Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ & ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ 
ΤΕΛΏΝΟΥ & ΦΑΡΙΣΑΊΟΥ
 
 
Αγαπητοί μου εν Χριστώ αδελφοί, με τήν σημερινή Εορτή τή; Αποδόσεως τής Υπαπαντής, <<ώς καί υμείς νά περιμένωμεν τόν Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν>> καί έχοντας αφήσει πίσω μας τήν περίοδον τής Τεσσαρακοστής τών Χριστουγέννων , τίς εορτές του Δωδεκαημέρου ( ήτοι τής Χριστού Γεννήσεως, τής περιτομής τού Κυρίου , τής τού θεού Επιφανίας σήμερα μέ τήν παραβολή τού Τελώνου καί τού Φαρισαίου εισερχώμεθα σε μία  άλλη εκκλησιαστική περίοδο αυτή τής προπαρασκευής γιά τήν μεγάλη Τεσσαρακοστή, αλλά καί τής μεγάλης εβδομάδος καθώς καί τής Ταφής καί Αναστάσεως τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού , δηλαδή τού Τριωδίου . 
 
Σε αυτή τήν σημερινή ευαγγελική παραβολή τού Κυρίου παρουσιάζονται σέ όλους εμάς καί στό καθ΄έναν προσωπικά  , οι δύο παραστατικές εικόνες τών δύο ανθρώπων πού προσέρχονται στόν ναό τού Σολομώντα γιά νά προσευχηθούν, τού τελώνου καί τού Φαρισαίου. 
 
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν νά εμβαθύνουμε σέ αυτές τίς δύο προσωπικότητες, καί τό τί θέλει ό κύριος μας νά μάθουμε απο αυτούς. 
 
Ο τελώνης αγαπητοί μου αδελφοί, είναι αυτός πού προσέρχεται στό Ιερό πρώτος τόν μυδιάζουν ειρωνικά πολλοί, δυσφορούν κάποιοι , μερικοί εκφράζουν καί τήν αγανάκτησή τους , λέγοντας "τί θέλει αυτός ο αμαρτωλός σ' αυτόν τόν ιερό τόπο, μήπως νομίζει 'οτι ο Θεός θά ακουσει τήν βέβηλη προσευχή του;"

Ας δούμε καί τήν συμπεριφορά τους απέναντι στόν Φαρισαίο. Όταν τόν βλέπουν νά προσέρχεται στόν ναό γιά νά προσευχηθεί , σίγουρα από σεβασμό θά παραμέρισαν , θά τού άνοιξαν τόν δρόμο γιατί πίστευαν ότι αυτό καί μόνο αυτός είναι δίκαιος καί η προσευχή του θά ήταν σίγουρα πιό ευπρόσδεκτη από τόν Θεό. 

Όμως αγαπητοί μου αδελφοί, πόσο μεγάλη ήταν η πλάνη τους. Αυτοί ότι έκαναν τό έκαναν γιατί έκριναν από τήν εξωτερική εμφάνιση, σέ αντίθεση μέ τόν Θεό πού βλέπει τά βάθη τής καρδιάς , τήν εσωτερική διάθεση αλλά καί τήν εσωτερική ψυχική κατάσταση τού κάθε ανθρώπου, καί αναλόγως δέχεται ή δέν κάνει ή όχι δεκτά τά αιτήματά τού κάθε  ανθρώπου.  
Σίγουρα αγαπητοί αδελφοί μου τήν προσεχή τού Φαρισαίου τήν απέρριψε ώς ιεροσυλία ο Θεός , γιατί αυτή προερχόταν από τήν γεμάτη αλαζονεία καρδιά του. 
Η προσευχή του πρός καί γιά τόν θεό ήταν μία προσωπική αλαζονική  εγωϊστική επίδειξη , ένα αυτολιβάνισμα. Καί γιατί αυτό θά ρωτήσει κάποιος ; Γιατί ο Φαρισαίος είναι αυτός πού επιδεικτικά στέκεται σε ξεχωριστή καί διακεκριμένη θέση - στό κέντρο τού ναού - καί αρχίζει μεγαλοφώνως νά αυτοεγκωμιάζεται , νά απαριθμεί τίς καλές , όπως εκείνος νόμιζε καλές του πράξεις και δέν σταματάει εκεί, κατηγορεί τόν τελώνη,  και φτάνει μάλιστα στό έσχατο σημείο νά κατηγορεί όλους ανεξάρτητα τούς ανθρώπους , ώς φαύλους , διεφθαρμένους άδικους αλλά καί άρπαγες. 

Πόσο διαφορετική ήταν ή στάση τού Τελώνη, αγαπητοί μου αδελφοί, στεκόταν σέ κάποια απόμερη άκρη τού ιερού τού Ναού, , μακριά από τό θυσιαστήριο, δέν τολμούσε ούτε να κοιτάξει στόν Ναό, αλλά ούτε καί νά σηκώσει τά μάτια του στόν ουρανό καί τόν θεό. Αισθανόταν τό πλήθος καί βάρος τών μέχρι τότε αμαρτιών του, πιεζόταν από τό βάρος τής ενοχής του , αλλά καί συγκλονιζόταν από τίς δίκαιες τύψεις τής συνήδεισής του.
Πώς , καί ποιός θά ήταν αυτός πού θά τολμούσε νά σηκώσει τά χέρια του καί τά μάτια του πρός τόν ουρανό, εκεί πού βρισκόταν ο θρόνος τού δίκαιου Θεού; Ήταν - όπως καί ό ίδιος συνειδητοποιούσε -  αυτός είχε παραβεί τό θείο του θέλημα, είχε καταφρονήσει τόν ουράνιο Πατέρα, και είχε κάνει κάθε είδους αδικία απέναντι στά τέκνα τού Θεού. Όλα όσα κέρδιζε από τίς αδικίες του , τά διάθετε σέ διασκεδάσεις , ασωτίες, καί μέ τά χρήματα πού κέρδιζε από αυτές, αγόραζε τά γλυκόπικρα ποτά τής αμαρτίας, ενώ γύρω του υπήρχαν φτωχοί , πεινασμένοι καί χωρίς νά έχουν κάτι νά φορέσουν. Αλλά αυτόν τί τόν έμελε; είχε σκληρύνει τήν καρδιά του , είχε αποξενωθεί καί απομακρυνθεί από κάθε αίσθημα ευσπλαγχνίας καί καλοσύνης! 

Καί καθώς τώρα τά θυμόταν όλα αυτά, πονούσε καί πλημμύριζε από οδύνη. Ελεεινολογούσε τόν εαυτό του, γιά το θλιβερό κατάντημά του, καί συνέπεια αυτού συντετριμμένος βυθιζόταν όλο καί πιό πολύ ταπεινώνοντας περισσότερο τόν εαυτό του. 
Εάν λοιπόν , τόν έβλεπε κάποιος εκείνη τήν στιγμή και τόν παρακολουθούσε προσεκτικά εκείνη τήν στιγμή, θά τόν άκουγε νά αναστενάζει, θά τόν έβλεπε νά κτυπάει τό στήθος του, σάν νά ήθελε, νά τιμωρήσει τήν καρδιά του , τήν έδρα τών πονηρών επιθυμιών του , κίνητρο πρός τήν αμαρτία του, ενώ από τά βάθη τής ψυχής του , ερχότανε η ολόθερμη προσευχή " Ο Θεός , έλεγε, ο Θεός ιλάσθητοί μοι τώ αμαρτωλώ" , δηλαδή ο Θεός ο πολυέλεος καί πολυεύσπλαχνος , ελέησέ με τόν αμαρτωλό. 
 
Πώς ήταν δηλαδή - δυνατόν - νά μήν ακούσει μέ στοργή ο Θεός καί νά μήν κάνει δεκτή μιά τέτοια προσευχή πού προερχόταν από μία "καρδία συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην"  Τού δέ Φαρισαίου, τού γεμάτου αλαζονεία, απέρριψε τήν καυχησιολογία , τού δέ γεμάτη ταπείνωση καρδιά καί ψυχή τελώνη δέχτηκε τήν ταπει στό φρόνημα προσευχή,  Όχι ο Φαρισαίος , αλλά ο τελώνης "" κατέβη δεδικαιωμένος είς τόν οίκον αυτού"

Πόσο διδακτικό είναι τελικά- αγαπητοί μου αδελφοί- τό παράδειγμα τού γεμάτου ταπεινοφροσύνη τελώνη. Καί εμείς ίσως πολλές φορές αισθανόμαστε τήν επιτακτική ανάγκη τής προσευχής.  Όταν οί θλίψεις μάς βαραίνουν , όταν οί βιοτικές ανάγκες μάς στενοχωρούν , όταν υψώνεται μπροστά μας βουνό η αδικία καί ο παραμερισμός μας εκ μέρους τών άλλων , όταν οι περιπέτειες καί οί δυσκολίες τής ζωής φαίνονται νά μάς έχουν φέρει σέ αδιέξοδο, τότε αισθανόμαστε τήν ανάγκη καί τόν πόθο νά καταφύγουμε στόν θεό καί ίσως,  ίσως ακόμα εάν μάς πιέζει τό άγχος τής ενοχής εξαιτίας τών αμαρτιών μας , όταν οί τύψεις μας μάς ταράζουν ή όταν μάς διακατέχει ό φόβος, τόν οποίο προκαλεί η ταραγμένη συνείδησή μας. 

Τότε καί μόνο τότε - αγαπητοί μου αδελφοί - θέλουμε νά εκφράσουμε τόν πόνο μας, νά ζητήσουμε έλεος,νά βρούμε τήν χαρά, νά ανακτήσουμε τήν δύναμη, γιά νά προσπεράσουμε δυσκολίες καί εμπόδια, καί τότε - ναί - καταφεύγουμε θερμότερα στήν προσευχή. φαίνεται τότε σάν ό ίδιος ο Θεός νά μιλάει μέσα στήν ψυχή μας καί νά μάς λέει " επικαλέσαι με έν ημέρα θλίψεως καί εξελούμαι σε" (Ψαλμ. μθ' 15). 

Άς σκεφτούμε - έστω καί γιά μία στιγμή- ποιός είναι Εκείνος μπροστά στόν οποίο - τολμάμε- και παρουσιαζόμαστε καί ποιοί είμαστε εμείς, εκείνοι πού τόν παρακαλούμε. 
 Εκείνος είναι ο απειροτέλειος Θεός, ο Παντοδύναμος Δημιουργός , Ο εξουσιαστής τού παντός, ό Πάνσοφος Προνοητής, καί κυβερνήτης τού ορατού καί αόρατου κόσμου, ο Πανάγαθος καί Πολυέλαιος   Πατέρας μας. 

Άς αναλογιστούμε όμως ποιοί είμαστε εμείς;  Εμείς είμαστε τά άτακτα παιδιά του , είμαστε οί αντάρτες , οί επαναστάτες, είμαστε οί παραβάτες καί καταφρονητές τού Θείου θελήματός Του, καί τό πούμε - άς το παραδεχτούμε -καί νά  είμαστε ειλικρινείς  μία φορά μέ τόν εαυτό μας, μέ τά ίδια μας τά λόγια καί τά έργα μας "υβριστές ' απέναντι στόν Πλάστη μας. 

Καί αυτή η συναίσθηση τής ίδιας τής αμαρτωλότητάς μας , πρέπει καί είμαι σίγουρος γι' αυτό νά μάς γεμίζει ντροπή , νά μάς βυθίζει σέ ταπείνωση , νά μήν μάς αφήνει νά σηκώσουμε τά μάτια μας πρός τόν θρόνο τού Θεού , αλλά μέ βαθιά ταπεινοφροσύνη νά προσευχόμαστε όπως ό Τελώνης " Ο Θεός ιλάσθητοί μοι τώ αμαρτωλώ"  καί φυσικό επακόλουθο είναι ο θεός , ό οποίος "ταπεινοίς δίδωσι χάριν" θά δεχτεί τήν προσευχή μας , θά μάς δώσε χάρη, αλλά καί χαρά, θά μάς δώσει τήν άφεση, τήν δικαίωση μας αλλά καί τήν υϊοθεσία, τέλος δέ θά κάνει δεκτά τά αιτήματ τής προσευχής μας . Αμήν!!!