Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

23 Σεπτεμβρίου – Εορτή Συλλήψεως Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτιστού

  • Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος ήταν υιός του ιερέως Ζαχαρίου και της Ελισάβετ. Γεννήθηκε 6 μήνες προτού γεννηθεί ο Χριστός και έγινε Πρόδρομος του Κυρίου και Βαπτιστής Του.
  • Ο χρόνος όμως κύλησε, χωρίς καμιά θεϊκή απάντηση στο ποθητό τους αίτημα. Ο Ζαχαρίας έκανε πάντοτε την Ιερατική του λειτουργία στο Ναό του Σολομώντος.

  • Σύμφωνα δε με την συνήθεια, που επικρατούσε τότε στο Ιερατείο, ο Ιερεύς ο οποίος θα προσέφερε θυμίαμα στο θυσιαστήριο των θυμιαμάτων διαλεγόταν με κλήρο. Μια μέρα, λοιπόν, ο κλήρος έπεσε στον Ιερέα Ζαχαρία. Τότε αυτός προχώρησε μέσα στο Ναό του Κυρίου, για να προσφέρει το θυμίαμα, ενώ πλήθος κόσμου ήταν συγκεντρωμένο και προσευχότανε εκεί έξω από το Θυσιαστήριο.
  • Η εμφάνιση του Αγγέλου στον Ζαχαρία

  • Την ώρα, όμως που το θυμίαμα άρχισε ν’ ανεβαίνει ανάλαφρα και να ευωδιάζει ο Ναός από το άρωμά του ο Ζαχαρίας είδε ένα αστραποβόλο Άγγελο να κάθεται στα δεξιά του Θυσιαστηρίου. Αμέσως τον κατέλαβε ταραχή και τον κυρίεψε ο φόβος. Τότε ο Άγγελος με φωνή γλυκιά και καθησυχαστική του είπε. «Μή φοβοῦ Ζαχαρία, διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καί ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱόν σοί»
  • -Μη φοβάσαι, δηλ. Ζαχαρία. Δεν είναι για να φοβάσαι τούτη τη στιγμή, αλλά για να χαίρεσαι. Μεγάλη είδηση χαράς σου φέρνω: Η παράκληση σου, που έκανες στο Θεό τόσες φορές, εισακούστηκε. Η Ελισάβετ θα σου γεννήσει παιδί και θα το ονομάσεις Ιωάννη.
  • Ο Ζαχαρίας, όμως, ενώ ακούει αυτά τα ουρανόσταλτα λόγια, σκέφτεται την προχωρημένη ηλικία της γυναίκας του και την στειρότητά της. Σκέφτεται και τα δικά του γεράματα και ρωτάει τον Άγγελο με κάποια δυσπιστία:
  • Με ποιο τρόπο, με ποιο σημάδι μπορώ να πιστέψω και να βεβαιωθώ αυτό που μου λες; Πώς να το πιστέψω αυτό, αφού κι εγώ είμαι γέροντας και η γυναίκα μου είναι περασμένη στα χρόνια;
    Τότε ο Άγγελος του αποκρίθηκε; Εγώ είμαι ο Γαβριήλ. Είμαι ο Αρχάγγελος, που στέκομαι δίπλα στο Θεό για να τον υπηρετώ. Και είμαι απεσταλμένος του Θεού να σου φέρω αυτές τις χαρούμενες ειδήσεις. Αφού όμως ζητάς σημάδι, για να πιστέψεις, θα το έχεις. «Ἰδού ἔση σιωπῶν καί μή δυνάμενος λαλῆσαι». Από χώρα μέχρις ότου γεννηθεί το παιδί, θα είσαι άλαλος και βουβός.
  • Το τέλος της ντροπής της ατεκνίας

  • Έπειτα από λίγες μέρες η Ελισάβετ συνέλαβε υιό και ένοιωσε μέσα της να σκιρτάει η ζωή. Πέντε μήνες κρύβει την εγκυμοσύνη της η Ελισάβετ από ντροπή, για την ηλικία που βρίσκεται. Έπειτα όμως φανερώνεται. Καταλαβαίνει, ότι πρέπει να δείξει την χάρη, που της έκανε ο Θεός. Κι εκεί, που ο κόσμος την συγχαίρει, για το ευχάριστο γεγονός, εκείνη δοξάζει τον Θεό και Τον ευχαριστεί διότι την απάλλαξε από την ντροπή της ατεκνίας. Πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι η ατεκνία ήταν ντροπή μεγάλη και όνειδος σκληρό την εποχή εκείνη.
  •  

ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ 2020

 

ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ

Γιορτάζουμε σήμερα 26 Σεπτεμβρίου, ημέρα μνήμης της Μεταστάσεως του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και Ευαγγελιστού, ας πούμε λίγα λόγια:

Ο Άγιος Ιωάννης, ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού, ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης και μικρότερος αδελφός του αποστόλου Ιακώβου. Γεννήθηκε στη Γαλιλαία και δεν ήταν εγγράμματος διότι από μικρός βοηθούσε τον πατέρα του που ήταν ψαράς. Στην αρχή ήταν μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και αμέσως μόλις γνώρισε τον Ιησού έγινε μαθητής Του μαζί με τον αδερφό του τον Ιάκωβο. Η Εκκλησία μας του απένειμε την προσωνυμία του Θεολόγου. Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι ο Ευαγγελιστής της αγάπης. Όχι μόνο γιατί αναφέρεται συνεχώς στα κείμενά του στην αγάπη, αλλά κυρίως γιατί την βίωνε και την εξέφραζε. Αγαπούσε πολύ τον Διδάσκαλό του.  

Τον ακολούθησε και στις πιο δύσκολες ώρες της επίγειας ζωής Του. Όταν οι άλλοι μαθητές ήταν κρυμμένοι «διά τον φόβον των Ιουδαίων», αυτός ήταν παρών στην σύλληψή Του, στην δίκη και στον Γολγοθά, όπου κάτω από τον Σταυρό στις κρίσιμες εκείνες στιγμές του εμπιστεύθηκε ο Χριστός την μητέρα Του.
Μόνο αυτός απ’όλους τους Αποστόλους ονομάζεται «υιός Παρθένου», και μάλιστα της Μητροπαρθένου και Θεομήτορος, αφού έγινε για Αυτήν κατά χάριν ό,τι ο Χριστός Της είναι κατά φύσιν. Είναι ο μόνος όπου απέκτησε την ίδια με τον Χριστό μητέρα, είναι και ο μόνος αδελφός Του επάνω από όλους και συγγενής και αφομοιωμένος με τον Υιό του Θεού.
Ο Ιωάννης τίμησε την επιθυμία του Κυρίου και μέχρι την Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου Την φρόντιζε ως αληθινή του μητέρα. Μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον Πέτρο αποτελούσαν την τριάδα τον μαθητών που είχε μαζί του ο Χριστός στην ανάσταση της κόρης του Ιαείρου, στο όρος Θαβώρ, όπου «μετεμορφώθει έμπροσθεν αυτών», καθώς και στην Γεθσημανή, όπου προσευχήθηκε πριν από το πάθος Του.
Ο Ιωάννης είναι ο συγγραφέας του 4ου κατά σειρά Ευαγγελίου στην Καινή Διαθήκη, το θεολογικότερο όλων και θεωρούμενο ως Ευαγγέλιο της αγάπης, καθώς επίσης τριών Καθολικών Επιστολών και της Αποκάλυψης.
Τη ζωή του κοντά στον Κύριο τη γνωρίζουμε μέσα από τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Ο Ιωάννης συνέχισε έντονα την δράση του και μετά την Ανάληψη του Κυρίου. Αυτός και ο Πέτρος ήταν οι πρώτοι που κήρυξαν μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος σε όλο τον κόσμο τον Λόγο του Κυρίου. Ο Άγιος Ιωάννης ήταν ο μαθητής της αγάπης που μας διδάσκει να αγαπούμε τον Θεό όχι μόνο «εν λόγω και γλώσση», αλλά και «εν έργω και αληθεία» (Α’ Ιω. γ’ 18).
Η παράδοση, επίσης, μας λέει ότι ο Ιωάννης κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία, και ιδιαίτερα στην Έφεσο. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Δομετιανού βασανίστηκε και εξορίστηκε στη Πάτμο, όπου αξιώθηκε και έγραψε την Αποκάλυψη στο σπήλαιο. Σε μεγάλη ηλικία ξαναγύρισε στην Έφεσσο όπου συνέγραψε το ευαγγέλιό του.
Αξίζει να αναφέρουμε τη φράση που συνεχώς έλεγε στους μαθητές του: «Τεκνια, αγαπατε αλλήλους» (Ιωαν. ιγ΄ 34), που σημαίνει, παιδιά μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο, και όταν οι μαθητές του ρώτησαν γιατί συνεχώς τους λέει την ίδια φράση, αυτός απάντησε «διότι είναι εντολή του Κυρίου, και όταν αυτό μόνο γίνεται, αρκεί.
Ο Ιωάννης έζησε γύρω στα 100 χρόνια και κοιμήθηκε ειρηνικά γύρω στο 105 με 106 μ.Χ. στην Έφεσσο και τάφηκε έξω από αυτήν. Μετά από μερικές μέρες οι μαθητές του και πολλοί χριστιανοί πήγαν να προσκυνήσουν και είδαν τον τάφο άδειο. Ο Άγιος αναστήθηκε και μετέστη στην αιώνια ζωή.
Είθε να αγαπούμε κι εμείς τον Άγιο Θεό, όπως Τον αγαπούσε ο Ιωάννης !!!
Να τιμούμε κι εμείς με τη σειρά μας τον αγαπημένο μαθητή του Χριστού Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, όπως τον τιμούσαν τόσοι άλλοι Άγιοι, για να αξιωθούμε κι εμείς της Βασιλείας των Ουρανών και να γίνουμε κληρονόμοι ζωής αιωνίου.
Αμήν.


Απολυτίκιο:
Απόστολε, Χριστώ τω Θεώ ηγαπημένε, επιτάχυνον, ρύσαι λαόν αναπολόγητον δέχεταί σε προσπίπτοντα, ο επιπεσόνα τω στήθει καταδεξάμενος όν ικέτευε Θεολόγε, και επίμονον νέφος εθνών διασκεδάσαι, αιτούμενος ημίν ειρήνην, και το μέγα έλεος.

Κυριακή Α’ Λουκά – Η θαυμαστή αλιεία

 

Κυριακή Α’ Λουκά – Η θαυμαστή αλιεία

Ευαγγέλιο Κυριακής: Λουκ. ε’ 1-11

1 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ,  ἑστὼς ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, 2 καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. 3 ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. 4 ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. 5 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. 6 καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. 7 καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. 8 ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν  Ἰησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· 9 θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, 10 ὁμοίως δὲ καὶ  Ἰάκωβον καὶ  Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ  Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν. 11 καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.

Η θαυμαστή αλιεία

Ο σκοπός του θαύματος

Ο Κύριος περιδιαβαίνει την ακρογιαλιά της Γαλιλαίας και τα πλήθη τρέχουν με πόθο κοντά του. Και καθώς βλέπει δυο μικρά πλοία αραγμένα στη λίμνη, μπαίνει σ’ ένα από αυτά· είναι το πλοίο του Σίμωνα. Και τον παρακαλεί να το σύρει λίγο πιο μέσα στη λίμνη για να διδάξει τα πλήθη μέσα από το πλοίο αυτό. Όταν τελείωσε τη διδασκαλία του ο Κύριος, λέει στον Σίμωνα: Φέρε πάλι το πλοίο στα βαθιά νερά της λίμνης και ρίξτε τα δίχτυα σας. Ο Σίμων όμως με έκπληξη του αποκρίνεται: Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα κοπιάσαμε ρίχνοντας τα δίχτυα και δεν πιάσαμε τίποτε. Αφού όμως το λες εσύ, θα ρίξω το δίχτυ. Και το θαύμα που ακολούθησε ήταν εντυπωσιακό. Το δίχτυ τους γέμισε τόσο πολλά ψάρια, ώστε άρχισε να σχίζεται. Οι ψαράδες τότε φώναξαν αμέσως τους συνεταίρους τους που ήταν στο άλλο πλοίο, να βοηθήσουν να σύρουν το δίχτυ επάνω. Αλλά τα ψάρια ήταν τόσο πολλά, ώστε τα δυο πλοία κινδύνευαν να βυθισθούν.

Τι νόημα όμως είχε αυτό το τόσο εντυπωσιακό θαύμα; Και γιατί ο Κύριος πριν το επιτελέσει ζήτησε από τους ψαράδες να ρίξουν τα δίχτυα τους και μάλιστα σε ακατάλληλη ώρα; Διότι ο Κύριος μέσα από το θαύμα αυτό ήθελε να διδάξει πολύ μεγάλες αλήθειες στους ψαράδες της Γαλιλαίας, τους οποίους σε λίγο θα καλούσε να γίνουν αλιείς ανθρώπων και να σαγηνεύουν στα πνευματικά τους δίχτυα όλη την οικουμένη. Αυτό το θαύμα ήταν τύπος της πνευματικής αλιείας τους. Και έπρεπε να χαραχθεί βαθιά στην ψυχή τους. Έπρεπε να το θυμούνται πολύ καλά οι Απόστολοι του Κυρίου όταν αργότερα στο τιτάνιο έργο τους θα συναντούσαν δυσκολίες και απογοητεύσεις. Να θυμούνται και να συναισθάνονται ότι στην πνευματική τους διακονία χωρίς τον Κύριο δεν θα μπορούσαν τίποτε να επιτύχουν, ενώ με τη δική του δύναμη θα μπορούσαν να κάνουν τα πάντα. Άδεια τα δίχτυα χωρίς την ευλογία του. Γεμάτα όταν τα ευλογούσε ο Χριστός.

Έπρεπε ακόμη να καταλάβουν οι μαθητές μέσα από το θαύμα αυτό ότι για να έχουν καρποφορία στο έργο τους θα έπρεπε να έχουν τυφλή υπακοή στα προστάγματα του Κυρίου. Ακόμη και σ’ αυτά που δεν κατανοούσε η περιορισμένη τους λογική. Και να μην υπολογίζουν κόπο και θυσίες. Αυτοί να δίνουν το χρόνο τους, τον κόπο τους και τη ζωή τους στην υπηρεσία του Κυρίου, για να τα μεταχειρισθεί όπως Αυτός ήθελε· έχοντας τη βεβαιότητα ότι ο Κύριος θα επιβραβεύει τη θυσία τους, την πρόθυμη υπακοή τους, την αδιάσειστη πίστη τους στη δύναμή του.

Συναίσθηση αμαρτωλότητος

Όταν είδε ο Πέτρος το πρωτοφανές αυτό και ανέλπιστο πλήθος των ψαριών, έπεσε στα γόνατα του Χριστού και είπε: Βγες από το πλοίο μου και φύγε από μένα, Κύριε, διότι είμαι άνθρωπος αμαρτωλός και δεν είμαι άξιος να Σ’ έχω στο πλοίο μου. Ο Κύριος όμως τον καθησύχασε και του είπε: Μη φοβάσαι. Από τώρα θα σαγηνεύεις ανθρώπους, τους οποίους με το κήρυγμά σου θα οδηγείς στη σωτηρία. Κατόπιν αφού όλοι μαζί οι ψαράδες επανέφεραν τα πλοία στη στεριά, άφησαν τα πάντα και Τον ακολούθησαν.

Η στάση όμως του αποστόλου Πέτρου μας δημιουργεί κάποιον προβληματισμό. Γιατί αντί να πανηγυρίσει για το μεγαλειώδες θαύμα, παρακάλεσε τον Κύριο να φύγει από το πλοίο του; Αυτός που από τα παιδικά του χρόνια περίμενε τον Μεσσία, τώρα Του ζητά να φύγει από τη ζωή του; Ασφαλώς το αίτημα του Πέτρου δεν εκφράζει μια διάθεση αρνήσεως και αποδιώξεως του Χριστού. Αντίθετα. Ο άδολος αυτός ψαράς της Γαλιλαίας ένιωσε την ώρα εκείνη ένα φοβερό συγκλονισμό στην ψυχή του. Κατάλαβε μέσα στην ευλογία του θαύματος ότι δεν έχει μπροστά του έναν απλό άνθρωπο, αλλά ένα μοναδικό διδάσκαλο που έχει θεία δύναμη. Και αισθανόμενος το μεγαλείο του δεν αντέχει να ατενίσει το θεϊκό του πρόσωπο, αλλά πέφτει συντετριμμένος και Τον προσκυνά. Διότι αισθάνεται τον εαυτό του ανάξιο της παρουσίας του. Αισθάνεται του Χριστού την αγιότητα και τη δική του μικρότητα και αμαρτωλότητα.

Αυτό ακριβώς συμβαίνει σε κάθε πνευματικό άνθρωπο κάθε φορά που αισθάνεται ιδιαιτέρως έκδηλη την ευλογία του Θεού στη ζωή του. Είναι ένα βίωμα που το νιώθουμε οι πιστοί καθώς βρισκόμαστε σε μία ιερή ώρα της λατρείας ή σε στιγμές που αισθανόμαστε τον Θεό ολοζώντανο στη ζωή μας, και αφυπνίζεται η συναίσθηση της αμαρτωλότητός μας. Μας συνέχει τότε ο φόβος του Θεού. Τρέμουμε, φοβόμαστε την παρουσία του Θεού, αλλά ταυτόχρονα και την ποθούμε και τη λαχταρούμε. Πώς να πλησιάσουμε τον πάναγνο Κύριο οι ρυπαροί και ανάξιοι; Αισθανόμαστε πόσο αμαρτωλοί είμαστε και ότι δεν αξίζουμε των ευλογιών του Κυρίου. Αυτό όμως που δεν καταλαβαίνουμε ίσως είναι ότι όσο περισσότερο αναγνωρίζουμε την αμαρτωλότητά μας, τόσο περισσότερο ελκύουμε το έλεος και την αγάπη του Κυρίου. Γι’ αυτό ας στεκόμαστε με δέος και φόβο ενώπιόν του και ας Τον παρακαλούμε ταπεινά και ολοκάρδια να μη φύγει ποτέ από κοντά μας λόγω της μεγάλης αμαρτωλότητός μας, αλλά να μένει πάντοτε στη ζωή μας και να την γεμίζει με τις ευλογίες του.

Ο Σωτήρ, 1985