Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2015

Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ



Το κοντάκιο της εορτής των Χριστουγέννων, από τα γνωστότερα τροπάρια της Εκκλησίας μας, μας οδηγεί στην επισήμανση σημαντικών και καίριων διαστάσεων της εορτής.
«Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει, και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει∙ άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι, μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσι∙ δι’ ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον ο προ αιώνων Θεός».
(Η Παρθένος Μαριάμ σήμερα γεννά Αυτόν που είναι πάνω από κάθε κτιστή ουσία και η γη προσφέρει στον απρόσιτο αυτόν Θεό το σπήλαιο. Άγγελοι δοξολογούν το γεγονός μαζί με τους ποιμένες, ενώ οι μάγοι οδοιπορούν (προς τη Βηθλεέμ) με οδηγό το αστέρι. Διότι για εμάς και για τη σωτηρία μας γεννήθηκε ως βρέφος ο προαιώνιος Θεός).

1. Το μυστήριο της γεννήσεως του Κυρίου.

Το πρώτο που διαπιστώνει κανείς, όταν εμβαθύνει στα Χριστούγεννα, είναι ότι πρόκειται περί μεγάλου μυστηρίου∙ περί γεγονότος δηλαδή που υπερβαίνει την οποιαδήποτε αντιληπτική ικανότητα του ανθρώπου, αλλά και κάθε άλλη ικανότητά του. «Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον» κατά την έκφραση της υμνολογίας. Και τούτο γιατί μιλάει για τον Θεό που είναι πέρα από κάθε κτιστή, δημιουργημένη πραγματικότητα. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει κανείς αυτόνομος ανθρώπινος δρόμος κατανοήσεως του Θεού. Κάτι τέτοιο αν συνέβαινε, θα διέστρεφε την περί Θεού εικόνα, αφού θα υποβίβαζε κι Αυτόν σε κάτι το κτιστό. Στον Χριστιανισμό ο ίδιος ο Θεός φανερώνεται, ενώ ο μόνος δρόμος κατανοήσεώς Του είναι η από το Πνεύμα Του φωτισμένη πίστη.
Ο απόστολος Παύλος διακηρύσσει την παραπάνω αλήθεια. «Ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον∙ Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α΄Τιμ. 3, 16). Το μυστήριο ακριβώς αυτό επισημαίνει και το κοντάκιο των Χριστουγέννων, όταν μιλώντας για τον Θεό που γεννάται Τον χαρακτηρίζει «υπερούσιον» (πέρα από κάθε κτιστή ουσία), «απρόσιτον» (κανείς δεν μπορεί να Τον πλησιάσει από μόνος του), «προ αιώνων Θεόν» (αυτοζωή και πηγή της ζωής ως από πάντα υπάρχων).
Η επισήμανση του μυστηρίου μέσα από το κοντάκιο επιτείνεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι εκείνη που τίκτει τον υπερούσιο και απρόσιτο Θεό είναι μία απλή γυναίκα, και μάλιστα Παρθένος. Λογικά μία Παρθένος κόρη δεν στέκει να γεννά – τούτο προσκρούει στους ανθρώπινους φυσικούς νόμους. Πολύ  περισσότερο δεν στέκει με τη λογική να γεννάται ως άνθρωπος ο Θεός. «Αναμφίβολα είναι φυσικός νόμος να γεννά η γυναίκα μόνον, όταν συνευρεθεί με άντρα∙ όταν όμως μία παρθένος που δεν γνώρισε άντρα γεννήσει και μετά τον τοκετό παραμείνει πάλι παρθένος, αυτό ξεπερνά τους φυσικούς νόμους» (ι. Χρυσόστομος).
Το λογικό όμως αδιέξοδο αίρεται από το γεγονός ότι όλα αυτά τα πέραν της λογικής πραγματοποιούνται όχι βεβαίως με την ανθρώπινη δύναμη, αλλά με τη δύναμη του Θεού. Διά Πνεύματος Αγίου γίνεται άνθρωπος ο Θεός και στον Θεό «ουκ αδυνατήσει παν ρήμα». Με σεβασμό, με πίστη και με ευλαβική σιωπή λοιπόν αποδεχόμαστε το γεγονός, διότι ο ίδιος ο Θεός ευδόκησε τούτο. «Ό,τι εμπίπτει στους φυσικούς νόμους αξίζει να ερευνάται, ό,τι όμως τους ξεπερνά πρέπει να περιβάλλεται με τιμητική σιωπή, όχι βέβαια επειδή του πρέπει απομόνωση, αλλ’  επειδή αξίζει να μένει μυστήριο και να τιμάται χωρίς πολυλογίες» (ι. Χρυσόστομος).

2. Τα Χριστούγεννα μηνύουν ποιος είναι ο Χριστός.

Με βάση τα παραπάνω, φανερώνεται καθαρά το ποιος είναι ο Χριστός. Γεννάται ως παιδίον νέον ο προ αιώνων Θεός, λοιπόν ο τεχθείς είναι ο αληθινός Θεός που έγινε αληθινός άνθρωπος. Με τα Χριστούγεννα δηλαδή διακηρύσσεται η θεμελιώδης πίστη της Εκκλησίας μας, ότι ο Χριστός έχει διπλή φύση, θεϊκή και ανθρώπινη. Ούτε μόνον Θεός είναι ο Χριστός (μονοφυσιτισμός) ούτε μόνον άνθρωπος (νεστοριανισμός). Είναι ο Θεός, το δεύτερο πρόσωπο της αγίας Τριάδος, που πήρε την ανθρώπινη φύση, σώμα και ψυχή, από το πανάχραντο σώμα της Θεοτόκου, χωρίς αμαρτία. Και η πρόσληψη αυτή της ανθρώπινης φύσης έγινε πραγματικά και αληθινά και όχι κατά φαντασία («κατά δόκησιν»), γι’ αυτό και μετά την Ανάληψή Του ο Κύριος συνεχίζει να κρατά, και μάλιστα αιωνίως, την ανθρωπότητά Του, δείχνοντας επιπροσθέτως τη μεγάλη αξία του να είναι κανείς άνθρωπος.
Το «χωρίς αμαρτίας» όμως που είπαμε, αφού γεννάται ο Χριστός εκ Πνεύματος Αγίου και άρα χωρίς να κληρονομήσει την προπατορική αμαρτία ως αναγκαστική ροπή προς την αμαρτία, σημαίνει ότι η αμαρτία δεν είναι φυσική κατάσταση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος γίνεται πραγματικός και αληθινός άνθρωπος στον βαθμό που δεν αμαρτάνει, παίρνοντας τη δύναμη αυτή από την ενσωμάτωσή του στην ανθρώπινη φύση του Χριστού, με το βάπτισμά του.

3. Συμμετοχή όλου του κόσμου στο μυστήριο.

Στην «εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της Παρθένου» Γέννηση του Χριστού δεν συμμετέχει μόνον η Παναγία. Συμμετέχουν ακόμη ο πνευματικός κόσμος των αγαθών αγγέλων, η άλογη φύση, καθώς και όλοι οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι, είτε Ιουδαίοι είτε ειδωλολάτρες. «Η γη προσάγει το σπήλαιον», «οι άγγελοι δοξολογούσιν», οι ποιμένες και οι μάγοι προσέρχονται προς προσκύνηση. Με άλλα λόγια τα Χριστούγεννα αποτελούν ένα συμπαντικό πανηγύρι, το οποίο περικλείει τα πάντα. Διότι τα πάντα – άνθρωποι, άγγελοι, φύση -  ανακαινίζονται εν Χριστώ. «Ιδού καινά ποιώ πάντα» κατά την έκφραση της Γραφής (Αποκ. 21, 5).
Ιδιαιτέρως όμως πρέπει να τονίσουμε την ανθρώπινη συμμετοχή. Ο Θεός έρχεται στον κόσμο δι’ ανθρώπου, της Παναγίας, μα και γίνεται αποδεκτός από τους ανθρώπους. Στα πρόσωπα των ποιμένων (των απλών και πιστών Ιουδαίων) και των μάγων (των καλοπροαιρέτων ειδωλολατρών) βλέπουμε τους ανθρώπινους τύπους που σε κάθε εποχή πιστεύουν στον Χριστό και Τον αποδέχονται. Πρόκειται για τους καλοπροαίρετους ανθρώπους, που η πονηρία δεν έχει διαβρώσει ακόμη την ψυχή και την καρδιά τους. Ο κάθε άνθρωπος, κάθε εποχής, έστω και ειδωλολάτρης, τελικώς θα κληθεί από τον Θεό για να πιστέψει στον Χριστό. Οι μόνοι που μένουν ξένοι προς τον ερχομό του Θεού είναι οι πονηροί εκείνοι, υποκριτές και εγωιστές, που δεμένοι παθολογικά με την αμαρτία του κόσμου δεν τολμούν το άλμα εκείνο, που θα τους ρίξει στην αγκαλιά του Θεού.

4. Ο σκοπός της Γεννήσεως του Χριστού.

Στο κοντάκιο επισημαίνεται, λιτά και επιγραμματικά ασφαλώς, και ο σκοπός της Γεννήσεως του Χριστού. Ο Θεός γεννάται «δι’ ημάς» τους ανθρώπους. Στο σύμβολο της πίστεως το «δι’ ημάς» αναλύεται περισσότερο: ο Χριστός «δι’ ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν» κατήλθε εκ των Ουρανών και σαρκώθηκε εκ Πνεύματος Αγίου και από την Παρθένο Μαρία. Έτσι σκοπός της ενανθρωπήσεως του Θεού είναι, κατά το σύμβολο και το κοντάκιο, η σωτηρία των ανθρώπων. Σωτηρία όμως από τι; Από την καταδυνάστευση της αμαρτίας, του θανάτου και του διαβόλου. Κι αυτή η σωτηρία επιτυγχάνεται κατά τρόπο κυρίως θετικό: ο Χριστός μάς σώζει από την άρνηση στον βαθμό που μας ενώνει με τον Εαυτό Του και διά του Εαυτού Του με τον Θεόν Πατέρα. «Εγώ ειμι η θύρα. Δι’ εμού εάν τις εισέλθη σωθήσεται» (Ιωάν. 10,9).
Έτσι με την ενανθρώπηση του Θεού ανοίγεται και πάλι για τον άνθρωπο η βασιλεία του Θεού και μπορεί να επιτευχθεί από αυτόν ο αρχικός του προορισμός: το «καθ’ ομοίωσιν», η θέωση. «Ο του Θεού Λόγος ενηνθρώπησεν, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν» (Μ. Αθανάσιος). Ο προορισμός αυτός, που είχε δοθεί ως δυνατότητα στον άνθρωπο απαρχής της δημιουργίας του, αν καλλιεργούσε σε υπακοή προς τον Θεό τα χαρίσματα του «κατ’ εικόνα», χάθηκε με την πτώση του στην αμαρτία. Το προπατορικό λεγόμενο αμάρτημα, η ανυπακοή δηλαδή που έδειξαν οι πρωτόπλαστοι στον Θεό Πατέρα, σκοτείνιασε, «εζόφωσε», το κατ’ εικόνα και κατάφερε καίριο πλήγμα στο καθ’ ομοίωσιν. Ο ερχομός όμως του Χριστού καθάρισε και πάλι το κατ’ εικόνα και άνοιξε εκ νέου την αρχική προοπτική: το καθ’ ομοίωσιν. Με τη Γέννηση του Χριστού ο άνθρωπος άρχισε και πάλι να νιώθει τη θέρμη της αγκαλιάς του Θεού∙ να βιώνει τη βασιλεία Του ως την αληθινή πατρίδα και ως το πατρικό του σπίτι.
Τις δωρεές αυτές του ερχομού του Χριστού, που τις ξεκίνησε με τη Γέννησή Του και τις ολοκλήρωσε με όλη τη ζωή Του και μάλιστα τον Σταυρό και την Ανάστασή Του, καθώς και με την αποστολή του Πνεύματός Του την ημέρα της Πεντηκοστής, τις απολαμβάνει ο κάθε πιστός μέσα στην Εκκλησία, το ζωντανό σώμα του Χριστού. Ιδιαιτέρως στην εν μετανοία συμμετοχή στο σώμα και το αίμα του Χριστού γεύεται ο πιστός τις θεοποιές ενέργειες Εκείνου, που τον καθαρίζουν από κάθε αμαρτία και τον ενισχύουν δραστικά στην πορεία του προς τη θέωση. Έτσι η Γέννηση του Χριστού προεκτείνεται στον χρόνο μέσα από το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Στη Θεία Ευχαριστία, το κέντρο της Εκκλησίας, η ενσάρκωση του Χριστού βρίσκει την πληρότητά της. Κατά συνέπεια Χριστιανός που δεν κοινωνεί εν μετανοία το σώμα και το αίμα του Χριστού, ιδίως τα Χριστούγεννα, δεν υπάρχει.

5. Το άστρο των Χριστουγέννων.

Στο κοντάκιο μνημονεύεται και ο αστέρας της Βηθλεέμ. «Μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσι». Τι ήταν όμως αυτό το άστρο; Επρόκειτο για κάποια φυσική, έστω και με την επέμβαση του Θεού, πραγματικότητα ή για κάτι διαφορετικό; Κι είναι αλήθεια, πολλές προσπάθειες καταβλήθηκαν στο παρελθόν – που προεκτείνονται μέχρι και σήμερα ακόμη – με σκοπό να εξιχνιάσουν οι αστρονόμοι το φαινόμενο. Μα, ίσως, προκειμένου για το άστρο, να πρέπει να κινηθούμε περισσότερο πάνω στη γραμμή των Πατέρων της Εκκλησίας μας. Κι εκείνοι από αυτούς που ασχολήθηκαν με τον αστέρα της Γεννήσεως, όπως ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, ερμήνευσαν την εμφάνισή του σε σχέση με τους αγγέλους. Λέγει συγκεκριμένα ο άγιος Χρυσόστομος ότι ο αστέρας αυτός δεν είναι κάτι το φυσικό: ένα φαινόμενο του ουρανού, αλλά πρόκειται μάλλον περί αγγέλου του Θεού, ο οποίος παρουσιάστηκε με τέτοια φωτεινότητα, ώστε να κινήσει το ενδιαφέρον των μάγων-αστρονόμων της μακρινής Περσίας – ανθρώπων καλοπροαιρέτων, όπως είπαμε – και να τους καθοδηγήσει στο δρόμο τους για να βρουν τον γεννημένο πια Μεσσία. Διότι αν επρόκειτο περί φυσικού αστέρος δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί το γεγονός να εμφανίζεται και να εξαφανίζεται, όποτε ήθελε. Μη ξεχνάμε ότι στα Ιεροσόλυμα χάθηκε το αστέρι, ενώ και πάλι εμφανίστηκε, όταν κίνησαν οι μάγοι προς τη Βηθλεέμ.
Έτσι κι αλλιώς, στη Γέννηση του Χριστού κινούμαστε πάντα σε επίπεδο διπλό: πατάμε σε έδαφος ιστορικό, φυσικό, αλλά τα διαδραματιζόμενα είναι θεϊκά, υπερφυσικά.


Αναρτήθηκε από παπα Γιώργης Δορμπαράκης στις 10:52 μ.μ. 


Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ (ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ)


ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ (ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ)





«Αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών»(Ματθ. 1, 21)

α. Ένα παράδοξο ευαγγελικό ανάγνωσμα, στο μεγαλύτερο τμήμα του, είναι το σημερινό της Κυριακής προ της Χριστού Γεννήσεως. Μία πληθύς ονομάτων, ένα γενεαλογικό δένδρο, από τον Αβραάμ μέχρι και τον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γιατί αυτό; Γιατί η Εκκλησία μας δεν χρησιμοποίησε μόνο τα σχετικά με τη Γέννηση του Κυρίου, ή, ακόμη πιο πίσω, γιατί ο Ευαγγελιστής θεώρησε αναγκαία την προ του Ιησού Χριστού καταγραφή της γενεαλογίας Του; Κι η απάντηση βεβαίως είναι ότι αφενός διά της καταγραφής αυτής τονίζεται με σαφήνεια ότι ο Κύριος Ιησούς  Χριστός δεν ήλθε ως «από μηχανής Θεός», αλλά ως Εκείνος που είναι κανονικότατος άνθρωπος, «τέλειος άνθρωπος» εκτός από Θεός βεβαίως, άρα έχει συγκεκριμένη ανθρώπινη καταγωγή, και μάλιστα ιουδαϊκή, αφετέρου μαρτυρείται η προετοιμασία που ο Τριαδικός Θεός έκανε μέχρι να έρθει ο Υιός και Λόγος του Θεού ως άνθρωπος στον κόσμο. Απαρχής δηλαδή ο Θεός προφήτεψε τον ερχομό Του στον κόσμο, ήδη μετά την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία διά του λεγομένου Πρωτευαγγελίου, κάτι που διαρκώς ανανέωνε με την αποστολή των προφητών και την επιλογή ανά γενεές εκείνων που θα κρατούσαν αυτήν την υπόσχεση. Και ο ερχομός Του αυτός θα σήμαινε την απαλλαγή των ανθρώπων από την αιτία της απομάκρυνσής τους από Εκείνον, την ίδια την αμαρτία: ό,τι ο άγγελος Κυρίου αναφέρει με τον λόγο του: «Αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών».

β. 1. Η αναφορά στην αμαρτία, από την οποία θα απάλλασσε τον λαό Του ο Ιησούς, δεν είναι ως έννοια κάτι το απλό. Υπάρχουν άνθρωποι, και χριστιανοί ακόμη, που ως αμαρτία εννοούν απλώς μία παράβαση ενός νόμου, μία απόκλιση από κάτι που θεωρείται ως απλός κανόνας, αλλά που δεν συνιστά κάτι σοβαρό και δεν αλλοιώνει αυτό που είναι ο άνθρωπος. Υπάρχουν άλλοι, οι οποίοι προεκτείνουν την παραπάνω θεώρηση, ισχυριζόμενοι ότι με την απόκλιση αυτή ο άνθρωπος αποδεικνύει την ελευθερία και την «βέβαιη» περπατησιά του στον κόσμο, διότι ακριβώς αυτός καθορίζει την πορεία του, έχοντας και την ευθύνη της πορείας του σ’  αυτόν, λοιπόν μπορεί και να υπερηφανευτεί για το πόσος ανεξάρτητος είναι. Και βεβαίως υπάρχουν και εκείνοι, οι οποίοι διακωμωδούν την έννοια της αμαρτίας, διότι πιστεύουν αφενός ότι αυτή είναι κατασκεύασμα των παπάδων, αφετέρου ότι οι ίδιοι είναι εκείνοι που θα κρίνουν το σωστό ή το λάθος, θεωρώντας ασφαλώς ως σωστό αυτό που θα ικανοποιεί τις επιθυμίες και τις ορέξεις τους. Σ’ αυτήν την περίπτωση το «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» είναι το σύνθημα της ζωής τους.

2. Δεν πρόκειται να κρίνουμε τις αντιλήψεις αυτές, διότι ενώ υφίστανται, φανερώνουν ότι αυτοί που τις αποδέχονται δεν έχουν καμία ουσιαστική σχέση με την πίστη του Χριστού και της Εκκλησίας. Πρόκειται για αντιλήψεις που κυμαίνονται μεταξύ της ιουδαϊκής θεώρησης των πραγμάτων μέχρι και της ίδιας της αθεΐας. Για τους χριστιανούς όμως, που έχουν στοιχειώδη επίγνωση της πίστεώς τους, η έννοια της αμαρτίας έχει ένα τεράστιο βάθος, ανάλογο με την εικόνα που έχει κανείς και για τον Θεό, κάτι που σημαίνει ότι και η κατανόησή της δεν εκλαμβάνεται κατά τρόπο στατικό, αλλά βαίνει αυξομειούμενη: μικρή επίγνωση του Θεού και σχέση μαζί Του, μικρή αίσθηση και της αμαρτίας∙ μεγαλύτερη επίγνωση του Θεού, μεγαλύτερη και η αίσθηση αυτής. Αυτό συμβαίνει διότι Θεός και αμαρτία βρίσκονται σε αντιθετική κατάσταση – «ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν» - συνεπώς η στροφή προς τον Θεό δημιουργεί και την αποστροφή από την αμαρτία, όπως και η στροφή προς την αμαρτία και το φρόνημα του κόσμου δημιουργεί και την αποστροφή από τον Θεό και το άγιο θέλημά Του. Από την άποψη αυτή είναι ευνόητο γιατί πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν τον Θεό στη ζωή τους: διότι έχουν «αγκαλιάσει» καρδιακά την αμαρτία, δηλαδή τα πάθη τους, οπότε σπεύδουν να διαγράψουν τον Θεό, για να μην υπάρχει κανείς έλεγχος στις πονηρές πράξεις τους. Ώστε η αθεΐα έχει στην πραγματικότητα πρακτικό χαρακτήρα: η ίδια η ζωή φανερώνει ή όχι την ύπαρξή της. Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι παραπάνω από σαφής στη διευκρίνιση της αλήθειας αυτής. «Εις τα ίδια ήλθεν (ο Λόγος του Θεού) και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον. Ήν γαρ πονηρά αυτών τα έργα».

3. Η αμαρτία έτσι, ως ουσιαστική διαγραφή του Θεού, λειτουργεί ως διαστροφή του ανθρώπου, ψυχικά και σωματικά. Αν ο Θεός είναι η ζωή του ανθρώπου, όπως πράγματι είναι -  «Εγώ ειμι ο Ων», λέει η Αποκάλυψη του Θεού – απομάκρυνση από Αυτόν σημαίνει μετάβαση προς τον θάνατο. Και όντως: ο λόγος της Γραφής με αυτόν τον τρόπο κατανοεί αυτό που συνέβη στον άνθρωπο με την επανάστασή του κατά του Δημιουργού του: ο άνθρωπος διαστράφηκε και αλλοιώθηκε, γέμισε σκοτάδι η εικόνα του Θεού μέσα του και έχασε την προοπτική του: το καθ’ ομοίωσιν, να γίνει και αυτός ένας μικρός Θεός. Διότι μην ξεχνάμε ότι ο Θεός τον άνθρωπο τον δημιούργησε “κατ’ εικόνα και καθ’  ομοίωσιν’’ Αυτού. Δηλαδή να έχει χαρίσματα δικά Του, ώστε καλλιεργώντας αυτά εν υπακοή προς Εκείνον, να αναπτυσσόταν προς το καθ’  ομοίωσιν. Δεν το έκανε ο άνθρωπος, αλλοιώθηκε έτσι η εικόνα του Θεού σ’ αυτόν, έχασε την προοπτική και τον προορισμό του. Η αμαρτία συνεπώς δεν είναι μία απλή παράβαση ούτε και «παιχνίδι» για να γελά ο άφρων και μωρός άνθρωπος. Όπως μπορούμε να γελάμε με εκείνον που ενώ ήταν πολύ όμορφος στα χαρακτηριστικά του προσώπου του, η ομορφιά του χάθηκε εντελώς  από μία πυρκαγιά ή ένα μεγάλο τραυματισμό, άλλο τόσο και περισσότερο μπορούμε να «γελάμε» με την όποια αμαρτία μας.

4. Σ’ αυτήν την αλλοιωμένη από πλευράς πνευματικής κατάσταση της αμαρτίας, με τα γνωρίσματα της φθοράς και του θανάτου, όπως και της βαθειάς θλίψης και μελαγχολίας που την συνοδεύουν – δεν είναι τυχαίο ότι η έρευνα των αρχαιοελληνικών κειμένων έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτά διαπνέονται στο βάθος τους από μία πράγματι μελαγχολία και θλίψη, αφού κυριαρχούνται από την εξουσία του θανάτου – έρχεται ο Χριστός. Το μήνυμα του αγγέλου ότι «Αυτός θα σώσει τον λαό Του από τις αμαρτίες τους» είναι ό,τι πιο παρήγορο είχε και έχει ακουστεί  ποτέ στην ανθρωπότητα. Ο Χριστός είναι ο Ιησούς, ο Σωτήρας των ανθρώπων, Αυτός που  είχε προαναγγελθεί από τους προφήτες, ακριβώς για να αποκαταστήσει τον άνθρωπο από την πτώση του, με όλα τα αρνητικά αποτελέσματά της, τη φθορά, όπως είπαμε, και τον θάνατο. Κι Αυτός ο Χριστός δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος, αλλά ο Ίδιος ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο ένας της Τριάδος, που με την κοινή ενέργεια Αυτής, σαρκώνεται, ενανθρωπίζεται, γίνεται ένας από εμάς. «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος…Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν». Με τον ερχομό Του προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση, γενόμενος ο «Εμμανουήλ, ο εστιν μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός», την κανονική και αναμάρτητη όμως, την μη αλλοιωμένη από την αμαρτία – «τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος χωρίς αμαρτίας», κατά τη διατύπωση της Οικουμενικής Συνόδου – ώστε καθένας που θα εντασσόταν σε Αυτόν διά της πίστεως να επανερχόταν στα φυσιολογικά του πλαίσια, δηλαδή να καθαριζόταν από την αμαρτία, να εύρισκε τον φωτισμό της εικόνας του Θεού μέσα του και να ανοιγόταν γι’ αυτόν και πάλι η χαμένη προοπτική: το καθ’  ομοίωσιν. Και αυτό ξεκίνησε με τη Γέννηση του Υιού και Λόγου του Θεού και  αποκορυφώθηκε με τη Σταύρωση και την Ανάστασή Του. Πάνω στον Σταυρό ιδίως ο Χριστός «κατήργησε το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς εις την αμαρτίαν». Κι η Ανάστασή Του το διατράνωσε, ως νίκη πια απέναντι στον θάνατο.
Από την άποψη αυτή η Γέννηση του Χριστού έχει άμεση αναφορά  στο Πάθος και την Ανάστασή Του, γι’ αυτό και η Γέννα Του συνιστά την απαρχή του Πάθους, κάτι που φαίνεται εποπτικά και στη βυζαντινή εικόνα της Γεννήσεως, όπου ο Κύριος ως βρέφος είναι τοποθετημένος πάνω σε λάρνακα αντί φάτνης, όπως και στην εικόνα της Παναγιάς του Χάρου, κατά την οποία η Παναγία κρατά αντί του μικρού Χριστού έναν μικρό Εσταυρωμένο.

5. Διατυπώνοντας τα παραπάνω και πάλι: αφενός ο Θεός έγινε άνθρωπος για να κάνει τον άνθρωπο Θεό: «άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα Θεόν τον άνθρωπον απεργάσηται» - ό,τι, όπως είπαμε, ήταν η απαρχής προοπτική του – αφετέρου καταργηθείσης της αμαρτίας καταργήθηκε και το αποτέλεσμά της, ο θάνατος, πνευματικός και σωματικός, όπως και εκείνος που συνέτεινε στην απομάκρυνση από τον Θεό, ο διάβολος. Η σωτηρία με άλλα λόγια που έφερε ο Χριστός ήταν και είναι σωτηρία ναι μεν από την αμαρτία, αλλά και από τον θάνατο και τον διάβολο. Και μπορεί βεβαίως να συνεχίζουμε να αμαρτάνουμε, μπορεί να πεθαίνουμε σωματικά, μπορεί να δρα και να μας επηρεάζει ο διάβολος, όμως στην ουσία όλα αυτά έχουν ξεπεραστεί και ηττηθεί: και η αμαρτία δεν λειτουργεί αναγκαστικά, όπως πριν – αμαρτάνουμε πια, γιατί εμείς, οι βαπτισμένοι και ενωμένοι εννοείται με τον Χριστό, θέλουμε να αμαρτάνουμε – και ο θάνατος υφίσταται ακόμη, αλλά προσωρινά – η ανά πάσα στιγμή έλευση του Χριστού θα σημάνει την ανάσταση των σωμάτων – και ο διάβολος ενεργεί, γιατί εμείς χαλαρώνοντας πνευματικά του δίνουμε δίοδο επιρροής επάνω μας.

γ. Τα Χριστούγεννα ουσιαστικά έφτασαν. Η παρηγοριά που δίνει η Γέννηση του Χριστού, με τον τρόπο που είπαμε, είναι πραγματική και προσιτή στον καθένα. Το μόνο που απαιτείται για να νιώσει κανείς την προσφορά αυτή του Θεού είναι η εν πίστει μετάνοιά του. Το απλωμένο χέρι του Θεού ζητεί και τη δική μας ανταπόκριση. Και μετάνοια σημαίνει να πιστέψουμε ότι η αγάπη Του είναι μεγαλύτερη από τις αμαρτίες μας, να δεχτούμε ότι η ζωή μαζί Του είναι απείρως καλύτερη από αυτήν που ζούμε χωρίς Αυτόν. Η κατάθεση των αμαρτιών μας, η εξομολόγησή μας στο μυστήριο της μετανοίας, εκεί που προσφέρεται η βαριά και βρώμικη καρδιά μας σ’ Εκείνον, ώστε να την πάρει και να την ξεπλύνει, κάτι που κατεξοχήν ολοκληρώνεται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, θα είναι το ωραιότερο δώρο που μπορούμε  να Του προσφέρουμε για ό,τι Εκείνος έκανε και κάνει για εμάς. Θα έχουμε το κουράγιο να Του προσφέρουμε τις αμαρτίες μας; Θα γιορτάσουμε δηλαδή αληθινά Χριστούγεννα;
Αναρτήθηκε από παπα Γιώργης Δορμπαράκης στις 8:33 μ.μ. 


Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ

 ΑΝΑΚΟΙΝΟΥΤΑΙ 

ΕΚ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΟΤΙ ΕΙΣ ΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ ΘΑ ΕΥΡΙΣΚΕΤΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑΝ ΜΑΣ ΗΜΕΡΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΝ 18 - 12 - 2015 & ΠΕΡΙ ΩΡΑΝ 10:30 Μ.Μ Ο ΑΙΔΕΣΙΜΟΛΟΓΙΩΤΑΤΟΣ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗΣ -  ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ - ΕΛΕΝΗΣ & ΘΕΟΠΡΟΜΗΤΟΡΟΣ ΑΝΝΗΣ ΑΙΓΙΟΥ .


 ΕΚ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

Άγιος Σπυρίδων ο Θαυματουργός, επίσκοπος Τριμυθούντος Κύπρου


Βίος Αγίου

Άγιος Σπυρίδων ο Θαυματουργός, επίσκοπος Τριμυθούντος Κύπρου




 θαυματουργς κν τθνηκε Σπυρδων,
Το
 θαυματουργεν οκ ληξεν εστι.
μφ δωδεκτην Σπυρδων βοτον λπε τνδε.
Βιογραφία
Ο Άγιος Σπυρίδων γεννήθηκε το 270 μ.Χ. στο τώρα κατεχόμενο χωριό Άσσια (Άσκια) της Κύπρου (και όχι στην Τριμυθούντα - σημερινή Τρεμετουσιά - όπως γράφουν πολλοί) από οικογένεια βοσκών, που ήταν κάπως εύπορη. Αν και μορφώθηκε αρκετά δεν άλλαξε επάγγελμα. Συνέχισε και αυτός να είναι βοσκός.

Σαν χαρακτήρας, ο Άγιος, ήταν απλός, αγαθός, γεμάτος αγάπη για τον πλησίον του. Τις Κυριακές και τις γιορτές, συχνά έπαιρνε τους βοσκούς και τους οδηγούσε στους ιερούς ναούς, και κατόπιν τους εξηγούσε την ευαγγελική ή την αποστολική περικοπή. Ο Θεός τον ευλόγησε να γίνεται συχνά προστάτης χήρων και ορφανών.

Νυμφεύθηκε ευσεβή σύζυγο και απέκτησε μια κόρη, την Ειρήνη. Γρήγορα, όμως, η σύζυγός του πέθανε. Για να επουλώσει το τραύμα του ο Σπυρίδων αφοσιώθηκε ακόμα περισσότερο στη διδαχή του θείου λόγου.

Μετά από πολλές πιέσεις, χειροτονήθηκε ιερέας. Και πράγματι, υπήρξε αληθινός ιερέας του Ευαγγελίου, έτσι όπως τον θέλει ο θείος Παύλος: «
νεπίληπτον, νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν, τέκνα χοντα ν ποταγ μετ πάσης σεμνότητας» (Α' προς Τιμόθεον γ' 2-7). Δηλαδή ακατηγόρητο, προσεκτικό, εγκρατή, σεμνό, φιλόξενο, διδακτικό, και να έχει παιδιά που να υποτάσσονται με κάθε σεμνότητα. Έτσι και ο Σπυρίδων, τόσο σωστός υπήρξε σαν ιερέας, ώστε όταν χήρεψε η επισκοπή Τριμυθούντος στην Κύπρο, δια βοής λαός και κλήρος τον εξέλεξαν επίσκοπο.

Από τη θέση αυτή ο Σπυρίδων προχώρησε τόσο πού στην αρετή, ώστε τον αξίωσε ο Θεός να κάνει πολλά θαύματα.

Να σημειώσουμε εδώ ότι ο Άγιος Σπυρίδων με το κύρος της αγίας και ηθικής ζωής του στην Α' Οικουμενική σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας (Μικρά Ασία) και στην οποία συμμετείχε, κατατρόπωσε τους Αρειανούς και αναδείχτηκε από τους λαμπρούς υπερασπιστές της Ορθόδοξης πίστης. Μάλιστα, όπως αναφέρει η παράδοση, αφού μίλησε για λίγο, κατόπιν έκανε το σημείο του Σταυρού και με το αριστερό χέρι, που κρατούσε ένα κεραμίδι, εις τύπον της Αγίας Τριάδος είπε: «Ε
ς τ νομα το Πατρός» και έκανε να φανεί προς τα επάνω απ' το κεραμίδι φωτιά, δια της οποίας είχε ψηθεί αυτό. Όταν δε είπε: «Κα το Υο», έρρευσε κάτω νερό, δια του οποίου ζυμώθηκε το χώμα του κεραμιδιού. Και όταν πρόσθεσε: «Κα το γίου Πνεύματος» έδειξε μέσα στη χούφτα του μόνο το χώμα που απέμεινε.

Ο Άγιος Σπυρίδων κοιμήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 350 μ.Χ.

Τα 648 μ.χ. η Κύπρος αντιμετώπιζε μεγάλες επιδρομές από τους Σαρακηνούς και το λείψανο μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό. Τοποθετήθηκε στον Ναό των Αγίων Αποστόλων μαζί με το λείψανο της Αυγούστας Θεοδώρας (βλέπε
 11 Φεβρουαρίου). Παρέμεινε στην βασιλίδα των πόλεων μέχρις ότου ο ιερέας Γρηγόριος Πολύευκτος λίγες μέρες πριν την πτώση πήρε τα δύο λείψανα και τα μετέφερε μέσω Σερβίας, Θράκης και Μακεδονίας στη Παραμυθιά της Ηπείρου. Τρία χρόνια περιπλανήθηκε από τόπο σε τόπο μέχρις ότου φτάσει στην Κέρκυρα. Όλο αυτό το διάστημα είχε τοποθετήσει τα λείψανα σε σακιά με άχυρα και όποιος τον ρωτούσε τους έλεγε πως είναι τροφή για το υποζύγιό του. Το 1456 μ.Χ. έφτασε στην Κέρκυρα γιατί πίστευε πως τα λείψανα θα ήταν ασφαλισμένα. Τα Επτάνησα εκείνη την εποχή βρίσκονταν κάτω από την εξουσία των Ενετών. Ο ιερέας Γρηγόριος Πολύευκτος βρήκε ένα συμπολίτη του πρόσφυγα τον ιερέα Γεώργιο Καλοχαιρέτη και του κληροδότησε το λείψανο του Αγίου.

Μετά τον θάνατο του ο Γεώργιος Καλοχαιρέτης άφησε κληρονομιά στους γιούς του στο Λουκά και Φίλιππο το λείψανο του Άγιου Σπυρίδωνα Οι δύο αδελφοί θέλησαν να μεταφέρουν το λείψανο στην Βενετία. Η υπόθεση μάλιστα εκδικάστηκε από την Ενετική Γερουσία. Το ανώτατο δικαστικό όργανο του κράτους αποφάσισε ότι το λείψανο αποτελεί ιδιοκτησία των αδελφών, άρα διατηρούν το αναφαίρετο δικαίωμα να το μεταφέρουν όπου εκείνοι επιθυμούν. Τελικά όμως η μεταφορά δεν πραγματοποιήθηκε διότι υπήρξαν έντονες αντιδράσεις από τον Κερκυραϊκό λαό και το ανώτατο δικαστικό όργανο δεν επέμεινε και επικράτησε η σκέψη ότι δεν έπρεπε να δημιουργούνται δυσαρέσκειες στους λαούς οι οποίοι βρίσκονται κάτω από τη Βενετική σημαία. Το 1512 μ.Χ. συντάχθηκε στην Άρτα δωρητήριο συμβόλαιο στο όνομα της Ασημίνας Καλοχαιρέτη, κόρη του Φιλίππου, η οποία παντρεύτηκε τον Σταμάτιο Βούλγαρη και η οποία με τη σειρά της άφησε διαθήκη που χρονολογείται από τις 25 Νοεμβρίου 1571 μ.Χ. και ορίζει πως το Ιερό Λείψανο του Αγίου παραμένει ως κληρονομιά στους γιούς της και στους απογόνους τους.

Ο ναός ο οποίος στεγάζει σήμερα το σκήνωμα του σγίου, κτίστηκε στα 1589 μ.Χ. και ανήκει στο ρυθμό της μονόκλιτης βασιλικής. Το ψηλό και πυργωτό καμπαναριό, ως συμπλήρωμα του ναού, κτίστηκε το 1620 μ.Χ. Το σημερινό τέμπλο του ναού, κατασκευασνμένο από μάρμαρο της Πάρου, κατασκευάστηκε το 1864 μ.Χ. και είναι έργο του αυστριακού αρχιτέκτονα Μάουερς. Η ουρανία είναι ζωγραφισμένη από τον Κερκυραίο ζωγράφο Νικόλαο Ασπιώτη το 1852 μ.Χ., ενώ οι εικόνες του τέμπλου είναι φτιαγμένες από τον επίσης Κερκυραίο ζωγράφο, Σπύρο Προσαλένδη. Η σημερινή λάρνακα φτιάχτηκε στη Βιέννη το 1867 μ.Χ. Είναι από σκληρό, πολυτελές ξύλο με εξωτερική ασημένια επένδυση. Βρίσκεται τοποθετημένη μέσα στην κρύπτη, η οποία δημιουργήθηκε ειδικά για να δεχθεί το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνα, το οποίο επισκέπτονται χιλιάδες ξένοι και ντόπιοι επισκέπτες. Είναι ένα από τα τρία άφθορα λείψανα στο Ιόνιο, του Άγιου Σπυρίδωνα, του Άγιου Γεράσιμου και του Αγίου Διονυσίου.

Στην Κέρκυρα το σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνος λιτανεύεται τέσσερις φορές το χρόνο. Την Κυριακή των Βαΐων για την απαλλαγή του νησιού από επιδημία πανώλης το 1629 μ.Χ. Το Μεγάλο Σάββατο γιατί το έτος 1533 μ.Χ. το νησί επλήγη από μεγάλη καταστροφή της σοδιάς των σιτηρών. Την 11η Αυγούστου για την διάσωση του νησιού από σφοδρή επιδρομή των Τούρκων το 1716 μ.Χ. και την πρώτη Κυριακή του μηνός Νοεμβρίου για δεύτερη επιδημία πανώλης το 1673 μ.Χ.
Θαύματα του Αγίου Σπυρίδωνα
1.    Μια μέρα, ένας πτωχός με πολυμελή οικογένεια κτύπησε την πόρτα της επισκοπής του Αγίου Σπυρίδωνα. Πλησίασε τον άγιο και με δάκρυα του ζήτησε ένα δάνειο. Το ήθελε για να πληρώσει κάποιο χρέος του σ' ένα πλούσιο, που απειλούσε να του πωλήσει το σπίτι του. Πού να βρει όμως ο άγιος ένα τόσο μεγάλο ποσό;

Στον πόνο που του δημιουργούσαν τα πικρά δάκρυα του πτωχού, που από τη θλίψη σπάραζε, ο στοργικός επίσκοπος καταστενοχωρημένος άρχισε να βηματίζει. Ξάφνου εκεί μπροστά του, πήρε το μάτι του ένα φίδι να σέρνεται μέσα στην πρασινάδα. Σαν αστραπή πέρασε από τον νου του το ραβδί του Ααρών, που στο παλάτι του Φαραώ τ' αφήκε να πέσει στη γη κι έγινε φίδι. «Ας ήταν, Κύριε, το φίδι αυτό να γινόταν χρυσάφι για τον πτωχό αυτόν οικογενειάρχη, είπε σιγανά. Ναί, Κύριε. Άς γινόταν χρυσάφι, για να βοηθηθεί το δυστυχισμένο αυτό πλάσμα σου», ξανάπε και σήκωσε το χέρι. Το φίδι σταμάτησε. Κι ο άγιος έσκυψε και το πήρε. Στό χέρι του το σιχαμερό ερπετό μεταμορφώθηκε κι άστραψε τώρα χρυσαφένιο. O πτωχός γεμάτος χαρά πήρε το χρυσάφι κι έτρεξε και το 'δωκε ενέχυρο στον πλούσιο δανειστή.

Όταν αργότερα με τη βοήθεια του Θεού πλήρωσε το χρέος του, ο δανειστής του επέστρεψε το χρυσαφένιο ενέχυρο. Κι ο πτωχός το πήρε και με δάκρυα ευγνωμοσύνης το γύρισε στον άγιο. Αυτός, αφού το έλαβε στα χέρια, έστρεψε τα μάτια στον ουρανό, δόξασε τον Θεό για την άπειρη φιλανθρωπία του κι ύστερα το έρριξε στη γη. Και ώ του θαύματος! Το χρυσάφι έγινε και πάλι φίδι κι έφυγε από μπροστά τους.
2.    Κάποια άλλη φορά ο Άγιος Σπυρίδωνας, ύστερα από μακρινή οδοιπορία για διδαχή του λαού του μπήκε κουρασμένος στο σπίτι ενός από τους πιστούς του, για να ξεκουραστεί. Στο άκουσμα της είδησης κόσμος πολύς από τα γειτονικά σπίτια στην αρχή κι έπειτα από όλη την κοινότητα έτρεξαν να τον συναντήσουν και να πάρουν την ευλογία του. Ανάμεσα στα πλήθη ήταν και μια αμαρτωλή γυναίκα, που ήρθε κι αυτή να δεί τον άγιο. Κάποια στιγμή μάλιστα έπεσε και κάτω, για να ασπασθεί τα πόδια του. Με τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος ο άγιος, σαν την κοίταξε, γνώρισε αμέσως την αμαρτία της. Χωρίς να τον ακούσει κανένας, με τρόπο γλυκύ και ταπεινό, ψιθύρισε στη γυναίκα: «Κυρά μου, μη με εγγίσεις». Εκείνη όμως επέμενε. Και τότε ο άγιος με αυστηρότητα φανέρωσε μπροστά σε όλους την αμαρτία της. Η γυναίκα θαύμασε και με συντριβή καρδιάς έσκυψε κι άρχισε με δάκρυα να ζητά το έλεος του Θεού. Μπροστά στη μετάνοια της ο στοργικός πατέρας της είπε με συγκίνηση τα λόγια εκείνα, που κάποτε ο ίδιος ο Κύριος απηύθυνε σε μια τέτοια αμαρτωλή: «Θάρσει, θύγατερ. φέωνται σοι α μαρτίαι». Πήγαινε στο καλό και πρόσεχε μελλοντικά. Με τον τρόπο του ο άγιος βοήθησε την αμαρτωλή εκείνη γυναίκα να μετανοήσει. Αλλά κι έδωκε ένα μάθημα σε όλους. Μόνο η μετάνοια η ειλικρινής ξεπλένει την ψυχή και αποκαθιστά τον άνθρωπο στη θέση την τιμητική, να είναι παιδί του Θεού.
3.    Ο άγιος κατά τη Μεγάλη Σαρακοστή συνήθιζε να νηστεύει απόλυτα. Δεν έτρωγε τίποτα, ούτε αυτός ούτε κι η κόρη του. Κάποια βραδυά, σε περίοδο νηστείας, ένας άγνωστος οδοιπόρος κτύπησε την πόρτα της επισκοπής του. Ο άγιος έσπευσε με προθυμία να του ανοίξει και να τον υποδεχθεί. Του πρόσφερε νερό να ξεπλυθεί και πήγε να βρει κάτι, για να του δώσει να δειπνήσει. Κοίταξε παντού, μα τίποτα δεν βρήκε. Ούτε ψωμί δεν είχε. Στήν αμηχανία του ο άγιος θυμήθηκε πώς σε κάποια γωνιά βρισκόταν κρεμάμενο ένα κομμάτι διατηρημένο χοιρινό κρέας από τις ημέρες της κρεοφαγίας. Χωρίς να χάσει καιρό, φώναξε την κόρη του να ψήσει λίγο για τον φιλοξενούμενο τους. Η κόρη ετοίμασε το τραπέζι. Έβαλε πάνω το ψητό κρέας και κάλεσαν τον ξένο να φάγει. Ο ξένος, σαν είδε το προσφερόμενο, αρνήθηκε να το δοκιμάσει λέγοντας: «Δέσποτα μου, συγχώρεσε με. Νηστεύω. Είμαι χριστιανός». «Ναί! παιδί μου», είπε ο άγιος, «κι εγώ νηστεύω. Είμαι κι εγώ χριστιανός. Μα μια και δεν έχουμε τίποτε άλλο στο σπίτι κι εσύ πρέπει να τονωθείς ύστερα από την τόση οδοιπορία, θα φας από αυτό που βρίσκεται. Να! εγώ καταλύω πρώτος τη νηστεία. Φάγε, παιδί μου, να τονωθείς». Κι ο άγιος, για να ενθαρρύνει τον ξένο, έφαγε κι έδωσε και σ' εκείνο λέγοντας του. «Πάντα καθαρ τος καθαροίς,  θεος πεφήνατο Λόγος». Την άλλη μέρα φυσικά συνέχισε και πάλι τη νηστεία του.

Το περιστατικό αυτό δείχνει την πλατιά αντίληψη του αγίου για τη νηστεία, που είναι κι η μόνη ορθή. «Τ
 Σάββατον γένετο δι τν νθρωπον οχ  νθρωπος δι τ Σάββατον». (Μάρκ. β', 27).
4.    Μια βραδυά, την ώρα που όλοι ησύχαζαν, μερικοί κλέφτες μπήκαν στη μάνδρα, που ήσαν τα πρόβατα που έτρεφε ο άγιος για τις ανάγκες των πτωχών του, για να κλέψουν μερικά. Ξεχώρισαν αυτά που ήθελαν και δοκίμασαν να φύγουν. Άδικα, όμως, προσπαθούν να κινηθούν προς την έξοδο. Τα πόδια και τα χέρια τους δέθηκαν αόρατα από Εκείνο, που όλα τα βλέπει και τα παρακολουθεί, Όλο το βράδυ άγρυπνοι αγωνίζονταν χωρίς να κατορθώσουν αυτό που ήθελαν. Όταν ξημέρωσε και πήγε ο άγιος στη μάνδρα και τους είδε σε κείνα τα χάλια, τους σπλαγχνίστηκε. Τους μίλησε με καλωσύνη και τους συνέστησε να μην επαναλάβουν αυτή την πράξη. Κι εκείνοι ντροπιασμένοι και καταστενοχωρημένοι του το υποσχέθηκαν. Τους έλυσε τα δεσμά, με τα οποία ήσαν δεμένοι, τους ευλόγησε και τους απέλυσε. Την ώρα, που έφευγαν, τους έδωσε κι ένα κριάρι για «τον κόπο της αγρυπνίας». Πόσο δίκαιο έχει ο λαός μας όταν λέγει: «Αγαπά ο Θεός τον κλέφτη· αγαπά όμως και τον νοικοκύρη». Ο Πανάγαθος «θέλει πάντας σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α' Τιμοθ. β' 4).
5.    Στις αρχές του 17ου αιώνα μ.Χ. μια τρομερή ανομβρία κτύπησε τα νησιά του Ιόνιου Πελάγους. Ιδιαίτερα τη νήσο Κέρκυρα. Η δύναμη που κρατούσε κι εξουσίαζε τα νησιά με τους πολέμους που διεξήγαγε εδώ κι εκεί, δεν εύρισκε καιρό να σκεφθεί τους δουλοπάροικους της. Ο λαός πεινά. Υποφέρει. Πλησίαζε και το Πάσχα, η Λαμπρή. Πώς θα περνούσε ο κόσμος τέτοιες μέρες χωρίς ψωμί; Στις δύσκολες αυτές ώρες όλοι θυμούνται τον Θεό. «Η παιδεία Κυρίου ανοίγει μου τα ώτα» (Ησαΐα, ν' 5) φωνάζει κι ο λόγος του Θεού. Στην εκκλησία που φυλάγεται το λείψανο του αγίου, ο λαός αγρυπνεί και παρακαλεί. Οι ιερείς ψέλνουν την παράκληση του αγίου. Κι η απάντηση έρχεται τάχιστα.

Το Μέγα Σάββατο τρία πλοία φορτωμένα με σιτάρι πλέουν προς την Ιταλία. Όταν περνούσαν την Κέρκυρα, οι ναύτες βλέπουν ξαφνικά και των τριών πλοίων την πλώρη να στρέφεται πλάγια και προς τον βοριά, όπου ήταν η νήσος. Ο αέρας αλλάζει κατεύθυνση και τα βοηθά. Ένας γέροντας ρασοφόρος προχωρεί μπροστά, λες και τους δείχνει τον δρόμο. Και μια φωνή δυνατή ακούεται και επαναλαμβάνεται πολλές φορές. «Προς την Κέρκυρα. Πεινούν εκεί οι άνθρωποι. Θα πληρωθείτε. Θα πληρωθείτε. Προς την Κέρκυρα». Σε λίγο, τα καράβια φτάνουν στο λιμάνι. Τα έφερε ο άγιος. Ρίχνουν τις άγκυρες και καλούν τον κόσμο να τρέξει να πάρει αυτά που ποθούσε κι είχε τόση ανάγκη. Να πάρει αυτό που στηρίζει την καρδιά του ανθρώπου. Να πάρουν το σιτάρι για να φτιάξουν το ψωμί. Δεν πέρασε πολλή ώρα και το λιμάνι γέμισε από κόσμο. Τα σακκιά με τον ξανθό θησαυρό σέρνονται στην ακρογιαλιά και διαμοιράζονται. Οι καρδιές πανηγυρίζουν. Τα δάκρυα του πόνου μεταβάλλονται με μιας σε δάκρυα χαράς. Δοξολογίας και χαράς, μα κι ευγνωμοσύνης στον Μεγάλο Πατέρα, τον Πανάγαθο Θεό και τον προστάτη κι ακοίμητο φρουρό άγιο.

Η Ενετική Κυβέρνηση με θέσπισμά της ώρισε κάθε Μεγάλο Σάββατο να γίνεται λιτάνευση του ιερού Σκηνώματος του αγίου, για να θυμάται πάντα ο λαός το μεγάλο αυτό θαύμα της σωτηρίας του από την πείνα.
6.    Γύρω στα 1629-30 μ.Χ. καινούργια δοκιμασία έπληξε το ευλογημένο νησί της Κέρκυρας. Αρρώστια μεταδοτική και θανατηφόρα, το κτύπησε αυτή τη φορά χωρίς διάκριση και έλεος. Ήταν πανώλης (πανούκλα). Άνδρες και γυναίκες, νέοι και γέροι, πλούσιοι και πτωχοί προσβάλλονται καθημερινά από την επάρατη νόσο και πεθαίνουν τόσο στην πόλη, όσο και στην ύπαιθρο, τα χωριά. Η διοίκηση του νησιού με τα πρώτα κρούσματα σπεύδει να ψηφίσει και να διαθέσει ένα τεράστιο ποσό, για να περιορίσει την εξάπλωση της αρρώστιας. Άδικα όμως αγωνίζεται. Σε λίγο καιρό η ωραία Κέρκυρα πάει να ερημώσει. Τα καταστήματα τόσο στην πόλη, όσο και στα μεγάλα κέντρα έχουν κλείσει. Η αγορά νεκρώθηκε. Οι δρόμοι έχουν αδειάσει. Μονάχα μερικά αλογοσυρόμενα κάρα κινούνται κάπου-κάπου φορτωμένα με πτώματα για να μεταφέρουν το μακάβριο φορτίο τους έξω από την πόλη για ταφή σε ομαδικούς τάφους. Εικόνα τραγική παρουσιάζει ολόκληρο το νησί.

Κάποια μέρα στη συμφορά αυτή την κοσμογονική ο πιστός και πονεμένος λαός παρά τις συστάσεις των ιατρών να αποφεύγει τον συνωστισμό, τολμά και σπεύδει να κατακλύσει τον ιερό ναό του αγίου και με συντριβή ψυχής και δάκρυα καυτά να εκζητήσει τη μεσιτεία του.

Κι η σωτηρία δεν αργεί. Προσφέρεται γρήγορα και πλούσια.

Ο ιστορικός της Κέρκυρας Ανδρέας Μάρμορας που ζούσε Τότε, μας λέγει, πως η τρομερή επιδημία, παρά την έλλειψη σχετικών φαρμάκων, σε λίγο περιορίστηκε στο ελάχιστο και μέχρι την Κυριακή των Βαΐων σταμάτησε τελείως. Όλες τις νύκτες κατά τις οποίες η πόλη δοκιμαζόταν από την αρρώστια, πάνω από το ναό του αγίου φαινόταν κάτι σαν φως μιας υπερκόσμιας κανδήλας. Ήταν το σημάδι πως ο άγιος αγρυπνούσε και φρουρούσε τον λαό του. Έτσι το εξήγησαν οι πιστοί. Το φως το έβλεπαν συνέχεια οι νυχτερινοί σκοποί των φρουρίων.

Η τρομερή αυτή επιδημία, η πανώλης, παρουσιάστηκε και δεύτερη φορά στην Κέρκυρα μετά από σαράντα περίπου χρόνια, το 1673 μ.Χ. Και τούτη τη φορά η αρρώστια ξαπλώθηκε γρήγορα σε πόλεις και χωριά. Τα κρούσματα υπήρξαν πάμπολλα. Το δρεπάνι του θανάτου θέριζε κι αυτή τη φορά καθημερινά ένα μεγάλο αριθμό από τους κατοίκους.

Στις παρακλήσεις του λαού του ο θαυματουργός άγιος έσπευσε να ανεβάσει και πάλι στον θρόνο της θείας Μεγαλωσύνης, τη συντριβή και τα δάκρυα του πιστού λαού μαζί με τα δικά του και να εκζητήσει και να λάβει τάχιστα το ουράνιο έλεος και τη σωτηρία του. Τα λόγια του Πνεύματος του Θεού «επικάλεσαί με εν ημέρα θλίψεώς σου και εξελούμαί σε και δοξάσεις με» (ψαλμ. μθ', 15) βρήκαν και στην περίπτωση αυτή πλήρη την εφαρμογή τους. Στις ικεσίες του θείου ιεράρχη και του μετανοημένου λαού η απάντηση δεν άργησε να δοθεί. Τα κρούσματα μέρα με τη μέρα ελαττώθηκαν στο ελάχιστο και τις τελευταίες μέρες του Οκτώβρη σταμάτησαν απότομα. Κι αυτή τη φορά στην κορυφή του καμπαναριού για τρεις νύχτες έβλεπαν οι πιστοί ένα σταθερό φως, και μέσα σ' αυτό το υπερκόσμιο φως, τον θαυματουργό άγιο να αιωρείται και μ' ένα Σταυρό στο χέρι να καταδιώκει ένα κατάμαυρο φάντασμα, την αρρώστια, που προσπαθούσε να αποφύγει τον άγιο και να σωθεί.

Η ευγνωμοσύνη κι οι ευχαριστίες του πιστού λαού υπήρξαν και πάλι μεγάλες. Με θέσπισμα της Ενετικής διοικήσεως καθιερώθηκε από τότε κάθε πρώτη Κυριακή του Νοεμβρίου να γίνεται πανηγυρική και παλλαϊκή λιτάνευση του ιερού Σκηνώματος, για να θυμάται ο λαός κι ιδιαίτερα η νέα γενεά τον αληθινό και άγρυπνο προστάτη και Σωτήρα της.
7.    Το 1715 μ.Χ. ο καπουδάν Χοντζά πασάς, αφού κατέκτησε την Πελοπόννησο κατά διαταγή του σουλτάνου προχωρεί για να καταλάβει και τα Επτάνησα. Και πρώτα - πρώτα βαδίζει προς την Κέρκυρα, που τόσο αυτή, όσο και τα άλλα νησιά βρισκόντουσαν κάτω από την Ενετική κυριαρχία.

Ένα πρωί της 24ης Ιουνίου 1716 μ.Χ. η τουρκική στρατιά με επίκεφαλής τον σκληρό στρατηγό της επέδραμε και πολιόρκησε την πόλη κι απ' την ξηρά κι από τη θάλασσα. Επί πενήντα μέρες το αίμα χυνόταν ποτάμι κι από τις δύο μεριές. Οι υπερασπιστές Έλληνες και Βενετσιάνοι αγωνιζόντουσαν απεγνωσμένα για να σώσουν την πόλη. Τα γυναικόπαιδα, μαζεμένα στον ιερό ναό του αγίου μαζί με τους γέρους κι όσους δεν μπορούσαν να πάρουν όπλα προσεύχονται στα γόνατα και με στεναγμούς λαλητούς εκζητούν του προστάτη αγίου τη μεσιτεία. Σαν πέρασαν οι πενήντα μέρες οι εχθροί αποφάσισαν να συγκεντρώσουν όλες τις δυνάμεις τους και να κτυπήσουν με πιο πολλή μανία την πόλη. Κερκόπορτα ζητούν κι εδώ οι εχθροί για να τελειώσουν μια ώρα γρηγορώτερα το έργο τους. Απ' την Κερκόπορτα δεν μπήκαν κι οι προγονοί τους και κατέκτησαν τη Βασιλεύουσα; Γι' αυτό και προβάλλουν δελεαστικές υποσχέσεις, για να πετύχουν κάποια προδοσία.

Το επόμενο πρωινό ένας Αγαρηνός με τηλεβόα κάνει προτάσεις στους μαχητές να παραδοθούν, αν θέλουν να σωθούν. Την ίδια ώρα όμως αραδιάζει κι ένα σωρό απειλές στην περίπτωση, που οι υπερασπιστές δεν θα δεχόντουσαν τη γενναιόδωρη πρόταση του.

Περνούν οι ώρες. Η αγωνία κι ο φόβος συνέχει τις ψυχές. Οι Αγαρηνοί ετοιμάζονται για το τελειωτικό κτύπημα, όπως λένε. Μα κι οι υπερασπιστές εμψυχωμένοι από τις προσευχές τόσο των ίδιων, όσο και των ιδικών τους μένουν αλύγιστοι κι ακλόνητοι στις θέσεις τους. Η πρώτη επίθεση αποκρούεται με πολλά τα θύματα κι από τις δύο μεριές. Η πόλη της Κέρκυρας περνά τρομερά δύσκολες στιγμές. Η θλίψη, όμως, των στιγμών εκείνων «υπομονήν κατεργάζεται, η δε υπομονή δοκιμήν, η δε δοκιμή ελπίδα, η δε ελπίς ου καταισχύνει» (Ρωμ. ε', 3-5). Η ελπίδα στον Θεό ουδέποτε στ' αλήθεια ντροπιάζει ή διαψεύδει αυτόν που την έχει. Κι ο λαός ελπίζει και προσεύχεται. Προσεύχεται και πιστεύει πώς ο ακοίμητος φρουρός και προστάτης άγιος του, δεν θα τον εγκαταλείψει.

Στον ιερό ναό οι προσευχές του άμαχου πληθυσμού συνεχίζονται θερμές κι αδιάκοπες.

Ξημέρωσε η 10η Αυγούστου. Κάτι ασυνήθιστο για την εποχή παρατηρείται την ήμερα αυτή από το πρωί. Ο ουρανός είναι σκεπασμένος με μαύρα πυκνά σύννεφα. Από στιγμή σε στιγμή ετοιμάζεται να ξεσπάσει τρομερή καταιγίδα. Και να! Πολύ πριν από το μεσημέρι μια βροχή, καταρρακτώδης, βροχή κατακλυσμιαία αρχίζει να πέφτει στη γη. Μοναδική η περίπτωση. Νύχτωσε κι ακόμη έβρεχε. Σαν αποτέλεσμα   της κακοκαιρίας αυτής καμιά επιθετική προσπάθεια δεν αναλήφθηκε εκείνη την ήμερα. Η νύχτα περνά ήσυχα. Περί τα ξημερώματα της 11ης Αυγούστου συνέβη κάτι το εκπληκτικό, το αναπάντεχο. Μια Ελληνική περίπολος που έκαμνε αναγνωριστικές επιχειρήσεις, για να εξακριβώσει από που οι εχθροί θα επιτίθεντο, βρήκε τα χαρακώματα των Τούρκων γεμάτα νερό από τη βροχή και πολλούς Τούρκους στρατιώτες πνιγμένους μέσα σ' αυτά. Νεκρική σιγή βασίλευε παντού. Στό μεταξύ ξημέρωσε για καλά. Οι χρυσές ακτίνες του ήλιου πέφτουν στη γη και χαιρετούν την άγρυπνη πόλη. Οι τηλεβόες σιγούν. Οι εχθροί δεν φαίνονται. Μήπως κοιμούνται; Τι να συμβαίνει άραγε;

Μα δεν το είπαμε; Η ελπίδα στον Θεό «ου καταισχύνει». Δεν ντροπιάζει ποτές εκείνο που την έχει. Και να!

Όλη τη νύχτα ο θαυματουργός εκείνος υπερασπιστής της νήσου, ο άγιος Σπυρίδωνας της Κύπρου με ουράνια στρατιά συνοδεία κτύπησε άγρια τους Αγαρηνούς, και τους διέλυσε και τους διεσκόρπισε. Αυτά ομολογούσαν οι ίδιοι οι Αγαρηνοί το πρωί που έφευγαν «χωρίς διώκον τος». Σωρεία τα πτώματα στην παραλία. Τα απομεινάρια της τούρκικης στρατιάς μαζεμένα στα λίγα πλοία που απέμειναν, φεύγουνε ντροπιασμένα για την Κωνσταντινούπολη. Αληθινά! «Τον ελπίζοντα επί Κύριον έλεος κυκλώσει». Και «αυτή εστίν η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών». (Α' Ίωάν. ε', 4). Δηλαδή αυτή είναι η δύναμη που νίκησε τον κόσμο, η πίστη μας.

Η Κέρκυρα πανηγυρίζει. Ο πιστός λαός, μαζεμένος στην εκκλησία του αγίου, δοξολογεί τον Θεό και ψάλλει με δυνατή φωνή: «Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ... δόξα τω ενεργούντι δια σου... Ναι! δόξα στον Παντοδύναμο Χριστό, που σε δόξασε. Δόξα και σε σένα άγιε, που με τη χάρη Του ενεργείς τα τόσα θαύματα σου».

Η ανέλπιστη σωτηρία της νήσου από την εκστρατεία των Τούρκων ανάγκασε κι αυτή την αριστοκρατία των Ενετών, να αναγνωρίσει ως ελευθερωτή της Κέρκυρας τον άγιο Σπυρίδωνα. Και ως εκδήλωση ευγνωμοσύνης να προσφέρει στον ναό μια ασημένια πολύφωτη κανδήλα, και να ψηφίσει ώστε το λάδι που θα χρειαζόταν κάθε χρόνο για το άναμμα της κανδήλας αυτής, να προσφέρεται από το Δημόσιο. Με ψήφισμα της πάλι η Ενετική διοίκηση καθιέρωσε την 11 Αυγούστου, σαν ημέρα εορτής του αγίου και λιτανεύσεως του ιερού Σκηνώματός Του.
8.    Ο αρχιναύαρχος του Ενετικού στόλου και διοικητής της νήσου Κερκύρας, Ανδρέας Πιζάνης, θέλοντας κατά ένα τρόπο πιο φανερό και πιο θεαματικό να εκδηλώσει την ευγνωμοσύνη του στον άγιο για τη σωτηρία, αποφάσισε να στήσει στον ναό ένα θυσιαστήριο ακόμη. Ένα θυσιαστήριο για να γίνεται επάνω σ' αυτό το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας κατά το Λατινικό δόγμα. Το θυσιαστήριο, αλτάριο κατά τους Λατίνους, θα κτιζόταν δίπλα στην Αγία Τράπεζα των Ορθοδόξων κι εκεί θα γινόταν από Λατίνο ιερέα η θεία Λειτουργία. Στή σκέψη του αυτή πολύ ενισχύθηκε ο Ενετός διοικητής και από ένα θεολόγο Λατίνο σύμβουλο του, κάποιο Φραγκίσκο Φραγγιπάνη. Ο τελευταίος θεώρησε την ευκαιρία μοναδική για να τοποθετήσει στο ναό του αγίου αλτάριο, δηλαδή αγία Τράπεζα φράγκικη και να τελείται μέσα στον ορθόδοξο ναό του αγίου η θεία Λειτουργία με άζυμα, κατά το δικό τους το δόγμα. Μετά τη γνωμοδότηση, που πήρε από τον σύμβουλο του ο διοικητής Ανδρέας Πιζάνης, κάλεσε τους ιερείς του Ναού και τους ανακοίνωσε τον σκοπό του και ζήτησε κατά κάποιο τρόπο από αυτούς και τη συγκατάθεση τους. Εκείνοι, όπως ήτο φυσικό, αρνήθηκαν κι υπέδειξαν, πως αυτό θα ήταν μια καινοτομία ασύγγνωστη και επιζήμια και γι' αυτό δεν έπρεπε να γίνει. Στην άρνηση των ιερέων να συγκατατεθούν στην τοποθέτηση του αλταρίου, ο διοικητής τους απείλησε κι αποφάσισε να προχωρήσει στην εκτέλεση του σχεδίου του χωρίς την άδεια τους. Οι ιερείς στην επιμονή του κατέφυγαν με δάκρυα στον άγιο τους και ζήτησαν με θερμή προσευχή, τη βοήθεια και την προστασία του. Ο διοικητής με το δικαιωμα που του έδινε η εξουσία, προσπάθησε ανεμπόδιστα να προχωρήσει στην εκτέλεση της παράνομης επιθυμίας του. Αλλά και ο άγιος, για να προλάβει μια τέτοια απαράδεκτη πράξη, παρουσιάστηκε δύο κατά συνέχεια νύκτες στον ύπνο του με το ένδυμα ορθόδοξου μονάχου και του συνέστησε να παραιτηθεί από την απόφαση του, διαφορετικά θα το μετάνοιωνε πολύ πικρά. Τρομαγμένος ο διοικητής κάλεσε τον σύμβουλο του και του φανέρωσε και τις δύο φορές την απειλή του αγίου. Ο θεολόγος σύμβουλος γέλασε και τις δύο φορές κι υπέδειξε πώς δεν έπρεπε αυτός ένας μορφωμένος άρχοντας να βασισθεί στα όνειρα, που είναι έργο, όπως του είπε, του διαβόλου και που σκοπό έχουν να παρεμποδίσουν και να ματαιώσουν ένα καλό και θεάρεστο έργο.

Τα λόγια του συμβούλου διασκέδασαν τον φόβο του διοικητού, ο οποίος μάλιστα την επομένη ήμερα 11 Νοεμβρίου 1718 μ.Χ. ακολουθούμενος από τη συνοδεία του   πρωί-πρωί ξεκίνησε για την εκκλησία του αγίου για να προσκυνήσει τάχατες το λείψανο και να ανάψει το καντήλι του. Ουσιαστικά όμως πήγε εκεί για να καταμετρήσει το μέρος που θα κτιζόταν το αλτάριο και να καθορίσει και τις διαστάσεις του, μήκος, πλάτος και ύψος.

Εκεί στον ναό για μια ακόμη φορά αγωνίστηκαν οι ιερείς με κάθε τρόπο, να τον αποτρέψουν από του να εκτελέσει το σχέδιο του. Άδικα, όμως. Ο άρχοντας, όχι μόνο δεν μεταπείσθηκε, αλλά και με σκληρό και βάναυσο τρόπο τους απείλησε πώς, αν του ξαναμιλούσαν γι' αυτό το θέμα, θα τους έστελλε φυλακή στη Βενετία.

Έφυγε ο διοικητής με τη συνοδεία του, με την απόφαση την επομένη το πρωί, δηλαδή στις 12 του Νοέμβρη, οι άνθρωποι του να ερχόντουσαν να. αρχίσουν το έργο. Οι ιερείς κι ένας αριθμός πιστών έμειναν εκεί, συνεχίζοντας με δάκρυα τις παρακλήσεις τους μπροστά στην ανοικτή λάρνακα, που περιείχε το σεπτό λείψανο.

Πέρασε η μέρα. Νύχτωσε. Κοντά στα μεσάνυχτα, όπως μας διηγείται ο υπέροχος χρονικογράφος Αθανάσιος ο Πάριος, στο βιβλίο του «ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΡΙΣΙΣ», βροντές και κεραυνοί συνταράζουν την πόλη. Ο σκοπός, που βρισκόταν στην είσοδο του φρουρίου κοντά στην πυριτιδαποθήκη βλέπει κάποιο μοναχό να προχωρεί μ' ένα δαυλό αναμμένο στο χέρι και να μπαίνει στο Φρούριο. Πρόφτασε και του φώναξε: «Ποιός είσαι; Πού πάς»; Μια φωνή του απήντησε. «Είμαι ο Σπυρίδων».

Την ίδια ώρα τρείς φλόγες βγήκαν από το καμπαναριό της εκκλησίας ενώ ένα χέρι άρπαξε τον σκοπό και τον πέταξε στην άλλη μεριά του κάστρου. Ο σκοπός έπεσε όρθιος χωρίς να πάθει τίποτα. Ταυτόχρονα μια δυνατή, εκκωφαντική έκρηξη ακούστηκε. Και το φρούριο τινάχτηκε στον αέρα με όλα τα γύρω σπίτια. Η καταστροφή υπήρξε τρομερή. Χίλια περίπου πρόσωπα σκοτώθηκαν. Ο διοικητής Ανδρέας Πιζάνης βρέθηκε νεκρός με τον τράχηλο ανάμεσα σε δύο δοκάρια. Και ο θεολόγος σύμβουλος του, νεκρός έξω από το τειχόκαστρο μέσα σε ένα χαντάκι, στο οποίο έτρεχαν τα ακάθαρτα νερά των αποχωρητηρίων της πόλεως. Το ασημένιο πολύφωτο κανδήλι, που έκανε δώρο ο άρχοντας στην εκκλησία του αγίου, κατέπεσε με αποτέλεσμα να καταστραφεί η βάση του. Το κανδήλι κρεμάστηκε πάλι στο ίδιο μέρος, όπου βρέθηκε πεσμένο. Έτσι με αλάλητη φωνή μαρτυρεί ως σήμερα τη συμφορά, που έγινε. Και στη Βενετία, εκεί μακρυά στη Βενετία, την ίδια στιγμή έπεσε κεραυνός στο μέγαρο του Ανδρέα Πιζάνη, τρύπησε τον τοίχο κι έκαψε το πορτραίτο του άρχοντα. Την εικόνα του. Μόνο την εικόνα του.

Η τιμωρία παραδειγματική. Και το δίδαγμα από το περιστατικό μοναδικό. Η Ορθοδοξία δεν μπορεί να συγχέεται με τον παπισμό. Η Ορθοδοξία είναι φως, αλήθεια, ζωή. Ο παπισμός σκοτάδι, αίρεση, πλάνη.

Την άλλη μέρα, μετά από αυτά που συνέβησαν, ο Λατίνος επίσκοπος διέταξε να σηκώσουν τα υλικά, που μετέφεραν από μπροστά στην εκκλησία και να ματαιώσουν το έργο που σκέφθηκαν να εκτελέσουν. Την ίδια μέρα ο λαός της Κέρκυρας, μαζεμένος στον ιερό ναό του αγίου ψάλλει με αγαλλίαση και χαρά στον ακοίμητο προστάτη της νήσου:

«Ως των Ορθοδόξων υπέρμαχον, και των κακοδόξων αντίπαλον, Παμμακάριστε Σπυρίδων, ευφημούμεν oι πιστοί και υμνούμέν σε, και δυσωπούμέν σε, φυλάττειν τον λαόν και την πάλιν σου, πάσης κακοδοξίας και επιδρομής βαρβάρων απρόσβλητον».
9.    Στον Ελληνοιταλικό πόλεμο του 1940 μ.Χ., η Κέρκυρα δεχόταν επί ένα έτος τις καθημερινές αεροπορικές επιθέσεις των Ιταλών αεροπόρων, εν τούτοις οι ζημιές υπήρξαν ελάχιστες.

Κατά τις επιδρομές αυτές που δεν σταμάτησαν ούτε και τα Χριστούγεννα συνέβαινε κάτι το πολύ περίεργο. Αν και τα Ιταλικά αεροπλάνα πετούσαν συνήθως πολύ χαμηλά, μια και η Κέρκυρα δεν διέθετε αντιαεροπορική άμυνα, εν τούτοις οι βόμβες τους κατά κανόνα δεν έπεφταν μέσα στην πόλη, αλλά μακρυά στη θάλασσα. Λες και κάποιο χέρι τις έσπρωχνε εκεί. Κι όταν κάποτε σ' ένα βομβαρδισμό μια βόμβα έπεσε στον γυναικωνίτη της εκκλησίας του αγίου, που ας σημειωθεί ήταν γεμάτη από γυναικόπαιδα, η βόμβα δεν εξερράγη. Ο πυροδοτικός της μηχανισμός δεν λειτούργησε. Ο άγιος δεν το επέτρεψε. Ποιος μπορεί σ' αυτή, μα και σ' άλλη παρόμοια περίπτωση να σιωπήσει και να μην αναφωνήσει: «Δοξασμένον το Πανάγιον Όνομα σου εις τους αιώνας, γλυκύτατε Ιησού».

πολυτκιον  (Κατέβασμα)χος α’. Το λίθου σφραγισθέντος.
Τ
ς Συνόδου τς πρώτης νεδείχθης πέρμαχος, κα θαυματουργς θεοφόρε, Σπυρίδων Πατρ μν· δι νεκρ σ ν τφ προσφωνες, κα φιν ες χρυσον μετέβαλες· κα ν τ μέλπειν τς γίας σου εχάς, γγέλους σχες συλλειτουργούντάς σοι ερώτατε. Δόξα τ σ δοξάσαντι Χριστ· δόξα τ σ στεφανώσαντι· δόξα τ νεργούντι δι σο, πσιν άματα.
Κοντκιον
χος β’. Τ νω ζητν.
Τ
 πθ Χριστο τρωθες, ερώτατε, τν νον πτερωθείς, τ αγλ το Πνεύματος, πρακτικ θεωρία, τν πρξιν ερες θεόπνευστε, θυσιαστήριον θεον γενόμενος, ατούμενος πσι θείαν λλαμψιν.
Κθισμα
χος πλ. δ’. Τν Σοφαν κα Λγον.
κ ποιμνων προβτων τν το Χριστοκκλησαν ποιμανειν προχειρισθες, ποιμν θεοπρβλητος, σ Σπυρδων νλαμψας, κακοδοξας λκους, λσας τος λγοις σου, ν εσεβεας πόᾳ, ατν κτρεφμενος· θεν ναμσον, θεοφρων Πατρων, τν πστιν τρνωσας, τ σοφίᾳ το Πνεματος, ερρχα μακριε· Πρσβευε Χριστ τ Θε, τν πταισμτων φεσιν δωρσασθαι, τος ορτζουσι πθ, τν γαν μνμην σου.
 Οκος
Τ
ν κ κοιλας γιασμνον ερρχην Κυρου, νευφημσωμεν νν Σπυρδωνα, τν τς χριτος πλκας δεξμενον θεας δξης, κα ν θαμασι περιβητον πσι, κα ς θερμν κα ατπτην τς θεας λλμψεως, ς τν πεντων προσττην, κα τν μαρτανντων ψυχαγωγν· οτος γρ θων τ βματι το Χριστοερρχης πιστς ναδδεικται, ατομενος πσι θεαν λλαμψιν.
Μεγαλυνριον
Χαίροις των θαυμάτων ο ποταμός· Χαίροις ασθενούντων, και πασχόντων ο ιατρός· Χαίροις των λογίων του Πνεύματος ο σπόρος, Σπυρίδων Τριμυθούντος, ποιμήν τρισόλβιε.
τερον Μεγαλυνριον
Χαίροις Τριμυθούντος η καλλονή, Χαίροις ασθενούντων, και πασχόντων ο ιατρός, Χαίροις των Πατέρων, ωράϊσμα και κλέος, Τρισόλβιε Σπυρίδων, σε μεγαλύνομεν.