Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017

Η ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ, ΜΗΤΡΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (9 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)

Η ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ, ΜΗΤΡΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

(9 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)




«Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, θέλοντας να ετοιμάσει για τον Εαυτό Του έμψυχο και άγιο οίκο για κατοικία Του, απέστειλε τον άγγελο Αυτού προς τους Δικαίους Ιωακείμ και Άννα (από τους οποίους θέλησε να προέλθει η κατά σάρκα μητέρα Του) και προμήνυσε τη σύλληψη της άγονης και στείρας Άννας, για να καταστήσει βέβαιη τη γέννηση της Παρθένου. Γι’  αυτό και συνελήφθη η αγία Παρθένος Μαρία και γεννήθηκε, όχι όπως μερικοί λένε, επτά μηνών ή χωρίς άνδρα, αλλά γεννήθηκε σε εννέα τέλειους μήνες, όπως και από υπόσχεση μεν Θεού, από συνάφεια όμως και σπορά άνδρα. Διότι μόνος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός γεννήθηκε από την αγία Παρθένο Μαρία απορρήτως και ανερμηνεύτως, καθώς γνωρίζει μόνος Εκείνος, χωρίς των θελημάτων της σαρκός, και ενώ είναι τέλειος Θεός προσέλαβε όλη την τελειότητα της κατά σάρκα οικονομίας Του, όπως δημιούργησε και έπλασε τη φύση των ανθρώπων από την αρχή.
Αυτήν λοιπόν την ημέρα πανηγυρίζουμε, διότι υπενθυμίζει τους χρησμούς που δόθηκαν από άγγελο, ο οποίος ευαγγελίστηκε την αγία  σύλληψη της αγνής Θεομήτορος. Αυτούς τους χρησμούς εκπληρώνοντας ο Θεός που δημιούργησε  τα σύμπαντα εκ του μηδενός, διέγειρε τη στείρα κοιλιά για να καρποφορήσει. Και έκανε παιδοτόκο μητέρα κατά παράδοξο τρόπο αυτήν που έφτασε σε βαθειά γεράματα  χωρίς παιδιά, δίνοντάς της τη χάρη αυτή σαν άξιο τέλος της δίκαιης αίτησης των Δικαίων. Από αυτό το δώρο του Θεού σε αυτούς, δηλαδή την Παναγία, έμελλε ο Ίδιος  να γεννηθεί ως ενσαρκωθείς Θεός -  καθώς ευδόκησε οι σώφρονες αυτοί να την γεννήσουν, αυτήν δηλαδή που προορίστηκε και εκλέχτηκε από όλες τις γενιές.  Τελείται δε αυτή η Σύναξη στον σεβάσμιο οίκο της Θεοτόκου, που βρίσκεται στα Ευόρανα, πλησίον της αγιωτάτης Εκκλησίας».

Το πρώτο που τονίζει η ακολουθία της εορτής, η οποία και αυτή στηρίζεται σε πηγές πέραν της Καινής Διαθήκης – δείγμα, είχαμε πει σε ανάλογο προβληματισμό άλλης εορτής για την Παναγία, της ελευθερίας της ίδιας της Εκκλησίας να προσλαμβάνει υλικό και έξω από την Αγία Γραφή, όταν βλέπει ότι είναι αληθινό – το πρώτο λοιπόν που τονίζει είναι το γεγονός ότι η σύλληψη και η γέννηση ενός παιδιού δεν είναι θέμα μόνον των γονιών του. Πολλά ζευγάρια, και μάλιστα χωρίς να έχουν ιδιαίτερο ιατρικό πρόβλημα, αδυνατούν να τεκνοποιήσουν, με αποτέλεσμα να θλίβονται, να αγχώνονται, να προσπαθούν να εξεύρουν διάφορες λύσεις προς υπέρβασή του. Για την πίστη της Εκκλησίας μας, η σύλληψη και η γέννηση είναι θέμα συνεργασίας του ζεύγους και της ίδιας της ενέργειας του Θεού. «Ο Θεός διανοίγει την μήτραν της γυναικός» μας διδάσκει ο λόγος του Θεού, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος ως ζεύγος προσφέρει τον εαυτό του και ο Θεός ενεργοποιεί και μεταποιεί την προσφορά αυτή, ώστε να υπάρξει η καρποφορία. Δεν έχει σημασία αν έχει επίγνωση αυτής της πραγματικότητας τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος. Η ενέργεια του Θεού λειτουργεί, έστω και κατά τρόπο ανεπίγνωστο από πολλούς, όπως αντιστοίχως συμβαίνει και με την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου και του κάθε όντος επί γης, που η ενέργεια του Θεού τα φέρνει σε φως και τα διακρατεί, είτε υπάρχει η πίστη σ’ Αυτόν είτε όχι. «Ο γαρ Θεός εστίν ο διδούς πάσι ζωήν και πνοήν και τα πάντα», κατά τον λόγο του αποστόλου Παύλου στους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο.

Η ατεκνία λοιπόν ενός ζεύγους εξαρτάται και από το θέλημα του Θεού, που σημαίνει λειτουργεί εν προκειμένω κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο του Ίδιου, το οποίο συνήθως το ζεύγος αδυνατεί να το κατανοήσει παρά μόνον μετά από μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα. Η επίγνωση όμως της συνεργείας αυτής, Θεού και ανθρώπου, για ένα τόσο μεγάλο έργο: τον ερχομό στον κόσμο ενός παιδιού, μπορεί να ενεργοποιήσει την προσευχή του ανθρώπου, την εκζήτηση από Αυτόν της χάρης Του, ώστε να «μεταβάλει» ακόμη και αυτό το σχέδιό Του. Και πράγματι, όχι λίγες φορές, ο Θεός μεταστρέφεται, υπακούοντας στο αίτημα των ανθρώπων, και δίνει τη χάρη της καρποφορίας στη γυναίκα και την υπέρβαση επομένως της ατεκνίας της.

Τον προβληματισμό αυτό τον βλέπουμε, όπως είπαμε, έντονα και στη συγκεκριμένη εορτή της συλλήψεως της αγίας Άννης. Άτεκνο το άγιο ζεύγος του Ιωακείμ και της Άννης, δεν χάνει όμως την ελπίδα του στον Θεό. Και μάλιστα σε εποχή για τους Ιουδαίους,  που η ατεκνία θεωρείτο μέγα όνειδος, ντροπή, αφού αποδείκνυε ότι το συγκεκριμένο ζεύγος δεν μπορούσε να θεωρηθεί μέσον ερχομού του Μεσσία στον κόσμο. Και γι’ αυτό αποδύεται σε προσευχή. Η δραματική ένταση των ύμνων εν προκειμένω φτάνει στο απώγειό της: «Αδωναΐ Σαβαώθ, το της απαιδίας οίδας όνειδος∙ αυτός την οδύνην μου, της καρδίας διάλυσον, και τους της μήτρας, καταρράκτας διάνοιξον, και την άκαρπον, καρποφόρον ανάδειξον». (Κύριε των Δυνάμεων, γνωρίζεις την ντροπή της απαιδίας. Συ λοιπόν διάλυσε την οδύνη της καρδιάς μου και διάνοιξε τους καταρράκτες της μήτρας και ανάδειξέ με, εμένα που είμαι άκαρπη, καρποφόρο).  Και η προσευχή της εισακούεται. Ο Θεός επιβλέπει επί το άγιο ζεύγος. «Πάλαι προσευχομένη πιστώς, Άννα η σώφρων και Θεώ ικετεύουσα, Αγγέλου φωνής ακούει, προσβεβαιούντος αυτή, την των αιτουμένων θείαν έκβασιν». (Παλαιά καθώς προσευχόταν με πίστη η Αννα η σώφρων και ικέτευε τον Θεό, ακούει φωνή Αγγέλου, που την βεβαίωνε ότι ο Θεός θα πραγματοποιήσει τις προσευχές της). «Υπήκουσε της Άννης Θεός τους στεναγμούς και προσέσχε Κύριος δεήσει τη αυτής». (Υπάκουσε ο Θεός τους στεναγμούς της Άννας και πρόσεξε ο Κύριος τη δέησή της).

Το γεγονός της επέμβασης του Θεού, που τη στείρωση την κάνει καρπογονία, το προσλαμβάνει ο υμνογράφος για να το διευρύνει και επί πνευματικού επιπέδου: πέρα από το ότι κάνει αναδρομή στο παρελθόν για να δείξει αντίστοιχες καταστάσεις της Παλαιάς Διαθήκης – «Συ ο τη Σάρρα δους ποτέ εν γήρα βαθυτάτω…υιόν τον μέγαν Ισαάκ∙ συ ο διανοίξας την στειρεύουσαν νηδύν της Άννης, Παντοδύναμε, μητρός Σαμουήλ του προφήτου σου» (Συ, παντοδύναμε, που έδωσες κάποτε σε βαθύτατο γήρας στη Σάρρα υιό, τον μέγα Ισαάκ, συ που διάνοιξες τη στείρα κοιλιά  της Άννας, της μητέρας του προφήτου σου Σαμουήλ) – θεωρεί ότι ο Θεός, όπως παλιά, όπως τώρα με την Άννα, κατεξοχήν όμως μετά τον ερχομό Του στον κόσμο, μπορεί την άνυδρη και χωρίς χάρη ανθρώπινη φύση να την μεταβάλει και να της δώσει τη δροσιά που πρέπει, ώστε να καρποφορήσει. «Η του κόσμου σήμερον χαρά, λόγω προκηρύττεται, και μητρικάς οδύνας εις ευφρόσυνον χαρμονήν μεθίστησι, και πολύτεκνον την της φύσεως στείρωσιν έσεσθαι μηνύει, έργοις τοις της χάριτος πληθύνουσαν». (Η χαρά του κόσμου σήμερα προκηρύσσεται με λόγο και αλλάζει τις μητρικές οδύνες σε χαρά ευφροσύνης, και φανερώνει ότι η στείρωση της φύσης θα γίνει καρποφόρα, που πληθαίνει με τα έργα της χάρης). Κι αυτό σημαίνει ότι εμείς που ζούμε πια μετα Χριστόν, σε οποιαδήποτε κατάσταση ξηρασίας και αν βρισκόμαστε, πνευματική ή ηθική, αν στραφούμε με πίστη στον Θεό, θα δούμε τη θαυματουργική επέμβασή Του. Ο Θεός θα διανοίξει τις πόρτες της καρδιάς μας, ώστε να πλημμυρίσουμε από την παρουσία της χάρης Του. Αρκεί να υπομένουμε και να επιμένουμε.

Κι είναι περιττό βεβαίως και να σημειώσουμε ότι η σύλληψη της αγίας Άννης αποτελεί εορτή της Εκκλησίας μας όχι πρωτίστως για να δείξει το αποτέλεσμα της υπομονής και της επιμονής στη δέηση του Θεού, αλλά διότι με τη σύλληψή της αυτή μπαίνουν οι βάσεις για τη γέννηση Εκείνης, η οποία σαν νέος ουρανός θα έφερνε τον κόσμο τον ήλιο Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου. Με την προοπτική του ερχομού του Κυρίου φωτίζεται και αυτή η εορτή, συνεπώς είναι μία ακόμη αφορμή δοξολογίας του αγίου ονόματός Του. «Ο νέος ουρανός, εν κοιλία της Άννης τεκταίνεται Θεού παντουργού επινεύσει∙ εξ ου και επέλαμψεν ο ανέσπερος ήλιος, κόσμον άπαντα φωταγωγών ταις ακτίσι της Θεότητος» (Ο νέος ουρανός, δηλαδή η Παναγία,  με τη θέληση του παντουργού Θεού φτιάχνεται στην κοιλιά της Άννας. Από αυτόν τον ουρανό έλαμψε δυνατά και ο ανέσπερος ήλιος, δηλαδή ο Χριστός, που δίνει φως σε όλον τον κόσμο με τις ακτίνες της θεότητας).

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι´ ΛΟΥΚΑ (ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ)

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι´ ΛΟΥΚΑ (ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ)


«Και (ο Ιησούς) επέθηκε επ’ αυτή τας χείρας∙ και παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν» (Λουκ. 13, 13)

α. Μία «συγκύπτουσα» γυναίκα που επί χρόνια ήταν διπλωμένη στα δύο, που το χώμα ήταν ο μοναδικός ορίζοντας των ματιών της, σηκώνεται και στέκεται όρθια: μπορεί και πάλι να σταθεί αντίκρυ στα πρόσωπα των συνανθρώπων της, να δει και πάλι το γαλάζιο του ουρανού και να ατενίσει κατάματα τον ορίζοντά του. Ένα θαύμα που τη συγκλονίζει και την κάνει να ξεσπάσει σε δοξολογία προς τον Θεό, κι αυτό γιατί  τα χέρια του Ιησού ακούμπησαν πάνω της. «Και επέθηκεν επ’  αυτή τας χείρας∙ και παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν».

β. 1. Δεν επρόκειτο για χέρια ενός απλού ανθρώπου, μολονότι και τα χέρια αυτά μπορούν να γίνουν χέρια ιαματικά, όταν είναι χέρια ενός γιατρού, ενός φυσικοθεραπευτή, ενός χειροπράκτη. Ποιος μπορεί για παράδειγμα να μη θαυμάσει τα «μαγικά» χέρια του χειρουργού αγίου Λουκά του ιατρού του Ρώσου, ή τα εξίσου «μαγικά» της γερόντισσας Γαβριηλίας (Παπαγιάννη), με τις χειροπρακτικές μεθόδους της, όταν μαθαίνει ότι αυτά έσωσαν στην εποχή τους τόσες ζωές; Το ίδιο από την άλλη και το φιλικό άγγιγμα των χεριών ενός ανθρώπου μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά για τον συνάνθρωπο, όταν μάλιστα αυτός νιώθει μόνος και ανασφαλής. Πόσες φορές και το απλό άγγιγμα δεν δηλώνει την παρουσία μας ως συμπαραστάτη, ως κάποιου που χωρίς λόγια τις περισσότερες φορές θέλει να πει στον άλλο «μη φοβάσαι, είμαι μαζί σου!»

2. Στο περιστατικό του ευαγγελίου όμως για τη συγκύπτουσα γυναίκα που θεράπευσε ο Χριστός, πρόκειται για τα χέρια του Ίδιου του ενανθρωπήσαντος Θεού μας, Εκείνου που μέσω αυτών σκορπούσε τη θαυματουργική ίαση και την ουράνια ευλογία. Δεν είναι μόνο το συγκεκριμένο περιστατικό. Σε κάθε σχεδόν θαύμα του Κυρίου, θεραπείας από αρρώστια ή αναστάσεως εκ νεκρών, αυτά τα χέρια γίνονταν η δίοδος για να διέλθει η πανσθενής δύναμη του λόγου Του. Κι επί πλέον: είναι τα χέρια εκείνα, που χωρίς να υφίστανται εν σαρκί ακόμη, υπαρκτά όμως με τον ανθρωπομορφισμό της Παλαιάς Διαθήκης, έπλαθαν τον Αδάμ και την Εύα, δημιουργώντας τον πρώτον άνθρωπο. «Αι χείρες Σου εποίησάν με και έπλασάν με». Και να προχωρήσουμε πιο πολύ: είναι τα χέρια που ευλόγησαν τους μαθητές και τον κόσμο, την ώρα που ο Κύριος αναλαμβανόταν στους Ουρανούς, αφήνοντάς μας την ευλογία ακριβώς των χεριών Του ως την τελευταία επί γης ανάμνησή Του. «Και εν τω ευλογείν Αυτόν αυτούς ανεφέρετο εις τους Ουρανούς».

3. Τα χέρια του Ιησού δεν χάθηκαν με την Ανάληψή Του. Αφενός η ευλογία τους συνεχίζεται στους αιώνες, δεδομένου ότι ο Κύριος εκράτησε διαπαντός την ανθρώπινη φύση Του – ο Κύριος κάθεται εν δεξιά του Πατρός και ως άνθρωπος και έτσι θα έλθει στη Δευτέρα Του Παρουσία «κρίναι ζώντας και νεκρούς» -  αφετέρου εξακολουθούν και υφίστανται στον κόσμο «εν ετέρα μορφή»: μέσω των χεριών των ιερέων, οι οποίοι δανείζουν, κατά την πατερική έκφραση, τα χέρια τους και το στόμα τους σ’  Εκείνον, προκειμένου Αυτός να αγιάζει διά του λόγου και της τελέσεως των μυστηρίων τους πιστούς όλων των αιώνων, κι ακόμη πιο πολύ ίσως  μέσω του προτεταμένου χεριού του αρχιερέα κατά το μυστήριο  της ιερωσύνης, διά του οποίου διοχετεύεται η πανσθενής χάρη του αγίου Πνεύματος επί την κεφαλήν του υποψηφίου ιερέα. Τι άλλο είναι η ευλογία ιδίως που προσφέρει κατά τις ακολουθίες της Εκκλησίας μας ο ιερέας, παρά η ευλογία του ίδιου του Κυρίου, διά των χεριών των μελών Του κληρικών; Κι είναι πολύ ωραίο το καταγεγραμμένο περιστατικό από τις ιστορίες του Αγίου Όρους, σύμφωνα με το οποίο νεαρός νεοχειροτονηθείς σε ιερέα μοναχός τελούσε τις πρώτες του λειτουργίες. Και σε μία από αυτές, που μετείχε και ο γέροντας ηγούμενός του, εξερχόμενος στην Ωραία Πύλη για το «ειρήνη πάσι», απέφυγε την ευλογία, σκεπτόμενος ότι δεν είναι άξιος αυτός να ευλογήσει τον ηγούμενο. Και με τρόμο και έκπληξη άκουσε μέσα από το πετραχήλι του φωνή να του λέει: «Δεν ευλογείς εσύ, αλλά εγώ».
Δεν είναι όμως μόνον τα χέρια των κληρικών. Ο Κύριος ενεργεί και μέσω των χεριών όλων των πιστών Του, αφού όλοι οι βαπτισμένοι στο όνομά Του συνιστούν μέλη του σώματός Του, της Εκκλησίας. Κάθε δηλαδή ενέργεια των πιστών πάνω στο θέλημα του Θεού, κάθε άπλωμα των χεριών τους, για να τηρήσουν τις άγιες εντολές Του – το βλέπουμε σε όλους τους αγίους – όπως η προσφορά ελεημοσύνης για παράδειγμα, όπως το σκούπισμα των δακρυσμένων από τη θλίψη και τον πόνο συνανθρώπων τους, είναι στην πραγματικότητα το άπλωμα των χεριών και πάλι του Ίδιου του Ιησού. Και αντιστρόφως: κάθε κακή χρήση των χεριών, κάθε χτύπημα δι’  αυτών του συνανθρώπου, κάθε άπλωμά τους για κλοπή αγαθών που δεν μας ανήκουν, κάθε κίνησή τους που σκοπό έχει την προσβολή των άλλων, σημαίνει τη δαιμονική λειτουργία τους, την εκ μέρους μας πρόκληση «αναπηρίας» στον Κύριο, που Του στερούμε τη δυνατότητα  η ευλογία Του να βρει έκφραση και μέσω ημών.

4. Κι εκεί που αποκορυφώνεται η ευλογία των ιαματικών χεριών Του, εκεί που πράγματι έχουμε μία μυστική προέκτασή Τους μέσα στον χρόνο, είναι στο μυστήριο του Ευχελαίου. Στο ευχέλαιο – στο μυστήριο αυτό που διά της χρίσεως των ασθενών με έλαιο προσφέρεται η ιαματική χάρη του Κυρίου, όταν είναι συνδυασμένη με τη μετάνοια – τι άλλο έχουμε, παρά την μέσα στους αιώνες συνέχεια του «επέθηκε επ’  αυτή τας χείρας Του ο Ιησούς»; Το προτεταμένο χέρι του Κυρίου, το γεμάτο δύναμη αγάπης και θεραπείας, βλέπουμε κάθε φορά στο μυστήριο, και έτσι μας καλεί να το βλέπουμε πάντοτε η Εκκλησία μας. «Βασιλεύ άγιε, εύσπλαγχνε, και πολυέλεε, Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος - ακούμε τον ιερέα να διαβάζει στην τελευταία ευχή -  ο μη θέλων τον θάνατον του αμαρτωλού, ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν∙ ου τίθημι εμήν χείρα αμαρτωλόν επί την κεφαλήν του προσελθόντος σοι εν αμαρτίαις και αιτουμένου παρά σου δι’ ημών άφεσιν αμαρτιών∙ αλλά σην χείρα κραταιάν και δυνατήν, την εν τω αγίω Ευαγγελίω τούτω…επί την κεφαλήν του δούλου σου έκτεινον».

γ. Η ποικιλόμορφη αυτή μέσα στον χρόνο ευλογία των χεριών του Κυρίου έχει τα ίδια αποτελέσματα με εκείνα  της επί γης παρουσίας Του. Δεν λειτουργεί λιγότερο, σήμερα για παράδειγμα, η θεραπευτική χάρη του Χριστού από ό,τι τότε που «επί γης ώφθη και τοις ανθρώποις συνανεστράφη». Το αποδεικνύουν τα διαρκή θαύματα που κάνουν οι άγιοί Του και γίνονται καθημερινά στην Εκκλησία Του. Και τα αποτελέσματα δεν είναι άλλα από αυτό που είδε στον εαυτό της και η συγκύπτουσα του Ευαγγελίου και «μη δυναμένη ανανεύσαι εις το παντελές» επί δεκαοκτώ ολόκληρα έτη: «παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν». Αρκεί βεβαίως να υπάρχει η ανθρωπολογική  προϋπόθεση για την ενεργοποίηση της χάρης: η ενεργής και ζωντανή πίστη του ανθρώπου.