Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)




῾᾽Αγνοοντες γάρ τήν τοΘεοδικαιοσύνην, καί τήν δίαν δικαιοσύνην ζητοντες στσαι, τδικαιοσύντοΘεοοχ πετάγησαν᾽ (Ρωμ. 10, 3)

α. Θαυμάζει κανείς γιά μία κόμη φορά στό συγκεκριμένο ποστολικό νάγνωσμα πό τήν πρός Ρωμαίους πιστολή τς Κυριακς Ε´ Ματθαίου τήν τεράστια φενός γάπη τοῦ ἀποστόλου Παύλου γιά τούς συμπατριτες του Ιουδαίους πού κφραζόταν ς σφοδρή πιθυμία καί εαρέσκεια τς καρδις του καί δέηση πρός τόν Θεό γιά νά βρον τήν ν Χριστσωτηρία - ἀλλοεχε πεῖ ὅτι θά προτιμοσε νά χωριστεατός πό τόν Χριστό προκειμένου ατοί νά εναι μαζί Του - ἀλλά καί τήν βαθειά καί πόλυτη πεποίθησή του φετέρου τι κριβς μόνος τρόπος δικαίωσης τοῦ ἀνθρώπου νώπιον τοΘεοεναι ἡ ἀποδοχή Εκείνου: ἡ στόματι καί καρδίᾳ ὁμολογία τς πίστης στόν Χριστό πού φέρνει τήν σωτηρία. Ἡ ἐξήγηση μάλιστα πού δίνει γιά τήν ρνηση τν Ιουδαίων νά δεχθον τόν Κύριο ς Σωτήρα τους εναι πράγματι ποκαλυπτική: Δέν φρόντισαν νά γνωρίσουν τήν δικαίωση πού δίνει Θεός πό γαθότητα καί ζητον νά στήσουν τήν δική τους ντίληψη σχετικά μέ τήν δικαίωση. Γιατό καί δέν πέταξαν τόν αυτό τους στήν δικαίωση τοΘεοῦ.

β. 1. Τό ζητούμενο γιά τόν πόστολο Παλο προκειμένου ὁ ἄνθρωπος νά βρετήν σωτηρία του: τήν καλή σχέση του μέ τόν Θεό, εναι ἡ ἀποδοχή πό ατόν τς δικαίωσης πού φερε Χριστός, δηλαδή ἡ ὑποταγή του στήν δικαιοσύνη τοΘεοῦ. Κι εναι ενόητο τι δέν ννοεμία ποταγή ξωτερικοτύπου, σάν ατήν πού συναντκανείς μέσα στά νθρώπινα πλαίσια: ἕναν καταναγκασμό λόγω φόβου ἤ ἀπειλς γιά τήν ζωή, ἀλλά κείνην πού συνιστᾶ ὑπακοή σΑτόν πού εναι Δημιουργός τοκόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Προνοητής κι Διακυβερνητής καί Κριτής του, ὁ ῾Οποος μάλιστα κλινεν ορανούς καί κατέβη᾽ ἀπό πειρη γάπη πρός ατόν καί σταυρώθηκε καί ναστήθηκε γιά χάρη του. Μιλμε λοιπόν γιά μία πακοή πού κατανοεται ς ἡ ἀπάντηση τοῦ ἀνθρώπου πρός τήν προσφερθεσα γάπη τοΘεοσατόν, κατά τό μες γαπμεν τι Ατός πρτος γάπησεν μςπού σημειώνει ὁ ἅγιος Ιωάννης, ἤ μέ τά λόγια τοῦ ἴδιου τοΚυρίου άν γαπτέ με, τάς ντολάς τάς μάς τηρήσατε᾽. ῾Υποτάσσεται λοιπόν κανείς στήν δικαιοσύνη τοΘεοῦ, στόν διο τόν Χριστό δηλαδή καί τό γιο θέλημά Του, γιατί γαπτόν Χριστό, πού θά πεῖ ἔτσι τι κινεται μέσα σέ πλαίσια πόλυτης λευθερίας, μέ ποτέλεσμα βεβαίως ἡ ὑπακοή ατή νά καθισττόν νθρωπο κατοικητήριο τοΘεοῦ, κυριολεκτικά χάριτι καί ατόν Θεό, συνεπς ερισκόμενο μέσα στά πλαίσια τοῦ ῾καθ᾽ ὁμοίωσιν Εκείνουπροορισμοτου. ῾Υπακούω στόν Θεό σημαίνει γαπτόν Χριστό, ζμέσα στήν λευθερία πού μοδίνει, συντονίζομαι μέ τήν γία ζωή Του, καθίσταμαι ργανικό κομμάτι τοζωντανοσώματός Του, τς Εκκλησίας.

2. Τήν χαρισματική ατήν κατάσταση δέν θέλησαν νά ποδεχτον καί νά ζήσουν οἱ ᾽Ιουδαοι, λέει ὁ ἀπόστολος, κι ατό συνιστοσε καί τήν τραγωδία τς ζως τοῦ ἴδιου. Γιατί εχαν ζλο Θεοοσυμπατριτες του, ὅπως σημειώνει, ῾λλοκατ᾽ ἐπίγνωσιν᾽, ὄχι δηλαδή μέ σωστή γνώση γιΑτόν καί γιά τά καθήκοντα πού παιτονται πρός Ατόν. Τί ξήγηση προσάγει; ῏Ηταν προσκολημμένοι στόν Νόμο τοΜωϋσῆ, λέει. Δέν μπόρεσαν νά δον τι ὁ ἐρχομός τοΚυρίου σήμαινε καί τό τέλος τς σκις τοΝόμου᾽, δηλαδή τό τέλος τς παιδαγωγίας πού δηγοσε στόν Χριστό, συνεπς καί τόν έρα τς λευθερίας πού φερνε. Κι ατό περαιτέρω σήμαινε, ὅπως γράφει λλοῦ, ὅτι δέν κατανοοσαν καί τόν διο τόν Νόμο λλά καί τούς Προφτες σωστά. Γιατί κατά τήν ραία εκόνα πού δίνει, ὅπως οπαλαιοί Ισραηλίτες δέν μποροσαν νά δον τό πρόσωπο τοΜωϋσῆ ὅταν κατέβηκε πό τό ρος Σινᾶ, λόγω τς λάμψης τοπροσώπου του πό τήν θεοπτία πού τοδόθηκε, κατά τόν διο τρόπο κι οἱ ᾽Ιουδαοι τς ποχς του: εχαν κάλυμμα στόν νοτους γιά νά μήν μπορον νά δον τό φς πό τό ρχομό τοΧριστοκαί τήν διδασκαλία Του. ῾Τό φς λήλυθεν ες τόν κόσμον, ἀλλά κόσμος ατό οκ γνω᾽, μέ τήν παρεμφερή διατύπωση ατήν τήν φορά τοῦ ἁγίου Ιωάννη τοεαγγελιστῆ. Καί δέν κατάλαβαν τήν παρουσία τοφωτός, γιατί σέ σχατη νάλυση ν πονηρά ατν τά ργα᾽. Δυστυχς ὅ,τι κτίμηση κάνει ὁ ἀπόστολος γιά τούς εδωλολάτρες τν ποίων νος ταν σκοτισμένος πό τίς μαρτίες τους, τήν δια κτίμηση κάνει καί γιά κείνους τούς συμπατριτες του πού πέρριψαν τόν Χριστό.

3. Τόν σκοτισμένο νοατν τν Ιουδαίων λόγω προφανς τς πονηρίας τν ργων τους πιβεβαιώνει ὁ ἀπόστολος μέ τήν διατύπωσή του τήν δίαν δικαιοσύνην ζητοντες στσαι᾽ (ζητον νά στήσουν τήν δική τους ντίληψη σχετικά μέ τήν δικαίωση). Γιά τόν πόστολο δηλαδή τά πράγματα εναι πολύ σαφῆ:  ὅπου ὁ ἄνθρωπος, ἔστω κι ν θεωρεται πλησίον τοΘεοσάν τούς Ιουδαίους, ἐπιζητενά στήσει τήν δική του ντίληψη τν πραγμάτων παραθεωρώντας ατό πού Θεός φανερώνει, ἐκεῖ ἔχουμε δυναμία συντονισμοτοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Κι ατό λόγω τοῦ ἐγωϊσμοτοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἐγωϊσμός καθισττόν νθρωπο κυριολεκτικά τυφλό, ὥστε νά μή βλέπει τίποτε πέρα πό τόν αυτό του καί τίς πιλογές του. Τό γωϊστικό στοιχεο μή λησμονομε τι εναι πλήρως κατακτητικό καί δέν φήνει κανένα περιθώριο παρξης γιά τιδήποτε λλο, πολύ περισσότερο γιά τόν Θεό. Θεός καί γωϊσμός εναι ντίθετες πραγματικότητες, διότι μαρτία καί Θεός δέν μπορον ποτέ νά συνυπάρξουν. ῾Οδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν᾽. Οἱ ᾽Ιουδαοι λοιπόν πού δέν ποδέχθηκαν τήν δικαιοσύνη τοΘεολειτουργοσαν μέσα στά πλαίσια ατοτοῦ ἐγωϊσμοτους: τό δικό τους τό θεσαν σέ προτεραιότητα καί προσκολλήθηκαν σέ ατό. Ὁ Χριστός λοιπόν καί ἡ ἀποκάλυψή Του πρεπε νά διαγραφεῖ. ῾Ο Χριστός γινε ὁ ὑπ᾽ ἀριθμόν να χθρός τους.

4. ᾽Εκενο πού χρήζει διαιτέρας μνείας στήν πρόταση τοῦ ἀποστόλου εναι λέξη ζητοντες᾽. Οἱ ἀπορρίψαντες τόν Κύριο δηλαδή Ιουδαοι δέν κινήθηκαν πλς πό μία στιγμιαία δυναμία καί στησαν τό δικό τους θέλημα στήν θέση τοθελήματος τοΘεοῦ. ῎Η δέν ταν ἡ ἐπιλογή τς δικς τους ντίληψης μία περιστασιακή κτροπή γιά νά πανέλθουν στήν συνέχεια στήν λήθεια. Τό ζητοντεςπού λέει ὁ ἀπόστολος σημαίνει τόν σταθερό προσανατολισμό τς θέλησής τους σατό πού ταν ντίθετο πρός τήν δικαιοσύνη τοΘεοῦ. Τοποθετήθηκαν ρνητικά πρός τήν γαθότητα τοΘεοπού δικαιώνει τόν νθρωπο καί πέμειναν σατό. Θυμίζει περίπτωσή τους τήν πτώση τν πρώτων νθρώπων στήν μαρτία. Δέν ταν ἡ ἀνυπακοή στήν ντολή τοΘεοπού τούς δήγησε στήν ξωση πό τόν Παράδεισο καί τήν βίωση τοθανάτου, ἀλλά ἡ ἐπιμονή πού πέδειξαν μετά τήν κλήση τους πό τόν Θεό γιά μετάνοια. ῎Αν μέ λλα λόγια στό῾᾽Αδάμ ποε;᾽ τοΘεομετά τήν παρακοή τους, κλήση στήν οσία γιά μετάνοιά τους, ὁ Θεός εσέπραττε τήν ατηση συγγνώμης τοῦ ᾽Αδάμ καί τς Εας ς ναγνώριση τς μαρτίας τους, τά πράγματα σως εχαν ξελιχθεδιαφορετικά. ᾽Αλλά δέν πρξε μετάνοια, ὅπως καί στούς Ιουδαίους πρξε ἡ ἐμμονή στόν δικό τους τρόπο κατανόησης τς δικαίωσης. Ἡ ἀνυπακοή συνεπς τν Ιουδαίων πέναντι στήν ποκάλυψη τοΧριστοῦ ἦταν ἡ ἐνσυνείδητη καί πίμονη πιλογή τους καί χι περιστασιακή ἤ ἡ ἐπιπόλαιη πλς κλίση τς βούλησής τους.

γ. Ὅ,τι διαπιστώνει ὁ ἀπόστολος Παλος στούς Ιουδαίους δυστυχς διαπιστώνεται διαχρονικά σέ πολλούς συνανθρώπους μας, δυστυχς κόμη καί χριστιανούς. Τό βασικό πρόβλημά μας δηλαδή ναντι τοΘεοεναι ὁ ἐγωϊσμός μας, ὁ ὁποος μς δηγεστήν δαιμονική ατοθεοποίησή μας. Τό ῾ἔτσι μ᾽ ἀρέσει᾽, ῾ατό εναι τό γοστο μου᾽, εναι χι λίγες φορές ατά πού κομε πό τούς χριστιανούς μας, μέσα στούς ποίους βεβαίως πάρχει καί ὁ ἑαυτός μας. ᾽Αλλά ἡ ἐπιλογή ατή σημαίνει τήν νυπακοή καί τήν ναντίωσή μας στόν Θεό, συνεπς καί ατό πού φέρει ς ποτέλεσμα: τήν κόλαση δη πό τήν ζωή ατή. Τό χουμε ξαναπεκαί μακάρι νά τό πιστέψουμε καί νά τό φαρμόζουμε: ἡ λύτρωσή μας, ὁ Παράδεισός μας, ἀπό τώρα, εναι τό γενηθήτω τό θέλημά σου, Κύριε᾽. Κάποτε πρέπει νά ποδεχτομε τι δικαιοσύνη τοΘεοεναι καλύτερη καί πέρτερη πό τήν δική μας.







Τετάρτη 20 Ιουλίου 2016

(ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΗΛΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΣΒΙΤΟΥ)

῾᾽Ηλίας ἄνθρωπος ἦν ὁμοιοπαθής ἡμῖν...᾽ (᾽Ιακ. 5, 17)



«Ο Ηλίας ήταν υιός του Σωβάκ, από τη Θίσβη, Αραβική γη, από τη φυλή Ααρών, που κατοικούσε στη Γαλαάδ, διότι η Θίσβη ήταν περιοχή δοσμένη στους ιερείς. Κι όταν τον γέννησε η μητέρα του, ο πατέρας του Σωβάκ είδε ότι άνδρες στα λευκά ντυμένοι τού μιλούσαν, κι ότι μέσα στη φωτιά τον σπαργάνωναν και του έδιναν να φάει φλόγα φωτιάς. Πήγε τότε στα Ιεροσόλυμα και το είπε στους ιερείς, κι ο χρηματισμός που του δόθηκε ήταν: Μη δειλιάσεις, άνθρωπε, διότι το παιδί θα κατοικεί μέσα το φως, ο λόγος του θα είναι νόμος, και η ζωή του σύμφωνη με τον Θεό, ενώ ο ζήλος του θα ευαρεστεί τον Κύριο. Θα κρίνει δε τον Ισραήλ με ρομφαία και φωτιά. Ο Ηλίας λοιπόν προφήτευσε εικοσιπέντε χρόνια και έζησε 816 χρόνια πριν την έλευση του Χριστού. Αυτός είναι που κατέβασε τρεις φορές φωτιά από τον ουρανό, και κράτησε με τον λόγο του τη βροχή, και ανάστησε νεκρούς και κατάφλεξε πολλούς, και στο όρος Χωρήβ είδε τον Θεό, όσο ήταν δυνατό να δει ο άνθρωπος. Αυτός είναι επίσης που έσχισε με τη μηλωτή του τον Ιορδάνη, κι αναλήφθηκε στους ουρανούς με άρμα πυρός και στάθηκε μαζί με τον Μωϋσή δίπλα στον Χριστό, κατά τη Μεταμόρφωσή Του».

     

Για τον προφήτη Ηλία δεν μπορεί κανείς να μιλήσει εύκολα. Διότι συνιστά όχι έναν απλώς από τους πολλούς προφήτες, τους σταλμένους από τον Θεό να κηρύξουν μετάνοια και να προαναγγείλουν την έλευσή Του, αλλά, θα λέγαμε, τη συμπυκνωμένη, στο ανώτερο δυνατό σημείο, προφητική παρουσία, την «κρηπίδα των προφητών» κατά το απολυτίκιό του, εκείνον που έζησε μ’ έναν ασκητικό και ενάρετο τέτοιο τρόπο, που έκανε τον Κύριο Ιησού Χριστό να τονίσει την αγιότητά του, καθώς την είδε ν’ αντανακλάται στο πρόσωπο του μεγαλυτέρου των προφητών Ιωάννη του Προδρόμου. Ο ίδιος δηλαδή ο Χριστός είπε ότι ο Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι η συνέχεια και η παρουσία του Ηλία, ως προς το προφητικό χάρισμα που είχε, και εγκωμίασε τη μεγαλοσύνη του Ιωάννη, συνεπώς και του «προκατόχου» του Ηλία.

     

Όμως, ο προφήτης Ηλίας, μέσα στη μεγαλοσύνη του, λόγω της χάρης του Θεού, αποτελεί και μία «αποτυχία», η οποία για όλο το ανθρώπινο γένος λειτούργησε ως η εξαιρετικότερη ευλογία. Θέλουμε να πούμε ότι ο Ηλίας με τον ζήλο του για τον νόμο του Θεού, ζήλο που ήταν κυριολεκτικά φωτιά, ήθελε διαμιάς, άμεσα να κάνει τους ανθρώπους της εποχής του να μετανοήσουν και να στραφούν προς τον Θεό. Η ζηλωτική αυτή επιθυμία του έβλεπε ότι δεν ευοδωνόταν – οι πολλοί αντιδρούσαν με την επιμονή στο δικό τους αμαρτωλό θέλημα, το οποίο ενισχυόταν και με την απειλητική παρουσία και την ενίσχυση της ειδωλολάτρισσας βασίλισσας Ιεζάβελ – γι’ αυτό και θλιβόταν και «αρρώσταινε», κάνοντάς τον να τα «βάζει» και με τον Θεό, που ανεχόταν με αγάπη τον λαό Του, προσδοκώντας μέσα στο βάθος του χρόνου τη μετάνοια. Για τον προφήτη, η επέμβαση του Θεού θα έπρεπε να γίνει με τρόπο που θα φόβιζε τον λαό: με απειλές και με τιμωρίες, κυριολεκτικά «με φωτιά και με τσεκούρι».


 Ο οίκος του κοντακίου της εορτής είναι κατεξοχήν ενδεικτικός επ’ αυτού: «Την πολλήν των ανθρώπων ανομίαν, Θεού δε την άμετρον φιλανθρωπίαν, θεασάμενος ο προφήτης Ηλίας, εταράττετο θυμούμενος, και λόγους ασπλαγχνίας προς τον εύσπλαγχνον εκίνησεν: Οργίσθητι, βοήσας, επί τους αθετήσαντάς σε, Κριτά δικαιότατε. Αλλά τα σπλάγχνα του αγαθού, ουδόλως παρεκίνησε προς το τιμωρήσασθαι τους αυτούς αθετήσαντας. Αεί γάρ την μετάνοιαν πάντων αναμένει, ο μόνος φιλάνθρωπος». Δηλαδή: Βλέποντας ο προφήτης Ηλίας από τη μια την πολλή ανομία των ανθρώπων και από την άλλη την άμετρη φιλανθρωπία του Θεού ταρασσόταν και θύμωνε, γι' αυτό και κίνησε λόγους ασπλαχνίας προς τον εύσπλαγχνο Θεό φωνάζοντας: Δείξε την οργή Σου, Κριτή Δικαιότατε. Αλλά καθόλου δεν παρακίνησε τα σπλάχνα αγάπης του αγαθού ώστε να τιμωρήσει αυτούς που τον είχαν παρακούσει. Διότι πάντοτε ο μόνος φιλάνθρωπος περιμένει τη μετάνοια όλων.

     

Έτσι στο πρόσωπο του Ηλία βλέπουμε, όπως είπαμε, την ευλογημένη για μας «αποτυχία» του. Ο προφήτης είναι η ανθρώπινη πρόταση σωτηρίας, που, ευτυχώς, απέτυχε: όποιος δεν μετανοεί και δεν υπακούει στον Θεό, να τιμωρείται, να καταφλέγεται – πρόταση που την είδαμε να επαναλαμβάνεται κατά καιρούς στα πρόσωπα των διαφόρων ιεροεξεταστών. Το θέλημα του Θεού όμως, η «καρδιά» του Θεού πατέρα, λειτουργεί με άλλον τρόπο: μέσα στα πλαίσια της άπειρης αγάπης Του, που Τον κίνησε να έλθει σ’ εμάς, να μας σώσει, «τιμωρώντας» τον εαυτό Του και αίροντας τις δικές μας αμαρτίες. Η πρόταση του Θεού ήταν πράγματι…θεϊκή, ανώτερη από κάθε ανθρώπινη πρόβλεψη και φαντασία. Και τι έγινε λοιπόν; Ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, ο οποίος ασχολήθηκε βαθυστόχαστα και με την περίπτωση του προφήτη Ηλία, βάζει τον ίδιο τον Χριστό να διαλέγεται με τον προφήτη και να του λέει ότι δεν σώζονται έτσι οι άνθρωποι. Με τις δικές του ενέργειες, θα κατέστρεφε όλο το ανθρώπινο γένος. Η παρουσία του προφήτη – λέει ο Χριστός, κατά τον ιερό Χρυσόστομο- θα έκαιγε τους ανθρώπους, όπως η φωτιά κατακαίει τα καλάμια. Γι’ αυτό και «ου δύναται πυρ συνοικείν καλάμη». Έτσι, για να συνεχίσουμε την ερμηνεία του αγίου Χρυσοστόμου, ο Χριστός λέει στον προφήτη: θα σε πάρω και θα κατέβω ο ίδιος. Η ανάληψη του προφήτη Ηλία αποτελεί δηλαδή και την επιβεβαίωση της αγιότητάς του, αλλά και τη «σφραγίδα» της αποτυχίας του. Το περιστατικό μάλιστα από την Παλαιά Διαθήκη, όπου Κύριος ο Θεός εμφανίζεται στον προφήτη όχι μέσα στον δυνατό άνεμο, όχι μέσα στον μεγάλο σεισμό, όχι στην απειλητική φωτιά, αλλά μέσα από την απαλή αύρα δροσιάς, είναι ακριβώς μέσα στο σκεπτικό που περιγράψαμε. Με άλλα λόγια, αν θέλουμε να βοηθήσουμε και τον εαυτό μας και τους άλλους, η μόνη στάση μας είναι η στάση της αγάπης και του διακριτικού σεβασμού. Οι απειλές και οι τιμωρίες είναι η αποτυχία κάθε φορά της ανθρώπινης πρότασης.