Σάββατο 22 Ιανουαρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗΝ (ΙΔ’) 14η ΛΟΥΚΑ 2022

 

ΚΥΡΙΑΚΗΝ (ΙΔ’) 14η ΛΟΥΚΑ 2022

‘’Ενα πράγμα είναι βέβαιο, αγαπητοί μου αδελφοί, ότι ο Θεός , γιά κανέναν άλλα λόγο -πλήν τής παιδαγωγικής-πατρικής αγάπης πρός τό πλάσμα του - δέν θέλει νά θλιβόμαστε καί νά πονάμε. Καί αυτό γιατί είναι αυτός πού έβαλαε σέ όλυς εμάς- τά πλάσματά του- τόν πόθο τής χαράς, καί θέλει νά περνάμε τήν επίγεια ζωή μας, μέρ άνεση, ειρήνη, καί γεμάτοι από τήν απόλυτη χαρά. Αλλά δυστυχώς γιά όλους εμάς, όπως είναι τά πράγματα, σήμερα, καί οπως μάς κατάντησε τό περιβάλλον μας, καί η ίδια η αμαρτία μας, ή θλίψη τελικά είναια παραίτητη γιά τήν πνευματική μας ζωή.καί σωτηρία, είναι ένα από τά άριστα παιδαγωγικά μέσα καί ιαματικά φάρμακα, γιά τήν πνευματική μας θεραπεία, αλλά καί τόνωση.

Καί πώς θά γίνει αυτό , θά ρωτήσει κάποιος από εμάς. Η απάντηση σε αυτό τό ερώτημα, είναι νά δούμε τόν τυφλό τής σημερινής ευαγγελικής πςερικοπής. Ποιός γνώριζε άραγε πόσο καιρό περίμενε , αλλά καί είχε χάσει τό φώς τών οφθαλμών του, ζούσε σε ένα διάκοπο βαθύ σκοτάδι, δέ γνώριζε τήν διαφορά τής ημέρας με τήν νύχτα , εάν δέ τού τό έλεγε κάποιος, άκουγε τούς ανθρώπους αλλά δέν μπορούσε νά τούς δεί, απολάμβανε τήν θαλπωρή τού ήλιου, αλλά δέν έβλεπε τό φώς του; Καί, ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, σέ αυτόν, είχε καί κάτι άλλο, ήταν επιπλέον φτωχός. Δέν είχε ούτε τάμέσα, ούτε καί τήν δυνατότητα, νά εργαστεί. Προσπαθούσε , αντιθέτως , νά ζήσει, μέ τό τί τού έδιναβν ώς επετεία οί μέ τήν ελεημοσύνη τους.Χειμώνα- καλοκαίρι, ήταν <<παρά τήν οδόν προσαιτών>> καί πού πολύ παραστατικά μάς περιγράφει ο ιερός ευαγγελιστής. Καθήμενος σέ κάποιο πολυσύχναστο δρόμο, παράμερα, άπλωνε τό χέρι του, θρηνολογούσε γιά τήν θλίψη του, καί εκλιπαρούσε γιά τήν ελεημοσύνη τών περαστικών. <<Αδελφοί , θά έλεγε, βοηθήστε ένα ταλαίπωρο καί φτώχό>>

Καί ενώ θα περίμενε κανείς αυτή η θλίψη, η μοναξιά καί η φτώχεια, θά ήταν αυτά αιτία καί απόροια μεγάλων κακών, - αντιθέτως – ήταν αυτή πού τού χάρισε πολλά καί μεγάλα καλά, γιατί πρώτον , γιγάντωνε καί έκανε πι΄’ο σταθερή τήν πίστη του, πρός τόν Χριστό. Είχε ακούσει σίγουρα περί << τού υϊού τού Δαυϊδ>>, καί ατράνταχτα, πίστευε ότι αυτός καί μόνο αυτός – πού είχε κάνει μέχρι τόσε πολλά καί μεγάλα θαύματα, - είοχε καί τήν δύναμη αλλά καί τήν θέληση νά τόν θεραπεύσει. Καί αυτή του η πίστη ήταν πού τού φλόγισε τόν πόθο, νά έλρη πιό κοντά, νά γονατίσει μπροστά του – δηλαδή νά ταπεινωθεί – καί νά ζητήσει τό έλεός του, καί σίγουρο είναι ότι πολλές φορές είχε προσευχηθεί γι’ αυτή τήν σημαντική στιγμή στόν θεό. Καί νά ξαφνικά μπροστά του , εκεί στόν πολυσύχναστο δρόμο, κάποια ημέρα ακούει ανθρώπους πού έτρεχαν μαζί μέ αυτούς πού συνόδευαν τόν Κύριο κατά τήν τελευταία του πορεία πρός τά Ιεροσόλυμα, ρώτησε καί δικαιολογημένα, ίσως καί μέ κάποια ελπίδα, τί συμβαίνει, λαμβάνοντας τήν απάντηση, ‘οτι πέναγε από εκεί μπροστά του ο Ιησούς, καί αυτός μή μπορώντας νά τόν δεί μέσα στό πλήθος, <<εβόσε>> μέ όλη του τήν δύναμη, καί μέ μία φωνή, πού τήν ενδυνάμωνε η πίστη του, καί έλεγε <<Ιησού Υ”ϊέ Δαυϊδ, ελέησόν με>>.


Όλοι οί άλλοι ακούγοντάς τον , ασυγκίνητοι από τήν θερμή του ικεσία καί παράκληση, πρός τόν Ιησούν, τόν διέταζαν , επιπλίτωντάς τον, νά σιωπήσει, ίσως-ίσως γιατί νόμιζαν ότι θά ήθελε νά ζητήσει κάποια χρηματική βοήθιεια από τόν κύριον. Αλλά υτός , όχι μόνο δέν σιωπούσε – αλλά ποιός ξέρει πόσον καιρό περίμενε αυτήν τήν στιγμή καί πού δέν θά τήν άφηνε σίγουρα ανεκμετάλλευτη, λέγοντας από μέσα του ή τώρα ή ποτέ- γεμάτος από πίστη , φώναζε περισσότερο , καί αυτό γιατί σέ τί θά τόν ωφελούσε η τόση πίστη, χωρίς τήν εμμονή καί τόση καί απαραίτητη επιμονή του; καί χωρίς νά σκέφτεται τά σκληρά λόγια όλων τών άλλων τόν βάρβαρο τόνο τών σκληρών τους λόγων,, υποχρεώνοντάς τον νά σταματήσει νά μιλάει, <<αυτός πολλώ μάλλον έκραζερν Υϊέ Δαυϊδ, ελέησόν μου>>

Καί ιδού, ώς αποτέλεσμα όλων αυτών, τών πράξεώ του, η ραυγή του καί η δέησή του καί η προσευχή του, έγινανδεκτά. Ο Ιησούς, στάθηκε , καί έδωσε τήν εντολή νά τόν φέρουν μποστά του, ρωτώντας τον <<τί σοί θέλεις ποιήσω;>>, λαμβάνοντας τήν απάντηση <<Κύριε ίνα αναβλέψω>>, δηλαδή νά μού δώσεις τό φώς τών οφθαλμών μου, θέλω νά δώ. Καί ο πανάγαθος καί παντοδύναμος Κύριος τού είπε <<ανάβλεψον η πίστη σου σέσωκέ σε>>. Καί τό μεγάλο θαύμα ήρθε αμέσως η τ’υφλωσή του, τό σκοτάδι του διαλύθηκε, καί γεμάτος από απερίγραπτη χαρά, βλέποντας τόν Κύριο, τούς άλλους ανθρώπους, τόν κόσμο γύρω του, καί μετά π΄’ο αυτό <<ηκολούθει τόν Κύριον, δοξάζων τόν θεόν>>. Αλλά <<καί πάς ό λαός ιδών έδωκεν αίνον τώ Θεώ>>, οπως χαρακτηριστικά περιγράφεται από τόν ιερό ευαγγελιστή.

Η πίστη πρός τόν κύριο, άς μού επιτραπεί ή έκφραση <<έλαβε τήν αμοιβή της>>, η επιμμονή του νίκησε, ή θλίψη του τού πέρασε, καί ο πρώην τυφλός μέ νεγαλύτερη πίστη, τώρα ,ακολουθούσε τόν Κύριο, γιά νά λάβει μετά τήν σωτηρία καί τήν θεραπεία τού σώματός του, καί τήν σωτηρία τής ψυχής τοπυ. Καί είμαι σίγουρος ότι θά έλεγε καί θά ξαναλεγε, Ευλογημένη η θλίψη, μού άνοιξε τά μάτια τής ψυχής, γιά νά γνωρίσω τόν δρόμο τού ουρανού.

Αλήθεια, ποσο ευλογημένη είναι η θλίψη, όταν ο άνθρωπος τήν βλέπει, καί τήν δέχεται ώς έκφραση τής άπειρης αγάπης τού Θεού, πρός τό πλάσμα του, ώς στοργική καί πατρική εκπαίδευση παιδαγωγικής αγωγής, πρός εμάς, από μέ ρους τού πανάγαθου πατρός, καί ώς ένα αποτελεσματικό μέσο ηθικής κάθαρσης, αλλά καί ψυχικής τελείωσης.

Καί αυτό γιατί όλοι εμείς πρέπει νά κατανοήσουμε όιτι τέτοια είναι η κάθε θλίψη, καί σέ αυτόν τόν σκοπ΄’ο αποβλέπει, δηλαδή, νά μάς φέρει πιθιό κοντά στόν Θεό, νά τονώσει περισσότερο τήν πίστη μας, νά κάνει θερμότερη τήν προσευχή μας, νά αποσπάσει τόν νού καί τήν καρδιά μας, από τήν αμαρτολώτητα τού κόσμου μας , νά μάς προσανατολίσει κοντά στόν Θεό, αλλά καί στά ουράνια αγαθά. Καί βεβαιώς εμείς ώς άνθρωποι πονάμε, ταλαιπωρούμαστε., υποφέρουμε από αυτό τό διάστημα τής θλίψης, καί ώς κατάληξη λέμε ότι αυτό σημαίνει η θλίψη., άλλωστε .Αλλά τό χαρούμενο μήνυμα από όλα αυτά είναι ότι η θλίψη θά περάσει καί τό μόνο βέβαιο είναι ότι η μεγάλη ωφέλεια, η καλλιέργειατών αρετών, η πρόοδος στήν πνευματιή ζωή, η χαρά καί η δόξα τού ουρανού, μέ τήν χάρη τού Θεού αιώνιο κτήμα μας. Θλιβόμαστε γιά λίγο γιά νά χαρούμε αφάνταστα αργότερα – μετά τό ποέρας τής θλίψεως- είς τόν αιώνας τών αιώνω! Καί πού ό ίδιος ο Απόστολος Παύλος γράφει <<η ολιγόχρονος διά τούτο δέ καί λαφρά θλίψης, απεργάζεται καί φέρνει ώς κέρδος είς ημάς, αιώνιον βάρος δόξης, υπερβολικά μεγάλο καί αφάνταστον>>, όταν τήν δεχόμαστε μέ πίστη καί αφοσίωση πρός τόν Θεόν.

Δώρο Θεού, λοιπόν, είναι η θλίψη, πού προέρχται από τόν θεόν Γι’ αυτό ευχαριστία καί δοξολογία πρέπει από εμάς νά <<κατατείθετε>> μπροστά στά πόδια τού Θεού, καί δέν πρέπει νά τόν παρακαλούμε νά στέλνει θλίψεις, αλλά όλοι εμείς θά πρέπει , όταν οί θλίψεις δίνονται από τόν θεό, νά τίς δεχόμαστε μέ χαρά αποβλέποντας μέ πίστη στήν ανεκτίμητη ωφέλεια, πού αυτή μάς φέρνει. Α:μήν!!!