὴν τῶν Χριστουγέννων, ἀφ᾿ οὗ ἐξωμολογήθη δημοσίᾳ ἐν τῷ ναῷ τὸ ἁμάρτημά του καὶ ἐζήτησε πρηνὴς συγγνώμην παρὰ τοῦ ἐπισκόπου.
Ὁ ζηλωτὴς ἐπίσκοπος ἀπηγόρευσεν ἐπίσης εἰς τοὺς βασιλεῖς νὰ μένωσιν ἐντὸς τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, ὡς συνήθιζον ἄχρι τότε, διότι «ἡ βασιλικὴ ἁλουργὶς κάμνει βασιλεῖς καὶ ὄχι ἱερεῖς» καὶ ὤρισε τόπον παραμονῆς των τὸν χῶρον ἔξω ἀμέσως πρὸ τοῦ Ἱεροῦ Βήματος.
Ἔχων ὑπ᾿ ὄψιν ὁ Ἀμβρόσιος τί πολλαὶ πλάναι συμβαίνουσι κατὰ τὰς δίκας καὶ τί πολλοὶ ἀδίκως καταδικάζονται καὶ δὴ καὶ εἰς θάνατον, ἔπεισε τὸν αὐτοκράτορα Γρατιανὸν νὰ ἐκδώση διάταγμα νὰ μὴ ἐκτελῶνται αἱ θανατικαὶ ποιναὶ πρὶν ἢ παρέλθῃ μὴν ἀπὸ τῆς καταδικαστικῆς ἀποφάσεως, ὥστε νὰ μεσολαβῇ χρόνος ἱκανὸς διὰ τὴν ἐπανόρθωσιν γενομένης τυχὸν ἀδικίας.
Ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος κοσμούμενος μὲ ἀμφιλαφῆ θύραθεν καὶ ἐκκλησιαστικὴν μόρφωσιν, διακρινόμενος δὲ ἐπὶ αὐστηρὰ ὀρθοδοξίᾳ μετεῖχε τῆς γενικωτέρας ἐκκλησιαστικῆς κινήσεως τῆς ἐποχῆς τοῦ δίδων τὴν προσήκουσαν κατεύθυνσιν εἰς αὐτήν, μετέσχε δὲ τῷ 381 τῆς ἐν Ἀκυληΐᾳ Συνόδου καθ᾿ ἣν καθηρέθησαν οἱ ἀρειανοὶ ἐπίσκοποι Παλλάδιος καὶ Σεκουδιανός. Τῷ 382 προήδρευσε τῆς ἐν Μεδιολάνοις Συνόδου τῶν ἐπισκόπων της Ἰταλίας κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀπολλιναρίου, ἔλαβε δὲ μέρος καὶ εἰς τὴν ἐν Ρώμῃ Σύνοδον τὴν συγκληθεῖσαν ὑπὸ τοῦ πάπα Δαμάσου. Τῷ 391 μετέσχε τῆς ἐν Καπύῃ Συνόδου.
Αἱ ποιμαντορικαι καὶ λοιπαι ἀπασχολήσεις τοῦ Ἀμβροσίου δὲν ἠμπόδιζον αὐτὸν νὰ ἀσχολῆται καὶ εἰς μελέτας ἐπιστημονικὰς καὶ νὰ ἀνάπτυξη ἀξιόλογον συγγραφικὴν δρᾶσιν. Συγγράμματα αὐτοῦ εἶνε: 1) Ὁμιλίαι εἰς τὴν ἑξαήμερον· 2) Περὶ παραδείσου· 3) Περὶ Ἄβελ καὶ Κάιν· 4) Περὶ Νῶε καὶ τῆς κιβωτοῦ· 5) Περὶ τοῦ πατριάρχου Ἀβραάμ· 6) Περὶ τοῦ ἀγαθοῦ τοῦ θανάτου· 7) Περὶ Ἰακὼβ καὶ τῆς μακαρίας ζωῆς· 8) Περὶ τοῦ πατριάρχου Ἰωσήφ· 9) Περὶ Ἠλιοὺ καὶ νηστείας· 10) Περὶ Ναβουθαὶ καὶ τῶν πτωχῶν· 11) Περὶ Τωβὶτ ἢ κατὰ τοκιζόντων· 12) Δύο ἀπολογίαι τοῦ προφήτου Δαυΐδ· 13) Ἐξηγήσεις εἰς τινὰς ψαλμούς· 14) Ὑπόμνημα εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον· 15) Ὑπόμνημα εἰς τὸ ᾌσμα τῶν Ἀσμάτων· 16) Περὶ καθηκόντων τῶν λειτουργῶν· 17) Περὶ τῶν χηρῶν· 18) Περὶ παρθενίας· 19) Πρὸς παρθένον ἐκπεσοῦσαν· 20) Περὶ τῶν μυστηρίων· 21) Περὶ μετανοίας· 22) Περὶ πίστεως· 23) Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· 24) Περὶ τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Κυρίου· 25) Λόγος περὶ τοῦ θανάτου τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου.
Σῴζονται δὲ καὶ ἐννενήκοντα μία ἐπιστολαί του. Ἀπολεσθέντα ἔργα του εἶνε· ¨Ερμηνεῖαι εἰς τὸν Ἡσαΐαν καὶ ἄλλους προφήτας, εἰς τὰς Παροιμίας καὶ τὴν Σοφίαν Σολομῶντος.
Ὁ Ἀμβρόσιος διεκρίθη καὶ ὡς ρήτωρ ἐκκλησιαστικὸς καὶ ὡς ὑμνογράφος, πολλοὶ δὲ τῶν ὕμνων αὐτοῦ εἶνε ἐν χρήσει ἐν τῇ λατρείᾳ τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος συνέταξε καὶ τὸν τὸ πρῶτον κατὰ τὴν βάπτισιν τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου ψαλέντα ὕμνον «Σὲ ὑμνοῦμεν, Σὲ εὐλογοῦμεν, Σοὶ εὐχαριστοῦμεν Κύριε καὶ δεόμεθά σου ὁ Θεὸς ἡμῶν», τὸ ὀλιγόλογον τοῦτο μεγαλούργημα «τὸ χωρὶς φιλολογικὰ στολίδια καὶ πτωχὸν εἰς λέξεις μεγαλοπρεπεῖς, ἀλλ᾿ ἐν τῇ ἀφελείᾳ του ὡς ἄλλη ἑπτάχρους ἴρις ἅπαντα περιλαμβάνον τὰ εἴδη τῶν προσευχῶν, -αἶνον, εὐλογίαν, εὐχαριστίαν, δέησιν- καὶ ἁπάσας ἐξεικονίζον τὰς στάσεις τῆς ψυχῆς ἐνώπιον τοῦ Ποιητοῦ αὐτῆς».
Ἀλλ᾿ οἱ κόποι, εἰς οὓς ὑπεβάλλετο, ἵνα ἐπαρκέσῃ εἰς τὴν τόσον πολυσχιδῆ του ἐργασίαν καὶ ἡ ἀσκητικὴ ζωή, ἣν διῆγε, κατέβαλον ταχέως τὸν Ἀμβρόσιον καὶ τὴ 4ην Ἀπριλίου τοῦ 397, ἡμέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, μετὰ ἀρχιερατείαν 23 πολυπόνων ἐτῶν καὶ εἰς ἡλικίαν 57 ἐτῶν παρέδωκε τὸ πνεῦμα καὶ τὴν Κυριακὴν τῆς Ἀναστάσεως ἐτάφη. Ὁ θάνατός του κατελύπησε τοὺς πάντας, ὀρθοδόξους, αἱρετικούς, ἰουδαίους καὶ εἰδωλολάτρας, διότι ὑπῆρξεν εὐεργετικὸς πρὸς πάντας. Εἰς τὴν κηδείαν του προσέτρεξαν οἱ πάντες, φόρον τιμῆς καὶ εὐγνωμοσύνης ἀποτίοντες πρὸς τὸν ἐπίσκοπον, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθη κοινὸς πάντων πατήρ. Ἡ Ἐκκλησία ἐθρήνησε τὴν ἀπώλειαν τοῦ καλοῦ ποιμένος, τοῦ σοφοῦ διδασκάλου, τοῦ σθεναροῦ προασπιστοῦ τῆς ὀρθοδοξίας, τοῦ θαρραλέου προστάτου τῶν πτωχῶν καὶ ἀδικούμενων, τοῦ ἐπισκόπου, ὅστις ἐν τῷ προσώπῳ του παρέσχε ζῶσαν εἰκόνα ἐπισκόπου, ὡς διαγράφει αὐτὴν ὁ Ἀπ. Παῦλος, γράφων πρὸς Τιμόθεον. Ἡ Ἐκκλησία κατέταξεν αὐτὸν μεταξὺ τῶν ἁγίων καὶ ὤρισεν ἡμέραν τῆς μνήμης αὐτοῦ τὴν 7ην Δεκεμβρίου, ἡμέραν τῆς εἰς ἐπίσκοπον προχειρίσεώς του.

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ

Προσευχὴ τοῦ ἀπολωλότος προβάτου
(Ἀπόδοση ἀπὸ τὰ λατινικὰ στὴν νέα ἑλληνική)

Ἔλα Κύριε Ἰησοῦ. Ζήτησε τὸν δοῦλο σου, τὸ πρόβατο τὸ ἀπολωλός, ἔλα Βοσκέ. Ἄφησε τὰ ἄλλα ἐνενήντα ἐννέα πρόβατα καὶ ζήτησε τὸ ἕνα, τὸ χαμένο. Ἔλα σ᾿ ἐμένα, ποὺ μὲ παραμονεύουν λύκοι. Ἔλα σ᾿ ἐμένα, τὸν διωγμένο ἀπὸ τὸν παράδεισο. Ἔλα νὰ βρεῖς ἐμένα, ποὺ Σὲ ἀναζητῶ. Ζήτησέ με, δέξου με, πᾶρε με κοντά Σου. Μπορεῖς νὰ βρεῖς αὐτὸν ποὺ ἀναζητᾷς. Δέξου νὰ περιμαζέψεις αὐτὸν ποὺ βρίσκεις. Βάλε πάνω στὸν ὦμο Σου αὐτὸν ποὺ περιμάζεψες. Ἕνα φορτίο εὐσπλαχνίας δὲν εἶναι γιὰ Σένα βάρος. Ἔλα λοιπὸν Κύριε. Ἔλα Κύριε ν᾿ ἀναζητήσεις τὸ πρόβατό Σου. Ἔλα Ἐσύ, ὁ ἴδιος. Φέρε με στὸ Σταυρό, ποὺ εἶναι σωτηρία γιὰ τοὺς πλανεμένους, ἀνάπαυση γιὰ τοὺς κουρασμένους, ζωὴ γιὰ τοὺς νεκρούς. Ἔλα καὶ θὰ ἔρθει ἡ σωτηρία στὴ γῆ καὶ ἡ χαρὰ στὸν οὐρανό.


(Ἐκ τοῦ ἱστολογίου mkka.blogspot.com)

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2024

ΑΙΩΝΙΑ ΤΗΣ Η ΜΝΗΜΗ







Η ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ <<ΜΗΤΕΡΑ, ΓΙΑΓΙΑ, ΘΕΙΑ , ΑΔΕΛΦΗ, ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΣ ΜΙΜΗΣΙΝ>>  

ΟΛΩΝ ΟΣΩΝ ΤΗΝ ΓΝΩΡΙΣΑΝ     









ΑΙΩΝΙΑ ΤΗΣ Η ΜΝΗΜΗ